Ποτέ δε κατάλαβα, γιατί εκτός από το “Check How the Band Playing Live Mode”, έπρεπε να ακούσω μια “ζωντανή” ηχογράφηση, αφού και κατώτερη από ένα studio album θα ήταν ηχητικά και στη τελική θα σκύλιαζα ακούγοντας τις φωνές του κόσμου, ο οποίος με το τρόπο του θα μου θύμιζε, ότι δεν ήμουν ανάμεσα του!
Είναι ακριβώς η ίδια φάση με τα dvd! Πόσες φορές έχετε πει: “ας δούμε μουσική;” Δεν είναι τρελό; Ωραία, γιατί εδώ συνδυάζουμε και τις δυο τρέλες! Ήχος και εικόνα μαζί! Αν και το απόλυτα τέλειο, είναι να είστε παρών στο live του αγαπημένου σας συγκροτήματος, από συλλεκτικής και ιστορικής άποψης και μόνο, συνηγορώ στην απόκτηση κάποιου live, όπως στη περίπτωση μας τώρα, αυτή του “Live at Donington” των Whitesnake 20 ολάκερα χρόνια πριν! Μετά από απαίτηση των οπαδών η μπάντα αναγκάστηκε στην κυκλοφορία του διπλού cd-dvd με άπειρα καλούδια τόσο οπτικά, όσο και ηχητικά, μιας και ο ήχος είναι μιξαρισμένος σε 5.1 surround! Κάτι που σε ένα καλό ηχοσύστημα, θα σε κάνει να νιώσεις αν και ελάχιστα, την ανατριχίλα του να είσαι μπροστά στους Whitesnake το 1990 και να ακούς τους Steve Vai και Adrian Vandenberg να στύβουν τις κιθάρες τους, ενώ ο γερόλυκος Coverdale τραγουδά κομματάρες, στις οποίες όλοι έχουμε υποκλιθεί κατά καιρούς! Αν και όπως είπα παραπάνω, σπάνια θα αγόραζα ένα live, δε μπορώ να μην υποκλιθώ στη χορταστική κυκλοφορία τούτη, αφού ο οπτικός δίσκος μόνο, περιέχει 18 κομμάτια συναγωνιζόμενος τα 2 cd τα οποία κουβαλάνε 17 επίσης, αξεπέραστα τραγούδια! Σε καιρούς κρίσης όμως, που οι οπαδοί-αγοραστές έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε χιλιάδες κυκλοφορίες, το παραπάνω Live που κυκλοφορεί από τη Frontiers records, απευθύνεται κυρίως στους βαμμένους ακροατές της μπάντας, ή τους συλλέκτες, που απλά θέλουν να τα έχουν όλα στη δισκοθήκη τους! Μιχάλης Κανακουσάκη |
Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011
WHITESNAKE: “Live at Donington 1990”
Το φάντασμα των Grohl και Novoselic για τους Nirvana
Ο Grohl δήλωσε:
Τρίτη 28 Ιουνίου 2011
ALYSON AVENUE: “Changes”
Τρίτο άλμπουμ για τους Σουηδούς Alyson Avenue μετά από αρκετά χρόνια απραξίας και με νέα τραγουδίστρια την Arabella Vitanc στη θέση της Anette Olzon η οποία εδώ και πολύ καιρό είναι μέλος των Nightwish. Οι συμμετοχές πολλές και ενδιαφέρουσες στο νέο δίσκο των Alyson Avenue με κορυφαίες εκείνες των Michael Bormann (Jaded Heart, Charade) στο συμπαθητικό “Will I Make Love”, του κιθαρίστα Rob Marcello (Danger Danger) που σολάρει στο δυναμικό “Changes” και του Fredrik Bergh (Street Talk) που παίζει πλήκτρα στο μέτριο “Don´t Know If Love Is Alive”. Σημαντική είναι επίσης η συμβολή των Mike Andersson (Cloudscape) και Tommy Stråhle στα δεύτερα φωνητικά ενώ και η υπέροχη Anette Olzon παρά την μεταγραφή της, συμμετέχει σε τέσσερα τραγούδια του άλμπουμ. Το “Changes” περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που λατρεύουν οι οπαδοί του λεγόμενου melodic rock /aor ήχου μιας και περιέχει έναν ιδανικό συνδυασμό, πλούσιων πλήκτρων, γλυκών φωνητικών και μεταξένιων ρεφρέν περιτυλιγμένα με έξυπνες hard rock κιθάρες. Η μελωδική φωνή της Arabella Vitanc σε πισογυρνά αρκετές φορές σε συνθέσεις που θυμίζουν Cher, Steve Nicks Pat Benatar και Robin Beck με μικρές δόσεις ‘80s ηχητικής αισθητικής όμως η εξαίρετη παραγωγή του Chris Laney προσπερνά την παγίδα να θυμίζει το άλμπουμ κάτι από το παρελθόν και πετυχαίνει να το φέρνει πιο κοντά σε συγκροτήματα που κινούνται στο ύφος των Within Temptation και Lacuna Coil. Τραγούδια που θα αγαπήσετε είναι τα “Somewhere”(ύμνος) τα εκπληκτικά “Liar”, “Fallen”, “I ‘ll Be Waiting” και το μοναδικό “Into The Fire”. Συνοπτικά η νέα δουλειά των Alyson Avenue τιμά το καλό όνομα που έχει η μπάντα στο είδος της και αποδεικνύει ότι όταν υπάρχει μεράκι και ειλικρινή διάθεση τότε το χάρισμα της δημιουργίας μπορεί να μετουσιωθεί σε μελωδία της ευτυχίας. Φώτης Μελέτης |
To Rockway σε συνεργασία με τη Spicy Entertainment στέλνει έξι τυχερούς (3+3) να παρακολουθήσουν δωρεάν τις συναυλίες των Twisted Sister σε Αθήνα και
To Rockway σε συνεργασία με τη Spicy Entertainment στέλνει έξι τυχερούς (3+3) να παρακολουθήσουν δωρεάν τις συναυλίες των Twisted Sister σε Αθήνα και Θες/νίκη στις 12 και 13 Ιουλίου αντίστοιχα! Για συμμετοχή, στείλτε το ονοματεπώνυμό σας, ένα τηλέφωνο επικοινωνίας και την πόλη που σας ενδιαφέρει να δείτε τη συναυλία, στο your_way@otenet.gr (με την ένδειξη “Twisted Sister”)
Ιερά Οδός (Ιερά Οδός 18-20), Αθήνα
Oι Σιδερένιοι Άνδρες του Rock And Roll έρχονται να ροκάρουν όσο πιο δυνατά γίνεται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη!
