Tο live album των Supertramp ‘’Live In Paris’’ αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί ίσως στο καταλληλότερο χρονικό σημείο που θα μπορούσε να γίνει ένα τέτοιο εγχείρημα. Η μπάντα, η οποία σχηματίστηκε στο Λονδίνο το 1970, είχε ήδη εκτοξευθεί στο απόγειο της δόξας της ύστερα από σούπερ επιτυχημένο ‘’Breakfast In America’’ το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1979 και το οποίο μάλιστα είχε ολοκληρώσει τον χρυσό κύκλο μιας σειράς εξαιρετικών άλμπουμ (Crime Of The Century-1974, Crisis What Crisis-1975, Even In The Quietest Moments-1977) από το 1974 έως το 1980.
Η συγκυρία ήταν
επίσης ιδανική διότι εξυπηρετούσε το γεγονός ότι τα μέλη της μπάντας
ήθελαν πάση θυσία να κερδίσουν χρόνο πριν τη δημιουργία επόμενου
άλμπουμ, καθώς με το "Breakfast In America’’ είχαν
θέσει πολύ ψηλά τον πήχη και υπήρχε η πίεση από studio και παραγωγούς
για αναλόγως ίση ή και μεγαλύτερη επιτυχία στην επόμενη δουλειά τους,
γεγονός που τους άγχωνε.
Το όποιο επόμενο project δεν υπήρχε περίπτωση να είναι έτοιμο πριν το
1981 και σαφώς έπρεπε να επιδείξουν κάτι ενδιάμεσο προκειμένου να
καλύψουν το χρονικό κενό.
Οι εγκέφαλοι του συγκροτήματος ήταν οι υπερταλαντούχοι ιδιοφυείς μουσικοί Roger Hodgson και Rick Davies.
Οι δυο τους είχαν γνωριστεί το 1969, χάρη σε μια αγγελία που είχε βάλει ο
Davies στο περιοδικό Melody Maker αναζητώντας κιθαρίστα για το
νεότευκτο τότε σχήμα. Ο Hodgson επελέγη ανάμεσα σε 93 ενδιαφερόμενους, όμως τελικώς ανέλαβε καθήκοντα μπασίστα, καθώς την κιθάρα ανέλαβε ο Richard Palmer.
Κατά τη διάρκεια της πορείας του γκρουπ και οι δύο Hodgson και Davies
έγραφαν, συνέθεταν και τραγουδούσαν ο κάθε ένας τις δικές του συνθέσεις
για τη μπάντα, γεγονός που αναδεικνύει τους Supertramp ως ιδιαίτερη
περίπτωση μουσικού σχήματος.
Το υλικό συγκεντρώθηκε από τους παραγωγούς Russell Pope και Pete Henderson, οι οποίοι παρουσίασαν στα μέλη της μπάντας ηχογραφήσεις από διάφορες συναυλίες που είχαν πραγματοποιήσει στον Καναδά και την Ευρώπη κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους με τίτλο: "Breakfast In America’’, ηχογραφήσεις που γίνονταν στο κινούμενο studio το οποίο διέθεταν. Όλα τα μέλη της μπάντας αποφάσισαν να μπουν στο άλμπουμ οι live εκτελέσεις από τη συναυλία που είχαν δώσει στις 29 Νοεμβρίου του 1979 στο Παρίσι, στο Pavillon, έναν συναυλιακό χώρο, που λειτουργούσε παλαιότερα ως σφαγείο.
Να σημειωθεί ότι στη Γαλλία το "Breakfast In America’’ είχε τεράστια επιτυχία και σε εκείνη τη συναυλία αποθεώθηκαν κυριολεκτικά από 8.000 θεατές. Ασφαλώς προστέθηκαν και ορισμένα κομμάτια κι από άλλες συναυλίες και επιπροσθέτως έγινε αρκετή δουλειά σε overdubbing, δηλαδή στουντιακή επεξεργασία στα τραγούδια, "πέρασμα’’ ήχου, κυρίως σε ότι αφορά το σκέλος του πολυοργανίστα John Helliwell στα φωνητικά και στο παίξιμο των οργάνων.
Ωστόσο ο Helliwell ισχυρίστηκε πώς η επεξεργασία αυτού του είδους είναι η ελάχιστη δυνατή εν συγκρίσει με live album άλλων συγκροτημάτων εκείνης της εποχής. Ανέφερε χαρακτηριστικά :’’Πολλοί όταν εργάζονται πάνω σε ένα live album αφήνουν μόνο τα drums και το μπάσο και ‘’πειράζουν’’ όλα τα άλλα’’.
Οι συναυλίες μαγνητοσκοπήθηκαν από τον σκηνοθέτη Derek Burbidge σε φιλμ των 16 mm αφήνοντας εκτός πέντε τραγούδια, τα "You Started Laughing’’, "A Soapbox Opera’’, "From Now On’’, "Aint Nobody But Me’’ και το "Downstream’’. Όλα εκτός από το τελευταίο συμπεριελήφθησαν, ωστόσο, στο άλμπουμ.
To εξαρχής παράδοξο να συγκαταλέγονται μόνο 3 τραγούδια από το "Breakfast In America", εξηγείται από το γεγονός ότι στην πρόθεση των μελών της μπάντας ήταν να συστήσουν στο αμερικανικό κοινό, που μόλις είχε αρχίσει να τους γνωρίζει για τα καλά, το υλικό των προηγούμενων άλμπουμ. Για αυτό εξάλλου στη set list περιλαμβάνονται σχεδόν όλα τα τραγούδια του "Crime Of The Century’’ (ένα άλμπουμ που τα μέλη του γκρουπ θεωρούν ιδιαιτέρως σημαντικό), τρία τραγούδια από το "Crisis, What Crisis’’ και δύο από το "Even In The Quietest Moments’’.
