Η
αλήθεια είναι πως ποτέ δε μπόρεσα να καταλάβω τη χρησιμότητα ενός
instrumental ζωντανά ηχογραφημένου δίσκου (εξαιρώντας το ανυπέρβλητο
"G3: Live In Concert" του 1997). Ειδικά δε, για τον αμερικάνο βιρτουόζο,
που αισίως έχει φτάσει τα πέντε live album (συμπεριλαμβανομένου και του
"Time Machine")!
Αν
μιλούσαμε για μια τυπική μπάντα, πέντε τέτοιοι δίσκοι μέσα σε μια
καριέρα 26 περίπου χρόνων, δεν είναι πολλοί. Στην περίπτωση όμως του Joe Satriani, θεωρώ πλέον πως πρέπει να υπάρχει κάποιος καλός λόγος για μια ακόμη τέτοιου είδους κυκλοφορία.
Παραδόξως, υπάρχει λόγος ύπαρξης για το “Satchurated- Live In Montreal”,
μιας και στην ουσία του αποτελεί τη μεταφορά της συναυλίας που
πραγματοποιήθηκε στον Καναδά το Δεκέμβριο του 2010 και μαγνητοσκοπήθηκε
προκειμένου να κυκλοφορήσει σε DVD. Και το σημαντικό δεν είναι το DVD
καθεαυτό, αλλά η προβολή αυτής της εμφάνισης σε 3D με ήχο Dolby
surround 7.1! Εν ολίγοις, το διπλό cd που κρατάω στα χέρια μου είναι
ένα συνοδευτικό, άτυπο, soundtrack που σε συνδυασμό με το εν λόγω DVD,
κλείνει πονηρά το μάτι στους απανταχού fan του Satriani.
Εικοσιτρία live κομμάτια (συν δύο bonus) εμπεριέχονται στο “Satchurated”
τα οποία καλύπτουν σχεδόν από ολόκληρη την καριέρα του Satriani.
Συγκεκριμένα, από τα δεκατρία studio album του, τα μόνα που δεν
αντιπροσωπεύονται από κάποιο τραγούδι είναι τα “Joe Satriani”, “Engines
of Creation”, “Strange Beautiful Music” και “Is There Love In Space?”,
ενώ την τιμητική του έχει το “Black Swans and Wormhole Wizards”, στην
περιοδεία του οποίου μαγνητοσκοπήθηκε το όλο εγχείρημα. Για την
ακρίβεια εννέα από τα έντεκα κομμάτια του δίσκου, συμπεριλαμβάνονται
στο “Satchurated”, ενώ τα εναπομείναντα δύο αποτελούν τα bonus track της κυκλοφορίας.
Όσο χορταστικό και εάν είναι πάντως το διπλό αυτό cd, θεωρώ επιτακτική
ανάγκη την απόκτηση και του DVD (κατά προτίμηση σε 3D Blu Ray), για
να είναι ολοκληρωμένο το πακέτο. Ειδάλλως, μπορεί να χρησιμεύσει και
σαν ένα αξιοπρεπέστατο (αλλά όχι απαραίτητα πλήρως ενημερωμένο) best
of.
Στέφανος Στεφανόπουλος
|
Κυριακή 29 Απριλίου 2012
JOE SATRIANI: “Satchurated- Live In Montreal”
Παρασκευή 27 Απριλίου 2012
WILD FRONTIER: “2012”
Αισίως έφτασαν στο πέμπτο άλμπουμ οι σχετικά άγνωστοι στο ευρύ κοινό, γερμανοί WILD FRONTIER.
Η μπάντα έχει ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και το
όνομα της, το έχει πάρει από το περίφημο άλμπουμ του Gary Moore.
To group αν και δεν έκανε ποτέ το μεγάλο μπαμ είχε δεχτεί στην πορεία
του όλες τις ασθένειες που κτυπούν τέτοιου είδους συγκροτήματα, δηλαδή
αρκετές αλλαγές μελών, σημαντικά διαστήματα αδράνειας και μέτρια
προβολή και υποστήριξη από την εταιρεία τους.