Σάββατο 25 Ιουνίου 2011
OI SPECIAL GUESTS TOY SCHOOLWAVE
Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011
NOSTALGIA FOR A BELIEF: “Nostalgia for a Belief” (EP)
Μουσικά, συμπυκνώνει και παρουσιάζει γνώσεις-ακούσματα-ηχοχρώματα-επιρροές του Κώστα Κυριακίδη σε όλη της διάρκεια της μουσικής ζωής του, όπως εξομολογείται σε μία συνέντευξη-κουβέντα de profundis, που ευγενικά παραχώρησε στο Rockway.gr για το αφιέρωμα που θα παρουσιάσουμε με έργα και ημέρες των Raw Silk, τότε και σήμερα…
Ηχοχρώματα που κινούνται και περιλαμβάνουν avant garde κλασική μουσική, electro-acoustic και μουσική για film ή απλά, όπως το περιέγραψε ο δημιουργός του, μεταμοντέρνο μέταλ. Αρχικά το υλικό που περιλαμβάνεται στο EP αυτό ήταν η βάση για το πολυαναμενόμενο και δυστυχώς μηδέποτε κυκλοφορήσαν δεύτερο άλμπουμ των Raw Silk:
Γιώργος Φλωράκης: Με είχε πάρει τηλέφωνο ο Κώστας, γιατί είχε ένα καινούργιο project και ετοίμαζε καινούργια τραγούδια. Μου λέει “Τι κάνεις; Αν θέλεις να τα κάνουμε μαζί... Φέρε μου πράγματα που κάνεις αυτή την περίοδο”... “Ε, του πήγα κι εγώ διάφορα, ακούω και κάποια τραγούδια που είχε κάνει... Ύφος A Perfect Circle, 30 seconds to Mars, Tool... Ψήνομαι εγώ, γιατί μου άρεσαν τα τραγούδια. Τα κάνουμε demo σπίτι του” καθ’ομολογία και των δύο, υπάρχει αυτό το ακυκλοφόρητο demo με μία σύνθεση ολοκληρωμένη. Μετά την αποχώρηση του Γιώργου Φλωράκη, τον Ιούνιο του 2006 η μπάντα (Β. Αξιώτης-φωνή, Δ. Κουτσούκης-κιθάρες, Λ.Πετρόπουλος μπάσο, Ορ.Πλακίδης πλήκτρα) πλαισίωσε τον Κ.Κυριακίδη (τύμπανα-πλήκτρα) και άρχισε ηχογραφήσεις στα Prism-Studios της Αθήνας με μηχανικό ήχου/παραγωγό τον συνοδοιπόρο όλα αυτά τα χρόνια, Κώστα Καλημέρη.
Μετά από συζητήσεις, αλλαγές στη μουσική βιομηχανία και τις αδηφάγες βλέψεις της, τις εμφανέστατες διαφορές στον ήχο και στο ύφος ανάμεσα σε παλαιό και νέο υλικό, αποφασίστηκε από την μπάντα να κυκλοφορήσει το υλικό με νέο όνομα: Nostalgia for a Belief.
