Βέβαια θα υποθέσει κάποιος πως η φανταστική αυτή εικόνα είναι τετριμμένη, όπως άλλωστε και οι συνθέσεις του άλμπουμ, το ύφος του οποίου είναι UK hard rock, που διαθέτει Rock N’ Roll και blues στοιχεία της δεκαετίας του ’80 αμερικάνικου τύπου. Μην περιμένετε δηλαδή τη ριζοσπαστικότητα, η οποία ενδεχομένως θα σας δημιουργήσει μία εσωτερική επανάσταση και ευσυγκινησία που θα σπάσει τη ρουτίνα της καθημερινότητάς σας. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τις παλιές καραβάνες του ήχου!
Ωστόσο πρόκειται για ένα καλοδουλεμένο μουσικό υλικό που εκφράζεται με πάθος και μεταδίδει ενέργεια στον ακροατή, χωρίς ο τελευταίος να πλήττει. Στο τελικό αποτέλεσμα συμβάλλει η άριστη παραγωγή και μίξη του ήχου από τον Nick Brine (The Darkness/ Bruce Springsteen/ Oasis), καθώς και η συμμετοχή του Keith Weir (The Quireboys/ Def Leppard) στα πλήκτρα. Πιασάρικες μελωδίες, βρώμικα και επιθετικά riff, πολύ καλά σόλο, γρέζια και σπαραγμοί στα φωνητικά που αμφιταλαντεύονται μεταξύ Paul Stanley και Jon Bon Jovi προσφέρουν ένα πολύ καλό ηχητικά αποτέλεσμα.
Άξια προσοχής είναι τα κομμάτια “High” (με το riff a la “Give Me All Your Love” των Whitesnake), το “Time” (θυμίζει το “Wanted Dead or Alive” των BON JOVI), το ομότιτλο (με την εκρηκτική εισαγωγή), τα πιο μεταλλικά “Going Down” και “Best Damn Everything” και η μοναδική μπαλάντα “Here I Am”.
Συμπερασματικά προτείνεται τόσο σ’ εκείνους που θέλουν να’ ρθουν για πρώτη φορά σε επαφή με το μουσικό αυτό ιδίωμα, όσο και στους παλαιότερους που θέλουν να δουν κάτι παλιό με μία πιο φρέσκια ματιά.
Νίκος Καπίρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.