Όμως σε μια περίοδο που κυριαρχούσαν άλλα είδη και το melodic hard rock
το σκίαζε η απαξίωση των “έγκυρων” μέσων ενημέρωσης, οι γερμανοί
επέμεναν και κυκλοφορούσαν αξιόλογα άλμπουμ. Ο ήχος του “2012” μοιάζει
σε μεγάλο βαθμό με εκείνον των Shakra, Shylock, Bonfire, Gotthard με
μπόλικα new rock στοιχεία. Μπορεί το μελωδικό κομμάτι του άλμπουμ να
είναι κυρίαρχο όμως και hard rock πάθος υπάρχει, και πολύ καλά φωνητικά
εντοπίζουμε ενώ και οι συνθέσεις είναι τρομερά δουλεμένες σε επίπεδο
κυρίως ενορχηστρωτικά.
Ξεχωρίζουν ιδιαίτερα τo εξαιρετικό “It’s All Over Now”, “Another Lonely Day Without you” με το υπέροχο ρεφρέν, το “Why Don’t You Save me” με μικρές U2 επιρροές και το καταπληκτικό “Favorite” με τα ουράνια “δεύτερα” φωνητικά παιδικής χορωδίας. Το “Tonight, Tonight, Tonight” ανήκει στην κατηγορία του πιο new rock ήχου που αναφέραμε και παραπάνω ενώ το “Can’t Hear me Calling” ξεκινάει με φοβερά μελωδικά φωνητικά και σε ισοπεδώνει κυριολεκτικά. To “Long Gone” θυμίζει έντονα Green Day και το “Why are the Good Things too Hard to Find” κινείται σε νοσταλγικά μονοπάτια. Για τη διασκευή του “Gimme, Gimme, Gimme” των
ABBA που είναι bonus track στο δίσκο νομίζω ότι δεν έχει κάτι που θα
εντυπωσιάσει τους οπαδούς του είδους. Απλά μία πολύ καλή εκτέλεση που
ίσως κερδίσουν μερικά παραπάνω παιξίματα σε ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι WILD FRONTIER κέρδισαν τις εντυπώσεις με το “2012”
διότι κυκλοφορούν μία τίμια, σύγχρονη και αξιοπρόσεκτη δουλειά που οι
φίλοι του μελωδικού ήχου πρέπει να τσεκάρουν απαραίτητα.
Φώτης Μελέτης
|
ROYAL HUNT: “Heart of the City (Best of 1992-1999)”
Όποιος
έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με το power/prog metal, είναι σχεδόν
σίγουρο, πως θα έχει σκοντάψει πάνω στις δουλειές των Δανών Royal Hunt.
Και όχι κατά τύχη μιας και η μπάντα υπάρχει επάξια 20 χρόνια τώρα,
κάτι που το γιορτάζει μέσω της παρούσας κυκλοφορίας η οποία είναι στην
ουσία η επιλογή 10 κομματιών από τα πέντε πρώτα τους άλμπουμ, τα οποία
θεωρούνται και τα καλύτερα τους!
Μάλιστα η επιστροφή του αρχικού τραγουδιστή D.C.Cooper
στις τάξεις τους, δίνει ακόμη ένα έναυσμα στη μπάντα να προβεί σε αυτή
τη κυκλοφορία, η οποία και λειτουργεί σαν ένα μίνι best of, ή καλύτερα
ένα μέσο γνωριμίας των Royal Hunt προς τους νέους οπαδούς.
Τα “Clown in the Mirror”, “Running Wild”, “Tearing Down the World” και “Sea of Time”,
είναι ένα μικρό δείγμα αυτού του best of, αλλά και του τι έχει
προσφέρει η μπάντα τη δεκαετία που το Power metal ήταν στις δόξες του
(είπαμε 1992-1999!), πριν στενέψει ο χώρος από μπάντες που ήρθαν να
πάρουν μέρος ακάλεστες στο party και τελικώς το καταστρέψουν.
Anyway, υποπτεύομαι ότι η μπάντα μπαίνει σε μια καινούρια εποχή και το γιορτάζει με το “Heart of the City”
και καλά κάνει! Επίσης, στις 28 του Απριλίου, η μπάντα θα δώσει ένα
Live επί Αθηναϊκού εδάφους, οπότε όσοι έχετε τη δισκογραφία τους
ξεσκονίστε τη και όσοι όχι… ιδού η Ρόδος!