Συμμετέχουν επίσης οι: Άρτεμις Ζάννου και Stephanie Fowler φωνητικά, ο Μ।Γαβαλάς στα πλήκτρα, ο Στ.Στέμσης στη βιόλα, ο Σπ.Κοντάκης ακουστικές και δωδεκάχορδες κιθάρες, ο Ν. Πλατύραχος στο πιάνο και τα πρόσθετα πλήκτρα. Μουσική και στίχοι είναι του Κ.Κυριακίδη, ενώ πρόσθετους στίχους συνέγραψε η Stephanie Fowler. Στις τρεις συνθέσεις που περιέχονται στο EP αυτό, θα ανακαλύψει το εξασκημένο αυτί, αχνές εικόνες από Jesus Christ Superstar.Οι αρεσκόμενοι στο ύφος συγκροτημάτων, όπως οι The Deftones, NIN, Tool, Radiohead, A Perfect Circle, 30 seconds to Mars, θα το εκτιμήσουν δεόντως. Πιστεύω όμως ότι οι έχοντες ανοιχτά τα “αυτιά” της ψυχής τους θα μπορέσουν να διεισδύσουν και να το “περιποιηθούν” δεόντως και να αποδώσουν την πρέπουσα προσοχή. Κυκλοφορεί μόνο σε μορφή download από τις παρακάτω διευθύνσεις:
[ tradebit.com]
[ itunes.apple.com]
[ cdbaby.com]
[ amazon.co.uk]
Νότης Γκιλλανίδης
Τρίτη 21 Ιουνίου 2011
BLACK COUNTRY COMMUNION:“2”
Black Country Communion με τους θρυλικούς Led Zeppelin αλλά πιστέψτε με, είναι το τελευταίο που θα σας νοιάξει όταν ακούσετε αυτόν τον γνήσιο ροκ δυναμίτη.
Για όσους δεν τους γνωρίζετε να σας ενημερώσουμε ότι αυτό το σούπερ σχήμα αποτελείται από τους Joe Bonamassa (κιθάρα, φωνητικά), Glenn Hughes (μπάσο, φωνητικά), τύμπανα από τον Jason Bonham και πλήκτρα από τον Derek Sherinian, δηλαδή για μία μικρή rock dream team.
Οι Black Country Communion με την εμπειρία που διαθέτουν τα μέλη τους και την αυθεντικότητα που τους διακρίνει καταφέρνουν με το δεύτερο άλμπουμ, να αναγεννήσουν τις αραχνιασμένες μελωδίες των Bad Company, να προσθέσουν αρκετό ζεπελινικό feeling και σε συνδυασμό με την ισχυρή κιθαριστική δύναμη που ονομάζεται Joe Bonamassa να δημιουργήσουν ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα.
Οι παθιασμένες ερμηνείες του Glen Huges αλλά και εκείνες του Joe Bonamassa (μεγαλουργεί και στα φωνητικά) δημιουργούν ποικίλα συναισθήματα και απογειώνουν τον ακροατή. Οι μπασογραμμές του στου συνδυασμό με τα “φονικά” τύμπανα του J.Bonham κάνουν το άλμπουμ άκρως συναρπαστικό και ξυπνάνε μνήμες από εκείνες τις μέρες που κυριαρχούσε η πραγματική μουσική και όχι το marketing των δισκογραφικών εταιριών.
Όπως είπαμε και στην αρχή έχει γίνει πολύ κουβέντα για τις ομοιότητες με τους Led Zeppellin και οι οποίες είναι διακριτές στα “I Can see Your Spirit”, “The Outsider”, “Smokestack Woman” (το reffrain φέρνει κάτι από Deep Purple ) και στο λυρικό “Faithless”. Βέβαια και οι μελωδίες των Bad Company στο “2” έχουν την τιμητική τους και συγκεκριμένα στα πανέμορφα “The Battle for Hadrian’s Wall” και “An Ordinary Son”.
To μίγμα ολόκληρου του άλμπουμ είναι εκρηκτικό και περιλαμβάνει ατόφιο hard rock με σαφείς classic αναφορές και blues rock συναίσθημα, με κορυφαία κομμάτια κατά την γνώμη μας, τα “Man in the Middle” και “Save me”.
Οι ανατριχίλες όμως γίνονται ακόμα πιο έντονες στα συγκλονιστικά “Cold” και “Little Secret” όπου πραγματικά οι Black Country Communion κάνουν κατάθεση ψυχής. Το ταξίδι εδώ γίνεται ακόμα πιο μαγευτικό, πιο γοητευτικό κυρίως πιο αυτοβιογραφικό αφού αυτές οι δύο συνθέσεις είναι πλημμυρισμένες από δυνατές blues rock μελωδίες με την κιθάρα του Joe Bonamassa και την περήφανη φωνή του Glen Huges να δημιουργούν ρίγη αξεπέραστης συγκίνησης. Οι Black Country Communion με το δεύτερο δίσκο τους νιώθω πως πέτυχαν το στόχο τους και εύχομαι το “κακό” να τριτώσει λίαν συντόμως.
Φώτης Μελέτης
Κυριακή 19 Ιουνίου 2011
PRIDE: “Pride”
Και εξηγούμαι ευθύς, ένας τόσο πολύ καλός δίσκος, με εξαιρετικά τα πάντα, καραcult στους κύκλους των “κυνηγών μελωδίας’’, στην επιλογή αυτή της εξαιρετικής φίρμας επανακυκλοφοριών σπουδαίων του παρελθόντος, τη γερμανική Yesterrock Records, αδικείται ή μειώνεται ή και σε τελική ανάλυση θα αρκούσαν τα επιπλέον 2 κομμάτια για να κάνουν τον αρεσκόμενο σε αυτό το γένος μουσικής να τον αγοράσει. Και επειδή εδώ παρουσιάζουμε, χωρίς να είμαστε σεμνότυφοι ή επιτροπή λογοκρισίας, θυμίζω οι PRIDE είναι μία Σουηδική AOR μπάντα ενεργή μεταξύ των ετών 1987-1991. Το ηχόχρωμα τους θα σας θυμίσει συγκρινόμενο κάποιες σκανδιναβικές μπάντες, όπως οι Treat, 220 Volt και οι Fate.
