Μετά από σχεδόν 40 χρόνια αξιοσημείωτης
πορείας στα μουσικά δρώμενα και με πλείστες εναλλαγές (από την post
punk και τη synth pop έως την art rock) στο μουσικό μενού τους, οι
βετεράνοι πλέον, Σκωτσέζοι Simple Minds, επιδιδόμενοι αέναα στο κυνήγι
καλλιτεχνικών επιτεύξεων υψηλού επιπέδου, παρουσιάζουν το δεκατοέβδομο
στούντιο άλμπουμ τους, “Acoustic”.
Ο τίτλος αποδίδει εύγλωττα και το περιεχόμενό του.
11 παλιές, σαν το καλό κρασί, αγαπημένες επιτυχίες του συγκροτήματος και
μία διασκευή του Long Black Train του Richard Hawley, επιλέχθηκαν
καλύπτοντας μουσικά την περίοδο από το πρώτο άλμπουμ (βλ. “Chelsea Girl” από το Life In A Day του 1979) έως το 1991 (βλ. το “See The Light” από το Real Life). Επιπρόσθετα
bonus tracks τα “Stand By Love” (από το Real Life του 1991), “Speed
Your Love To Me” (από το Sparkle In The Rain του 1984)
και το “Light Travels” (από το Graffiti Soul του 2009).
Οι «ξεδιαλεγμένες» αυτές συνθέσεις αποδίδονται μέσα από τη χρήση
ακουστικών οργάνων, κατ’ απομίμηση των τεχνικών που χρησιμοποιούνταν και
στο MTV Unplugged.
Οι ηλεκτρικές κιθάρες και τα synths αντικαταστάθηκαν από την ακουστική
κιθάρα και το πιάνο και όλες οι τεχνικές που χρησιμοποιούν τα στούντιο
αφαιρέθηκαν προκειμένου να βγει καθαρή και ατόφια η κέλτικη ψυχή και να
διαπεράσει το μουσικό παρελθόν του συγκροτήματος.
Οι σκέψεις γύρω από το ενδεχόμενο ενός τέτοιου άλμπουμ έγιναν επ’ αφορμής ενός σπάνιου session των Simple Minds που έλαβε χώρα στο Chris Evans Breakfast Show το 2014 και δέχθηκε τη θερμή υποδοχή του κοινού.
Το εγχείρημα επαναλήφθηκε το 2016 όταν η μπάντα έπαιξε ένα 90λεπτο
ακουστικό σετ στο Zermatt Unplugged Festival στις Ελβετικές Άλπεις,
επιβεβαιώνοντας τις αρχικές υποψίες και θέτοντας τις βάσεις για το
δισκογραφικό πλάνο.
Για την υλοποίηση της ιδέας οι Jim Kerr και ο Charlie Burchill επέστρεψαν
στις ρίζες τους, εκεί που ξεκίνησε η ιστορία του συγκροτήματος. Πίσω
λοιπόν στο Εδιμβούργο με τις ηχογραφήσεις να πραγματοποιούνται στο
Gorbel’s Studio που στεγάζεται στο κτίριο που οι Simple Minds έκαναν
την πρώτη live τους εμφάνιση. Για να φτάσουν όμως στο σωστό αποτέλεσμα
έπρεπε να εξασφαλιστεί η συμμετοχή των κατάλληλων προσώπων. Προς τούτο
επιστρατεύτηκαν ο βετεράνος μπασίστας των Simple Minds Ged Grimes, η Sarah Brown για
τα backing vocals, ο ακουστικός κιθαρίστας Gordy Goudie και η
(εξαιρετική νεαρά και με απίστευτη φρεσκάδα) μουσικός κρουστών Cherisse
Osei προκειμένου η τελευταία να προσδώσει έναν πιο ήπιο ήχο στις
συνθέσεις αντί για τη συνηθισμένη δυνατή ροκιά που βγαίνει από τα
ντραμς.
Στη συνέχεια, θα δούμε πώς μετουσιώθηκαν οι προθέσεις του γκρουπ μέσα από τις επιμέρους συνθέσεις του δίσκου.
Στο Led Zeppelin προσανατολισμού American από το άλμπουμ του 1981 Sons
and Fascination/Sister Feelings Call, τα (ούτως ή άλλως) αμίμητης χροιάς
και προσωπικότητας φωνητικά του Jim Kerr δίνουν μια πιο μαλακή εκδοχή.