Κανακουσάκης Μιχάλης
|
Τρίτη 24 Απριλίου 2012
PINK FLOYD: “Animals”
Τροφή για σκέψη με κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα, θα μπορούσε εύλογα να είναι μα φράση αν ζητούσαν μια σύντομη περιγραφή για το στίχο του. “Ζώα” με μια λέξη. Το “Animals” είναι βγαλμένο από τα σπλάχνα του Roger Waters και πρόκειται για ένα ακόμα δικό του παιδί, βασισμένο όμως στο πολιτικό μύθο της “Φάρμα Των Ζώων” του George Orwell, με τους στίχους του να περιγράφουν ποικίλες κατηγορίες στην κοινωνία, σαν διαφορετικά είδη ζώων. Η θεματολογία του, χωρίζεται σε τρεις τάξεις: τα δεσποτικά και αδίστακτα γουρούνια (Pigs, όπου διασπάται και αυτό με τη σειρά του σε τρία τμήματα Pigs: On The Wings Pt1, Pigs: Three Different Ones και Pigs: On The Wings Pt2), τα μάχιμα σκυλιά (Dogs) και τη τυφλή και άκριτη αγέλη των προβάτων (Sheep). Η νουβέλα επικεντρώνεται στον σταλινισμό, το άλμπουμ είναι μια κριτική του καπιταλισμού, διαφέροντας όμως και πάλι στο ότι τα πρόβατα τελικά ξεσηκώνονται για να εξουδετερώσουν τα σκυλιά. Τα τραγούδια αρχικά, δεν συνδέονταν μεταξύ τους εννοιολογικά και πρόκειται για μία συλλογή κομματιών που εξελίχθηκαν για τις ανάγκες του άλμπουμ. Η έννοια τους, περιγράφει την προφανή κοινωνική και ηθική αποσύνθεση της κοινωνίας, παρομοιάζοντας την ανθρώπινη κατάσταση με εκείνη των απλών ζώων (σύμφωνα και με τον συγγραφέα Glenn Povey). Ο δίσκος, πέραν της κριτικής που ασκεί στη κοινωνία –εξακολουθεί να είναι επίκαιρος και αυτός 37 χρόνια μετά- , αποτελεί εν μέρει και την πληρωμένη απάντηση του rock στο κίνημα του punk (για την εποχή που μιλάμε) το οποίο βρισκόταν τότε σε συνεχή αύξηση δημοτικότητας. Αποτέλεσε μια μηδενιστική δήλωση κατά των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν αλλά και μια αντίδραση στον γενικό εφησυχασμό και την νοσταλγία που φαινόταν να περιβάλλει τη ροκ μουσική, κάνοντας έτσι προφανή στόχο το συγκρότημα για τους punk μουσικούς. Από τα τρία τμήματα του τραγουδιού “Pigs’’, το μόνο άμεσα αναγνωρίσιμο πρόσωπο είναι η Mary Whitehouse (ηθική αγωνίστρια), η οποία περιγράφεται σαν το περήφανο σπίτι του ποντικιού της πόλης (Hey you, Whitehouse, Ha ha charade you are. You house proud town mouse) Το “Sheep'' περιέχει μια τροποποιημένη έκδοση του 23ου Ψαλμού, η οποία συνεχίζει την παράδοση “Ο Κύριος είναι ο ποιμένας μου” με λέξεις όπως “με κάνει να κρεμαστώ από άγκιστρο σε ψηλούς τόπους και με μετατρέπει σε αρνίσια παϊδάκια” (He maketh me, to hang on hook, in high places. He converteth me to lamb cutlets). Προς το τέλος του κομματιού τα επώνυμα πρόβατα ξεσηκώνονται και σκοτώνουν τα σκυλιά αλλά αργότερα όμως, συνταξιοδοτούνται πάλι πίσω στα σπίτια τους. Το άλμπουμ ολοκληρώνεται θεματικά, με το δεύτερο μέρος του “Pigs On The Wings”, ένα απλό τραγούδι αγάπης με το οποίο προσφέρεται μια αχτίδα ελπίδας, παρά την οργή που εκφράζεται στα τρία άλλα τραγούδια του album (το Pigs On The Wings θεωρείται ως ένα κομμάτι). Τα δύο μέρη του κομματιού αυτού, είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τη σχέση του ιθύνον νου (Roger Waters) με την τότε κοπέλα του. Το “Animals” ηχογραφήθηκε στο Britania Row το 1976 (Απρίλη με Δεκέμβριο) και συνεχίστηκε μέχρι και τις πρώτες ημέρες του 1977, με τον Brian Humphries να αναλαμβάνει τη παραγωγή (συνεργάτης των Pink Floyd από προηγούμενες δουλειές τους). Τα κομμάτια “Raving And Drooling” και “Gotta Be Crazy”, τα οποία είχαν πρωτοπαρουσιαστεί ζωντανά στις εμφανίσεις τους, για τις ανάγκες της περιοδείας του δίσκου “Wish You Were Here”, επεξεργάστηκαν εκ νέου από τον Roger Waters και παρουσιάζονται εδώ πλέον, κάτω από τους τίτλους Sheep και Dog αντίστοιχα και διαχωρίζονται στο άλμπουμ από τα τρία μέρη του Pigs. Όλα τα κομμάτια με εξαίρεση του Dogs (μουσική Waters / Gilmour), γράφτηκαν από τον Roger Waters όπως και όλοι οι στίχοι του. Το “Pigs On The Wings” χωρίστηκε στα δύο, και αυτό διότι τα δικαιώματα, παρέχονται με βάση ανά-τραγούδι. Ο Roger Waters, έλαβε περισσότερα από τον Dave Gilmour, παρά του ότι το “Dogs” καταλαμβάνει σχεδόν ολόκληρο το πρώτο μέρος του δίσκου. Το τραγούδι περιέχει αναφορές και στη ιδιωτική ζωή του Roger Waters, όπως για παράδειγμα στον νέο (τότε) ρομαντικό έρωτά του με την Carolyne Anne Christie. Ο Gilmour ήταν έξαλλος, από τη γέννηση του πρώτου παιδιού του και δεν συνέβαλε τίποτε άλλο στο “Animals”. Το ίδιο έγινε και με τους Ritchard Wright και Nick Mason, όπου έγινε και ο πρώτος δίσκος των Pink Floyd, με μηδενική συμβολή του. Για τις ανάγκες της περιοδείας μελλοντικά, η μπάντα είχε συζητήσει να προσλάβει έναν δεύτερο κιθαρίστα και βρήκαν βοήθεια στο πρόσωπο του Snowy White, όπου καλέστηκε και στο studio. Όταν λοιπόν ο Waters και ο Mason διέγραψαν κατά λάθος ένα από τα ολοκληρωμένα κιθαριστικά σόλο του Gilmour, ο White κλήθηκε να ηχογραφήσει ένα σόλο για το “Pigs On The Wings”. Αν και η απόδοσή του είχε παραληφθεί από την κυκλοφορία του βινυλίου, περιλήφθηκε στην 8 ιντσών κασέτα. Το εξώφυλλο του “Animals”, ανατέθηκε στην Hipgnosis, η οποία είχε σχεδιάσει τα προηγούμενα εξώφυλλα των album της μπάντας. Τους προσφέρθηκαν αρχικά, τρεις ιδέες, με μία εκ των οποίων να έχει ένα μικρό παιδί που μπαίνει στο υπνοδωμάτιο των γονιών του και τους βρίσκει να κάνουν σεξ δηλαδή να “συνουσιάζονται σαν τα ζώα”. Παρόλες αυτές τις ιδέες όμως, το τελικό εγχείρημα, ασυνήθιστα, σχεδιάστηκε από τον Roger Waters. Εκείνη την εποχή ζούσε κοντά στο Clapham Common, και οδηγούσε τακτικά από το παρελθόν, στο Battersea Power Station (σταθμός παραγωγής ηλεκτρικού), το οποίο από τότε φαινόταν πως πλησίαζε στο τέλος της ωφέλιμης ζωής του. Η θέαση του κτιρίου επιλέχθηκε για να καλύψει τη κεντρική εικόνα, και οι Pink Floyd ανέθεσαν στη γερμανική εταιρεία Ballon Fabrik (που είχε κατασκευάσει προηγουμένως τα αερόπλοια των Led Zeppelin) και στον Αυστραλό καλλιτέχνη Jeffrey Shaw να κατασκευάσουνε ένα μπαλόνι – γουρούνι, 30 ποδιών (9,10 μέτρα), το οποίο βάφτισαν αργότερα Algie. Το μπαλόνι ήταν φουσκωμένο με ήλιο και με ικανότητες να ελίσσεται, έτσι, για τις ανάγκες της μαγνητοσκόπησης, στις 2 Δεκεμβρίου, προσέλαβαν έναν εκπαιδευμένο σκοπευτή έτοιμο να πυροβολήσει σε περίπτωση που διέφυγε. Δυστυχώς όμως, οι κακές