Παρά όμως την περιοδεία τους την αξιοπρόσεκτη την εποχή εκείνη και τα δύο singles “You’re The Only One” και “Dreamer In The Night” που κυκλοφόρησαν στα 1989,το υλικό που είχαν ηχογραφήσει για το πρώτο τους άλμπουμ δεν κυκλοφόρησε παρά το 2008 από μία μικρή εταιρεία, την AOR-FM Records που τώρα βρίσκεται σε “αποδόμηση’’, σε 550 κόπιες που εξαντλήθηκαν σε μερικές βδομάδες.
Έκτοτε και παρά τις απεγνωσμένες εκκλήσεις των οπαδών ανά τον κόσμο κυκλοφορούσε μόνο μεταξύ των συλλεκτών χέρι με χέρι…(για την ακρίβεια, παράνομο “κατέβασμα’’).
Δε θα προτείνω τραγούδια που ξεχώρισα, διότι όλα είναι εξαιρετικά από το πρώτο άκουσμα. Για την ιστορία και για επιμορφωτικούς λόγους, οι Dan Kristiansson στη φωνή, ο Stefan Karlström στα πλήκτρα, ο Jonas Öhlund στην κιθάρα, ο Johan Agerberg – στο μπάσο και ο Anders Pellving (a.k.a Henriksson) στα τύμπανα, έκαμαν εξαιρετική δουλειά…
Α, και μία μικρή λεπτομέρεια σύμφωνα με την εταιρεία επανακυκλοφορίας, αυτό είναι το αυθεντικό-πρωτότυπο εξώφυλλο…
Νότης Γκιλλανίδης
Σάββατο 18 Ιουνίου 2011
PLANET OF ZEUS: “Μacho Libre”
Πάντα μου άρεσαν τα συγκροτήματα που εξέπεμπαν έναν δυναμισμό, μία θετική ενέργεια που σε ξεσηκώνει, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές. Ανάμεσα σ’ αυτά ανήκουν και οι Έλληνες Planet of Zeus. Η μπάντα επιστρέφει στη δισκογραφία μετά το εκπληκτικό ντεμπούτο άλμπουμ τους, το “Eleven the hard ways”, που κυκλοφόρησε πριν από τρία χρόνια. Ο νέος δίσκος φέρει τον τίτλο “Macho Libre” και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα αντίστοιχα μουσικά δημιουργήματα της stoner rock/metal σκηνής από την αλλοδαπή, τύπου Corrosion of Conformity, Clutch, Down, Kyuss, Alabama Thunderpussy, Hermano, High on Fire, Monster magnet, Orange Goblin κλπ. Στην ουσία δύσκολα πιστεύει κάποιος, όταν ακούσει το δίσκο, ότι πρόκειται για ελληνική δημιουργία. Βρώμικα και βαριά riff, άγρια φωνητικά, μπάσα και τύμπανα που τα σπάνε, μεταφέρουν τον ακροατή σε saloon bar του αμερικανικού νότου, όπου πέφτει άγριο πιστολίδι. Διάλλειμα, έτσι για την ξεκούραση του αυτιού, αποτελούν τα δύο instrumental κομμάτια “Unicorn Without A Horn” και “Hazelnut (R.I.P)”. Φοβερό είναι το mastering στον ήχο (Theodore Zefkilis) και εύστοχο το ρετρό αλλά 70’s artwork (Dionisis Dikefalos). Ένα από τα άλμπουμ που σίγουρα θα πρέπει να συμπεριλάβετε στη δισκοθήκη σας. Μακάρι η μπάντα να συνεχίσει την καλή δουλειά! Νικόλαος Καπίρης |
Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011
ΤΗΕ CARS: “Move Like This”
Οι Cars ξεκίνησαν ως ένα new wave, pop-rock σχήμα στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και απογειώθηκαν εμπορικά με το καταπληκτικό άλμπουμ “Heartbeat City” (1984) το οποίο περιλάμβανε όλα τα παραπάνω στοιχεία που τους έκαναν γνωστούς ενώ είχε επιπλέον και μία μικρή aor ατμόσφαιρα λόγω της παραγωγής του Robert John “Mutt” Lange και περιείχε καταπληκτικά τραγούδια που έμειναν κλασσικά όπως τα “Drive”, “Magic”, “You Might Think” και “Hello Again”.
Για να έρθουμε λοιπόν ξανά στο “Move Like This” όπου ο Rick Ocasek υπογράφει όλες τις συνθέσεις και τραγουδά με εκείνο το μοναδικό ιδιαίτερο στυλ.
Στο δίσκο νιώθουμε ότι είναι διάχυτη η art-pop διάθεση της μπάντας με αποκορύφωμα τα “Sad Song”, “Blue Trip” και “It’s Only” ενώ η ροκ ρίζα των Cars επιδεικνύεται στα “Keep on Knockin”, “Ηits me” και “Free”.
H μπάντα δείχνει να πατάει στα μουσικά βήματα του παρελθόντος και κυρίως στις μέρες των πρώτων άλμπουμ όπου κυριαρχούσε και η “φιλοσοφημένη” πλευρά τους κάτι που γίνεται φανερό στο “Drag on Forever”.