Στη συνέχεια, η ευχάριστη διάθεση που σαφώς χαρακτήριζε όσους
συμμετείχαν στην ερμηνεία του “Promised You A Miracle”, μεταδίδεται απόλυτα μέσα από τον funky ρυθμό του και ανάγεται στη μεγάλη έκπληξη του άλμπουμ.
Χωρίς να χάνεται η γοητεία του πρωτότυπου, η country ροκ προσέγγιση, τα
«ζεστά» φωνητικά της KT Tunstall και οι κρυστάλλινες κιθαρικές
εκτελέσεις του Burchill χαρίζουν απλόχερα μια ξεχωριστή, σπινθηροβόλα
εκτέλεση. Η μουσική ωριμότητα που αποκτήθηκε μοιραία και το νοσταλγικό
κλίμα που αναγκαστικά διαχέεται μετουσιώνονται με τον καλύτερο τρόπο στο
καινοτόμο για την εποχή του και περίπλοκα όμορφο “Glittering Prize” από
το άλμπουμ του 1982 “New Gold Dream (81-82-83-84)”, δείχνοντάς μας ότι
οι Simple Minds γνωρίζουν καλά την τέχνη τους.
Στα εύκολα προσαρμοζόμενα σε ακουστικό στυλ κομμάτια συγκαταλέγεται το “See the Lights”.
Στον στόχο αυτό συμβάλλει καθοριστικά και η φωνή του Kerr που μέσα από
το πέρασμα του χρόνου κατέστη πιο ευπροσάρμοστη και «πλούσια» σε
εναλλαγές. Στο άλμπουμ όμως επιλέχτηκαν και κάποιες συνθέσεις που εκ
πρώτης όψεως φαίνεται ότι είναι δύσκολο να αποδοθούν ακουστικά.
Μια τέτοια σύνθεση είναι το “New Gold Dream, 81, 82, 83, 84”, με
άκουσμα που δεν μοιάζει εύκολο να μετουσιωθεί ακουστικά, αλλά χάρη στην
ερμηνεία του Kerr και την κιθαρική εκτέλεση του Burchill αποδίδεται
τίμια φόρος τιμής στο πρωτότυπο και την ίδια στιγμή αποκτά έναν αυτόνομο
μουσικό χαρακτήρα.
Επισκοπώντας το χιτ “Someone, Somewhere in the Summertime”
δεν απογοητευόμαστε από την ακουστική απόδοσή του. Διατηρώντας την
αρχική ενέργεια και την εσωτερική ομορφιά του, το κομμάτι δείχνει
ελαφρώς πιο σκοτεινό, ενώ αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της εξαίρετης
δουλειάς του Burchill στην κιθάρα.
Ένα ακόμη «δύσκολο στη μετάφραση» κομμάτι είναι το ιδιαίτερης δυναμικής “Waterfront”. Οι Simple Minds καταφέρνουν
όμως να βγουν και εδώ «ασπροπρόσωποι» διατηρώντας το γενικότερο ύφος
της αρχικής version και την ίδια στιγμή ρίχνουν τους ρυθμούς,
μαλακώνοντας το αρχικό αποτέλεσμα μέσα από μια γκόσπελ προσέγγιση. Σε
αυτό συμβάλλει καθοριστικά ο δυνατός κιθαρικός ήχος που λειτουργεί σε
αντικατάσταση των ντραμς. Παρόμοια τακτική ακολουθήθηκε και στο “Sanctify Yourself”.
Αν και με ύφος που ταιριάζει στις live εμφανίσεις, αυτό δεν εμπόδισε το
συγκρότημα από το να ανάγει επιτυχώς τη δυναμική επιδραστικότητά του σε
μια άλλη, εσωτερική διάσταση, με τις κιθάρες να παραπέμπουν σε γκλαμ
ροκ στιγμές.
Το“Chelsea Girl”από το ντεμπούτο άλμπουμ του 1979 “Life in A Day”, αναδεικνύεται
σε άκρως ενδιαφέρον, ενδεχομένως περισσότερο και από την αρχική μορφή
του. Ο Burchill καταφεύγει στη χρήση ισπανικής κιθάρας καταλήγοντας σε
μια ατμόσφαιρα αντίστοιχη προς εκείνη των παρόμοιου ύφους συνθέσεων του
Bowie. Από την άλλη, το “Alive and Kicking”
απογυμνωμένο από τα περίτεχνα κόλπα που καταφεύγουν στα στούντιο,
δείχνει πιο γήινο παραμένοντας το ίδιο γοητευτικό όπως το γνωρίσαμε.