To συνολικό υλικό τελικώς περιείχε 16 τραγούδια και είναι από τις ελάχιστες φορές στην ιστορία της μουσικής, οπού οι live εκτελέσεις αγγίζουν το επίπεδο των ηχογραφήσεων του studio.
H live εκτέλεση των τραγουδιών αποτελεί τρανό παράδειγμα, του πόσο άριστη μπορεί να είναι μια ζωντανή συναυλία και πόσο μοναδικά συναισθήματα μπορεί να χαράξει στην ψυχή του καθενός μας, όταν πραγματοποιείται από πραγματικά ταλαντούχους μουσικούς που παίζουν με ψυχή, μεράκι και πάνω από όλα σέβονται το κοινό τους.
Η γνώριμη εισαγωγή με την περίφημη φυσαρμόνικα του ‘’School’’ ξεσηκώνει όπως ήταν αναμενόμενο τον ενθουσιασμό των θεατών.
Η blues είναι απόλυτα κυρίαρχη στο "Aint Nobody But Me’’ και υποστηρίζεται πολύ από τα φωνητικά και το μαγευτικό σαξόφωνο.
Το διασημότερο τραγούδι τους "Logical Song’’, δεν χρειάζεται συστάσεις και είναι βέβαιο ότι διαφέρει ελάχιστα από τη στουντιακή εκτέλεση.
To καθηλωτικό ηλεκτρικό πιάνο του Rick Davies είναι σε όλο του το μεγαλείο στο "Bloody Well Right’’ το οποίο έχει προσεγμένους στίχους και προδίδει τις progressive καταβολές του.
Πριν την υπέροχη ερμηνεία του επίσης διάσημου "Breakfast In America’’ προηγείται η απαραίτητη συνομιλία με το κοινό.
Πολύ ατμοσφαιρική η εισαγωγή του "You Started Laughing’’ το οποίο οι θεατές σε κάποιο σημείο συνοδεύουν ρυθμικά με τα παλαμάκια τους ενώ το "Hide In Your Shell’’ έχεις την αίσθηση ότι ακούγεται κατευθείαν από το στούντιο και το πρώτο μέρος τελειώνει αξιοπρεπώς με το "From Now On’’.
Φυσικά το "Dreamer’’ στην αρχή του δεύτερου μέρους δεν θα μπορούσε να είναι κάτι λιγότερο από τέλειο με έξοχα φωνητικά ενώ οι παριζιάνοι θεατές ενθουσιάστηκαν με το "Rudy’’ και το μοναδικό piano solo.
Ακολουθεί το 'Soapbox Opera’’ που και αυτό αναδεικνύει την πιο progressive πλευρά του συγκροτήματος.
Μακρόσυρτο και σχολαστικό το "Asylum’’, βεβαίως τέλειο στη live performance του, όχι από τα αγαπημένα μου, ωστόσο ξεσήκωσε και αυτό τους θαυμαστές.
Τα "Take A Long Way Home’’ και "Fools Overture’’ ανήκουν στις κορυφαίες στιγμές της συναυλίας και δείχνουν ότι, παρά τις απαιτήσεις, τα μέλη της μπάντας ήταν ακούραστα και γεμάτα ενέργεια.
Η αγάπη του κοινού φτάνει στην απόλυτη κορύφωση στην όμορφη μπαλάντα "Two Of Us’’ η οποία λειτουργεί ως ζέσταμα (διαρκεί μόλις ένα λεπτό και 25 δεύτερα) για την ολοκλήρωση της ανεπανάληπτης βραδιάς με το "Crime Of The Century”.
To "Paris’’, στο oποίο αρχικά ήθελαν να δώσουν τον τίτλο "Roadworks’’ στην εποχή του το 1980, σημείωσε τεράστια επιτυχία καταφέρνοντας να φτάσει στο νούμερο 8 του Billboard 200 και στο νούμερο 7 των βρετανικών charts, φυσικά έγινε χρυσό, ενώ μάλιστα η ζωντανή εκδοχή του 'Dreamer’’ κατάφερε να διεισδύσει στο Αμερικανικό Top 20.
To 2012 κυκλοφόρησε σε διπλή εκδοχή DVD και Blue Ray Disc(οπότε έγινε επανεπεξεργασία στην εικόνα και στον ήχο), η μαγνητοσκόπηση της συναυλίας με τίτλο "Live In Paris’’, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια του Hodgson, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας δεν έλαβαν υπόψη τον ίδιο ή τον Davies για την ολοκλήρωση του project.Συνεπώς το 2015, κυκλοφόρησε μια ακόμη επανέκδοση μαζί με δύο cd και τη σωστή κατανομή ονομάτων και, όσον αφορά το κομμάτι του songwriting.
Η μεγάλη και ιστορική, πάντως, αξία του άλμπουμ είναι ότι σαφώς περιέχει την αφρόκρεμα των επιτυχιών, από τη "χρυσή’’ εποχή της μπάντας και με την original line up. Σημειωτέον, ότι σχεδόν αμέσως μετά ο Roger Hodgson αποχώρησε από τους Supertramp, κυρίως λόγω διαφωνιών με τον Rick Davies για την καλλιτεχνική πορεία του συγκροτήματος και έκτοτε δεν ξαναγνώρισαν την επιτυχία που είχαν πρωτύτερα.
Κάθε συλλέκτης, παλαιότερος ή και νεότερος ο οποίος λατρεύει τη χρυσή εποχή της classic rock και σέβεται τον εαυτό του, οφείλει να το έχει στη συλλογή του.
Δημήτρης Πολίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.