Tέλος ένα μεγάλο κομμάτι της παραγωγής εκτός από το γκρουπ έχει αναλάβει και ο Ιρλανδός Garret “Jacknife” Lee (U2, REM , Editors, Snow Patrol).
Φώτης Μελέτης
Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011
IRON MAN 2
Ως ανυπόμονος λοιπόν, ψάχνεις και βλέπεις ένα trailer στο youtube, διαπιστώνοντας πως ένα από τα κομμάτια του soundtrack, δεν είναι άλλο από το.. Iron Man!! Ποιο Iron Man; Μα εκείνο των Black Sabbath! Έπος;!
Μάλλον όχι, μιας και το συγκεκριμένο βίντεο, ήταν πιθανότατα fun made και δε φτάνει που έγινα ρόμπα διαφωνώντας γι’ αυτό, ξενέρωσα κι όλας, μιας και ήταν πάρα, μα πάρα πολύ καλό! Λίγο το κακό όμως και περισσότερο το καλό, αφού τη θέση των Sabbath, “πήραν” οι AC/DC, αν και υπεύθυνος για τη επιλογή τους είναι ο παθιασμένος με τη μουσική τους Jon Favreau, o οποίος επίσης σκηνοθετεί, μα και “παίζει” στο φιλμ, υποδυόμενος το Harold “Happy” Hogan, φίλο και οδηγό του Tony Stark!
Το soundtrack ξεκίνησε με σκοπό να γίνει όπως και με το φιλμ “Maximum Overdrive” του Stephen King, όπου οι Αυστραλοί είχαν “χαρίσει” εξολοκλήρου τη μουσική τους, με το άλμπουμ “Who Made Who”. Στη προκειμένη περίπτωση όμως, δεν υπάρχουν νέα τραγούδια και το cd λειτουργεί ως μια συλλογή, συμπεριλαμβάνοντας τη Bon Scott αλλά και τη Brian Johnson εποχή! Κρίνοντας από τις πωλήσεις, η οποίες έφτασαν στις 2 εκατομμύρια κόπιες, κανείς δε μπορεί να αμφιβάλει για την επιτυχία που είχε αυτή η κίνηση, έστω και αν λειτούργησε ως ένα άλλο best of ή αν μόνο 2 (Shoot to Trill, Highway to Hell) από τα 15 κομμάτια ακούγονται στη ταινία! Επίσης κομμάτια από Queen, The Clash, Beastie Boys κ.α. θα τα’ ακούσεις.. αλλά δεν υπάρχουν στο επίσημο soundtrack!
Υπάρχουν 3 διαφορετικές εκδόσεις του cd και αυτές είναι η basic, η Special και η Deluxe και πλην της basic οι υπόλοιπες 2, κρύβουν αρκετά καλούδια όπως, behind the scenes footage, interviews, making of και ακόμη μια παρουσίαση του πρώτου κόμικ Iron Man που εκδόθηκε ποτέ!
Να μη ξεχάσω να αναφέρω, τη τρισδιάστατη οπτικοακουστική παρουσίαση του “Shoot to Thrill” για την ταινία εννοείται, που έγινε στο Rochester Castle από τους AC/DC και μας υπενθυμίζει το τι έχουμε να δούμε.. στο σύντομο μέλλον!
Tracklist:
Shoot to Thrill
Rock ‘n Roll Damnation
Guns for Hire
Cold Hearted Man
Back in Black
Thunderstruck
If You Want Blood (You’ve Got It)
Evil Walks
T.N.T
Hell Ain’t a Bad Place To Be
Have a Drink ON Me
The Razors Edge
Let There Be Rock
War Machine
Highway to Hell
Μιχάλης Κανακουσάκης
Τρίτη 14 Ιουνίου 2011
JOHN NORUM: “Total Control”
Αριστοτέλης Βασιλάκης
Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011
Οι King Kobra αποκαλύπτονται...
Ο Carmine Appice είναι μια τεράστια καλλιτεχνική προσωπικότητα και ένας από τους πιο καταξιωμένους και επιδραστικούς ντράμερ στον χώρο του hard rock και όχι μόνο. Και φυσικά, ο ηγέτης των αγαπημένων μας melodic rockers King Kobra, μιας μπάντας που έγραψε cult ιστορία πίσω στα ‘80s με δίσκους όπως τα “Ready To Strike” και “Thrill Of A Lifetime”. Με αφορμή λοιπόν, την ανασύσταση του γκρουπ και του ολοκαίνουργιου ομότιτλου άλμπουμ τους, το Rockway.gr συνομίλησε με τον φοβερό αυτό μουσικό, όπου μεταξύ άλλων, μας είπε αρκετά πράγματα για το παρόν της μπάντας αλλά και για το σύντομο (δισκογραφικά) αλλά πολύ ενδιαφέρον παρελθόν της.