Η τραγουδίστρια Sarah Brown στα back-up φωνητικά δείχνει απόλυτα ταιριαστή με το όλο εγχείρημα.
Κι ερχόμαστε στη μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος, το επικό “Don’t you forget about me”
από το 1985 και δη από το σάουντρακ εφηβικής αμερικανικής ταινίας
(“Breakfast Club”). Υπό το βάρος της μεγάλης δημοτικότητάς του, εδώ
έχουμε να κάνουμε με μια αρκούντως συναισθηματική εκδοχή του κομματιού,
που ταυτόχρονα μοιάζει να κινείται σαν φάντασμα πάνω από το γκρουπ
στοιχειώνοντάς το. Το κλίμα αποδίδεται για άλλη μια φορά με τη μοναδική
φωνή του Kerr που ξέρει πότε πρέπει να απογειώσει το
κομμάτι και πότε να το κρατήσει σε κατάλληλα χαμηλούς τόνους. Μικρή
λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά η σκωτσέτζικη accent του.
Οι
ακουστικές συνθέσεις ως επιλογή για ένα (ουσιαστικά) best of άλμπουμ
μοιάζει παράξενη (και ταυτόχρονα ενδιαφέρουσα), καθώς αφορά σε ένα
γκρουπ το οποίο ανέκαθεν χαρακτήριζαν τα θορυβώδη ντραμς, οι ηλεκτρικές
κιθάρες και τα synths. Οπότε εύλογα και αυτονόητα δράττουμε της
ευκαιρίας για να ακροαστούμε με τις καλύτερες των προθέσεων αυτό που
θέλησαν να καταθέσουν οι Simple Minds, ένα συγκρότημα
από εκείνα τα παλιά, τα «τίμια» που είχαν πάντα να επιδείξουν
ουσιαστικές, χαμηλών τόνων και to the point δουλειές.
To “Acoustic” αν και δεν βρίθει πρωτοτυπίας, εμπεριέχει
σημαντικά γνώριμα κομμάτια υπό μια διαφορετική, λιτή οπτική γωνία
αφήνοντας να ξεσπάσει μια εσωτερική, ώριμη δύναμη, κατευθείαν από την
καρδιά του συγκροτήματος, χωρίς όμως να αλλοιώσει την ουσία τους όπως
αποτυπώθηκε στα αντίστοιχα άλμπουμ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι με το
άκουσμά τους τα ξαναθυμηθήκαμε και τα ερωτευτήκαμε πάλι από την αρχή
βουτώντας σε μουσικές αναμνήσεις μακρινές αλλά όχι ξεχασμένες.
Τελικά αυτός ήταν ο στόχος και από ό,τι φαίνεται πέτυχε. Όπως ανέφερε και ο Jim Kerr σε σχετική με το άλμπουμ συνέντευξη: «Τα
τραγούδια μας σημαίνουν πολλά για το κοινό μας, γι’ αυτό και έπρεπε να
είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Δεν ήταν απλά μια περίπτωση του να
δώσουμε κάποια ακουστικά riffs.
Έπρεπε να σεβαστούμε τα τραγούδια και να κρατήσουμε τα στοιχεία εκείνα
που τα έκαναν να ξεχωρίσουν εξαρχής. Θελήσαμε να δημιουργήσουμε ένα
ευχάριστο άλμπουμ με τον χαρακτήρα που διακρίνει τους Simple Minds,
όχι ένα παραδοσιακά ακουστικό άλμπουμ, περισσότερο κάτι που ο κόσμος θα
αρέσκεται να ακούει στις καλές στιγμές του. Αυτή η εμπειρία μας οδήγησε
στην κατεύθυνση που θα θέλαμε να δώσουμε και στα νέα κομμάτια μας που
θα ηχογραφήσουμε σύντομα». Εν αναμονή λοιπόν της νέας τους δουλειάς
έχουμε στη διάθεσή μας ένα υπέροχο άλμπουμ που θα μας κρατήσει σίγουρα
καλή συντροφιά.
Μαρία Γεωργιάδου