Γεια χαρά, Carmine. Αρχικά, θα ήθελα να σε συγχαρώ για το νέο άλμπουμ των King Kobra. Το θεωρούμε πραγματικά μεγάλη μας τιμή να σε φιλοξενούμε εδώ, στις σελίδες του Rockway. Πως πήρες την απόφαση να ενώσεις την μπάντα ξανά και να ηχογραφήσετε νέο υλικό; Θεώρησες ότι τώρα, ήταν η σωστή στιγμή για να γίνει κάτι τέτοιο; Πως θα περιέγραφες τον ήχο του “King Kobra”; Κατά την γνώμη μου, σίγουρα ηχεί πολύ πιο heavy και πιο τραχύ σε σχέση με τα προηγούμενα άλμπουμ του παρελθόντος. Παρόλα αυτά, οι μελωδίες είναι ακόμα εκεί και σαφώς ροκάρει δυνατά… Συγκρίνοντας το νέο σας δίσκο με τις προηγούμενες δουλειές της μπάντας, που εντοπίζεις τις βασικές διαφορές και ποια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού, κατά την γνώμη σου; Οπότε υποθέτω πως το τελικό αποτέλεσμα σε άφησε απόλυτα ικανοποιημένο. Όπως και εμάς άλλωστε, τους οπαδούς. Αλήθεια, ποια διαδικασία ακολουθήθηκε κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του “KK”; David Michael-Philips, Mick Sweda, Johnny Rod και φυσικά εσύ Carmine… αυτά τα ονόματα μπορούν να σημαίνουν από μόνα τους, ένα πράγμα. Το απόλυτο King Kobra line-up. Σε αυτό το σημείο λοιπόν, θα μπορούσες να μας πεις τι έκαναν τα προαναφερθέντα μέλη όλα αυτά τα χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων η μπάντα παρέμενε ανενεργή; Η απόλυτη έκπληξη ωστόσο σε αυτή τη νέα προσπάθεια ακούει στο όνομα Paul Shortino. Πιστεύω πως έκανε άψογη δουλειά με τα φωνητικά. Φάνηκε πως ταίριαξε απόλυτα με την φιλοσοφία των KK. Πώς συνδεθήκατε με αυτόν τον φοβερό τύπο; Παρεμπιπτόντως, τα trademark φωνητικά της Marcie Free αποτέλεσαν σημαντικό μέρος της μουσικής των ΚΚ και όρισαν τον ήχο της μπάντας πίσω στο χρόνο. Αλήθεια, πέρα από την διάσταση μουσικών απόψεων, ποιοι άλλοι εξίσου σημαντικοί λόγοι νομίζεις πως απέτρεψαν την Marcie από το να συμμετέχει στην αναβίωση των King Kobra; Κατά καιρούς σε συνεντεύξεις της, ανέφερε πως δεν ένιωθε καλά με το να είναι μέλος των ΚΚ... Κατά το παρελθόν, πιστεύεις ότι η μπάντα, έκανε κάποια σοβαρά λάθη που της στέρησαν το να γίνει ένα μεγάλο “όνομα”, παρόλο είχε όλες τις δυνατότητες μουσικά και εκτελεστικά για να επιτύχει κάτι τέτοιο; Ποια είναι τα μελλοντικά πλάνα των King Kobra; Σκοπεύετε να βγείτε σε περιοδεία ίσως; Μάλιστα... Κλείνοντας, θα ήθελες να στείλεις ένα μήνυμα στους αναγνώστες του Rockway.gr και στους έλληνες fan γενικότερα; Σ’ ευχαριστώ θερμά για αυτήν την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση Carmine. Εύχομαι κι εγώ με την σειρά μου τα καλύτερα για σένα και τους ΚΚ. Let the King Kobra sign, rise again! Συνέντευξη: Άρης Αβραμίδης |
SANDRA DEE: “Visions Of Pain”
Πραγματικά εντυπωσιάστηκα από τους εντελώς άγνωστους προς εμένα Αμερικανούς Sandra Dee. H μπάντα φτιάχτηκε στα τέλη των ’80 και το υλικό που έχουμε στα χέρια μας είναι το εξαιρετικό “Visions Of Pain” που ηχογραφήθηκε στις αρχές των ‘90. Ξέφρενο, οργισμένο, τσαμπουκαλίδικο hard rock με ευθείες παραπομπές σε μπάντες όπως οι Motley Crue, Gun’s ‘n Roses, ΧΥΖ, Skidrow, Warrior Soul και Firehouse για τους οποίους ένα φεγγάρι άνοιγαν τις συναυλίες τους. Οι Sandra Dee ακούγονται ισοπεδωτικοί και από τις πρώτες νότες που τους ακούς καταλαβαίνεις πως αυτή η μπάντα γυαλίζει το μάτι της. To γκρουπ με άνεση μεταμορφώνεται σε όλες του τις συνθέσεις αφού έχει για παιχνιδάκι τόσο το κλασικό αμερικάνικο hard rock ύφος παράλληλα όμως πετυχαίνει να γίνεται και η απόλυτη sleaze metal μπάντα. Από το συγκρότημα πέρασαν δύο βασικοί τραγουδιστές οι Chris Kamykowski και Lance Thomason οι οποίοι ξεπερνούν εαυτούς σε δύναμη ερμηνείας και πάθους ενώ οι φλογισμένες κιθάρες των Gino Buonamici και Jason Bowman βάζουν τα θεμέλια για να απολαύσετε ένα εκρηκτικό άλμπουμ. Ομολογώ ότι ο αιφνιδιασμός ήταν ευχάριστος με την δύναμη και την ψυχή που εκπέμπουν οι Sandra Dee και διαφωνώ ριζικά με τους όρους που τους δίνουν hair–pop metal διότι για να παίξεις τέτοια μουσική δεν χρειάζεται μακρύ μαλλί και σκισμένα jeans αλλά μόνο πολλή δόση rock ‘n roll τρέλας! Φώτης Μελέτης |
Κυριακή 12 Ιουνίου 2011
LYNYRD SKYNYRD: “One More from the Road”
Το μεγάλο προσόν όλων εκείνων των μεγάλων συγκροτημάτων εκτός από την αστείρευτη έμπνευση που είχαν ήταν και οι ζωντανές εμφανίσεις διότι και χάριν σε αυτές οι περισσότερες μπάντες επιβλήθηκαν στο κοινό.
Ένα από τα συγκροτήματα εκείνης της εποχής που μεγαλούργησε τόσο στην πατρίδα μας όσο και στον υπόλοιπο πλανήτη είναι φυσικά οι Lynyrd Skynyrd. Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τις ιστορίες για το πώς πήραν το όνομα τους ή να αναφέρουμε ξανά για την τραγωδία που βίωσαν με το αεροπορικό δυστύχημα τον Οκτώβριο του 1977. Ένα σερφάρισμα στο διαδίκτυο θα σας κάνει ακόμα πιο ενημερωμένους για το μέγεθος και την σπουδαία αλλά συνάμα άτυχη διαδρομή που είχαν και έχουν ακόμη και σήμερα οι Lynyrd Skynyrd.
Έτσι λοιπόν πάμε στο Σεπτέμβριο του 1976 όπου το πιο αγαπητό southern γκρουπ της υφηλίου κυκλοφορεί το εξαιρετικό live album “One More from the Road” που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο “Fox Theater” στην Atlanta της Georgia το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς. Το συγκρότημα έπαιξε τρία συνεχόμενα βράδια αν και ήταν προγραμματισμένο να παίξει και να ηχογραφήσει τον Μάιο του 1976 όμως ο κιθαρίστας Gary Rossington έσπασε το δάκτυλο του με συνέπεια οι συναυλίες να αναβληθούν και να πραγματοποιηθούν τον Ιούλιο.
Στο “One More from the Road” οι περιγραφές δεν έχουν ιδιαίτερο νόημα απλά γίνονται για να μυηθούν οι νεώτεροι οπαδοί του rock μιας και το άλμπουμ περιέχει όλα εκείνα τα μαγικά συστατικά που μας έκαναν να λατρέψουμε τους Lynyrd Skynyrd αλλά κυρίως έχει ενέργεια, πάθος και ψυχή. Τα κιθαριστικά ποιήματα των Gary Rossington, Allen Collins και του “φρέσκου” Steve Gaines αποτελούν την πιο όμορφη παρέα για να γλεντήσεις και να νιώσεις μία απέραντη ευτυχία ενώ η φωνή του Ronnie Van Zant είναι “μεθυστική”, απολαυστική, ταξιδιάρικη συνδυασμένη με απλότητα και μοναδική αυθεντικότητα για να μιλούν στην ψυχή και όχι στο μυαλό. Τραγούδια ύμνοι για τη ζωή και τον άνθρωπο υπάρχουν στο “One More from the Road” με κορυφαία φυσικά τα “Free Bird”, “Tuesday's Gone”, “Gimme Three Steps”, “Travellin' Man”, “Sweet Home Alabama” και φυσικά μαζί με όλα τα υπόλοιπα κομμάτια που περιλαμβάνονται στο “One More from the Road” ενώ η διασκευή στο "T for Texas" του country τραγουδιστή Jimmie Rodgers καταδεικνύει το καλλιτεχνικό σεβασμό που έχουν οι Lynyrd Skynyrd προς τους μουσικούς δάσκαλους τους.
Τα τρία live στο Fox Theater ηχογραφήθηκαν με παραγωγό και σήμα κατατεθέν της Atlantic Records, Tom Dowd (Eagles, E.Clapton, Cream, R.Stewart) και ο διπλός δίσκος έγινε τρεις φορές πλατινένιος. Το 2001 επανεκδόθηκε ξανά το “ One More from the Road” σε Deluxe Edition με μικρές βελτιώσεις από τον παραγωγό Ron O'Brien ειδικά στις κιθαριστικές ατέλειες και υπερβολές που υπήρχαν στο άλμπουμ.
TRACKLIST:
1. "Workin' for MCA"
2."I Ain't the One"
3."Searching"
4."Tuesday's Gone"
5."Saturday Night Special"
6."Travellin' Man"
7."Whiskey Rock-a-Roller"
8."Sweet Home Alabama"
9. "Gimme Three Steps"
10. "Call Me the Breeze”
11. "T for Texas"
12. "The Needle and the Spoon"
13."Crossroads"
14. "Free Bird"
ΜΕΛΗ:
Ronnie Van Zant (φωνή),
Gary Rossington (κιθάρα),
Allen Collins (κιθάρα),
Billy Powell (πλήκτρα),
Steve Gaines (κιθάρα),
Leon Wilkeson (μπάσο),
Artimus Pyle (ντραμς).
Φώτης Μελέτης
Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011
JOURNEY: “Eclipse”
Το “Eclipse” άρχισε να κάνει την εμφάνισή του δειλά δειλά ήδη από τις αρχές του τρέχοντος έτους, δίνοντας μας σταδιακά μερικά από τα “στοιχεία” που θα περιελάμβανε η νέα κατεύθυνση του ήχου τους, όπως οι ίδιοι δήλωναν σε συνεντεύξεις της μπάντας. Αρχικά, πήραμε μια πρώτη γεύση από την συναυλία που έδωσαν κάπου στα τέλη Φεβρουαρίου στο Planet Hollywood Resort & Casino του Las Vegas, όπου παρουσίασαν πέντε νέα κομμάτια, αποσπάσματα των οποίων αναρτήθηκαν στο YouTube.
Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν αρκετά θετικές και πως θα μπορούσαν να μην είναι άλλωστε, αφού ο δίσκος μας αποζημίωσε και με το παραπάνω. Το άλμπουμ στο γενικό σύνολό του περιέχει πάρα πολύ καλές συνθέσεις όπως το εισαγωγικό κομμάτι “City Of Hope”, ένα κλασσικό Journey track που λειτούργησε και ως single-προπομπός της νέας τους δουλειάς (μαζί με το “Human Feel”) και στο οποίο γίνεται από την πρώτη στιγμή εμφανές ότι ο δίσκος ακολουθεί μια περισσότερο κιθαριστική προσέγγιση όπου τα εύσημα ανήκουν σαφώς στον “γίγαντα” Neal Schon που υπογράφει εξ ολοκλήρου όλες τις συνθέσεις, ενώ παράλληλα μαζί με την έτερη “ψυχή” του συγκροτήματος, τον εξίσου εντυπωσιακό Jonathan Cain αναλαμβάνουν το στιχουργικό κομμάτι, αυτή την φορά όμως με την μικρή αλλά πολύτιμη συμβολή του τραγουδιστή τους, μιας και δείχνουν να έχουν εκτιμήσει από την πρώτη στιγμή της ένταξής του στο συγκρότημα, το πάθος, την θέληση και προπάντων την αγάπη που τρέφει για την ίδια την μπάντα ο μικρόσωμος Arnel.
Και ευκαιρίας δοθείσας, να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο ότι ο Pineda ερμηνευτικά τα δίνει όλα, έχοντας βεβαίως ως γνώμονα αυτό που χαρακτήριζε πάντα τις συνθέσεις των Journey: τις δυνατές ερμηνείες (ελέω Steve Perry). Επιστρέφοντας πίσω στα των συνθέσεων, εκτιμώ ότι ο δίσκος θα γνωρίσει άνετα την αποδοχή των οπαδών του είδους (για τους “βαμμένους” της μπάντας, δεν το συζητάμε καν) κι αυτό γιατί στο “Eclipse” ο ακροατής, στις δυνατές στιγμές του άλμπουμ όπως το ρυθμικό “Edge Of The Moment”, το μελωδικότατο “Chain Of Love”, το –a la Open Arms- “Tantra”, το οποίο στιχουργικά θα λέγαμε είναι η λογική συνέχεια του ήδη αγαπημένου “After All These Years” του προηγούμενου άλμπουμ “Revelation”, θα βρει όλα εκείνα τα στοιχεία που αγαπήσαμε στους Journey… μελωδικότητα, συναίσθημα, συνθετική δεινότητα και γενικότερα ευχάριστες μουσικές στιγμές που μιλάνε στις καρδιές όλων μας.
Ως κορυφαία στιγμή του δίσκου, θα επέλεγα φυσικά το “Resonate”, ένα άκρως ατμοσφαιρικό κομμάτι το οποίο ξεχώρισε αμέσως, με το εκπληκτικό κιθαριστικό θέμα του Schon, αυτός όμως που κλέβει την παράσταση δεν είναι άλλος από τον Arnel Pineda, ο οποίος κάνει κατάθεση ψυχής, ερμηνεύοντας ένα από τα ομορφότερα refrain που έχω ακούσει ever.
Το κομμάτι έχει αρχή, μέση και τέλος, κάτι που δυστυχώς όμως δεν συναντάμε και στις τελευταίες κατά σειρά συνθέσεις του άλμπουμ, με αποτέλεσμα κάπου εκεί, ενδεχομένως ο ακροατής να περίμενε το κάτι παραπάνω, κυρίως ώστε να έχουν αντίκρισμα και τα μεγαλεπήβολα σχόλια του Schon και της παρέας του.
Και ο νοών νοείτω.
Συνοψίζοντας λοιπόν, το “Eclipse” αποζημιώνει στο σύνολο του τις προσδοκίες των πολυπληθών οπαδών των Αμερικανών ηγετών του AOR ήχου που περίμεναν καρτερικά την νέα κυκλοφορία της μπάντας, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν ξεπερνά τον προκάτοχο του, “Revelation”, αλλά μας αφήνει με πολύ ευχάριστες εντυπώσεις και έναν επιπλέον λόγο να υπεραγαπάμε αυτή την μπάντα. Α, εντυπωσιακή κίνηση επίσης από την πλευρά της Frontiers, να κυκλοφορήσει την απλή εκδοχή του άλμπουμ υπό μορφή… ecolbook.
Άρης Αβραμίδης