καιρικές συνθήκες καθυστέρησαν τις εργασίες, και ο διευθυντής του συγκροτήματος Steve O'Rourke παρέλειψε να ξανακαλέσει το σκοπευτή, για δεύτερη ημέρα και το μπαλόνι έσπασε χωρίς να αγκυροβολήσει και εξαφανίστηκε από μπροστά τους. Τελικά προσγειώθηκε στη περιοχή Kent και βρέθηκε από έναν τοπικό αγρότη, ο οποίος ήταν προφανώς οργισμένος, με το σκεπτικό ότι είχε τρομάξει τις αγελάδες του. Το μπαλόνι ανακτήθηκε και η μαγνητοσκόπηση συνεχίστηκε για τρίτη ημέρα, αλλά οι πρώτες φωτογραφίες του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θεωρήθηκαν ως καλύτερες, οπότε, παρέμειναν έτσι και η εικόνα του γουρουνιού, προστέθηκε αργότερα σε μία από αυτές. Το θέμα του άλμπουμ, συνεχίζεται και πάνω στο βινύλιο και στις ένθετες εικόνες της συσκευασίας. Στη πρώτη πλευρά του δίσκου, επάνω στην ετικέτα, εμφανίζεται ένα απόσπασμα τραβηγμένο από κατοπτρικό φακό, με ένα σκύλο να βρίσκεται στην Αγγλική εξοχή. Η δεύτερη πλευρά, περιλαμβάνει ένα γουρούνι και ένα πρόβατο, ρυθμισμένα ακριβώς στην ίδια θέση. Ο χειρόγραφος χαρακτήρας του ντράμερ της μπάντας Nick Mason, χρησιμοποιήθηκε ως τον τύπο γραφής της κυκλοφορίας, σε ολόκληρη τη συσκευασία. Το κεντρικό πλαίσιο του στο άνοιγμα, χαρακτηρίζεται από μονόχρωμες φωτογραφίες που δηλώνουν την εμφανή εγκατάλειψη, γύρω από το σταθμό ηλεκτροπαραγωγής. Το “Animals”, είδε τα φώτα τις δημοσιότητας, μέσω των Harvest Records (Αγγλία) και Columbia Records (Αμερική), όταν αναρτήθηκε στα ράφια των δισκοπωλείων στις 23 Ιανουαρίου 1977 στην Αγγλία και στις 12 Φεβρουαρίου στην Αμερική, κατακλύζοντας έτσι τη δεύτερη θέση και την εικοστή έβδομη στα charts αντίστοιχα. Επανακυκλοφόρησε σε cd το 1985 και στην Αμερική το 1987, σε ψηφιακό remaster cd και με νέο artwork, πάλι, το 1994. Ακολούθησε άλλη μια επανακυκλοφορία του, σε περιορισμένο βινύλιο αυτή τη φορά, το 1997 και μία άλλη εορταστική έκδοση του στην Αμερική την ίδια χρονιά, όπως και το 2000 ξανά, μέσω της Capitol Records. Συμπεριλήφθηκε στα box – set “Shine On’’ όπως και στο περιορισμένης κυκλοφορίας “Oh, By The Way”. Ένα καταπληκτικό άλμπουμ που ακόμα και σήμερα παραμένει επίκαιρο, ντυμένο με τα Progressive rock στοιχεία που χαρακτήρισαν το γνώριμο ήχο των Pink Floyd ανά τα χρόνια και που μαζί με τα “Darkside Of The Moon” και “The Wall”, αποτελεί το δισκοπότηρο της δικής τους Αγίας Τριάδας για τον σκεπτόμενο άνθρωπο. Εξακολουθώ να πιστεύω πως τόσο οι δύο αυτοί δίσκοι, όσο και τούτος, εάν έβρισκαν θέση σε κάθε σπίτι, σε κάθε γωνιά του πλανήτη, ανεξάρτητα από τι είδους μουσική ακούει ο καθένας, ο κόσμος που ζούμε σήμερα, θα ήταν πολύ καλύτερος. Tracklist: 1. Pigs (On The Wings, Part 1) 2. Dogs 3. Pigs (Three Different Ones) 4. Sheep 5. Pigs (On The Wings, Part 2) ΜΕΛΗ: Dave Gilmour: κιθάρα, μπάσο, talk – box, συνθεσάιζερ, δεύτερα φωνητικά και πρώτη φωνή στο πρώτο μισό του ‘’Dogs’’ Roger Waters: μπάσο, φωνητικά σε όλα τα κομμάτια, δεύτερα φωνητικά, ακουστική και ρυθμική κιθάρα Richarg Wright: ηλεκτρικό πιάνο, hammond, πιάνο, συνθεσάιζερ και δεύτερα φωνητικά Nick Mason: τύμπανα και κρουστά Snowy White: πρόσθετη κιθάρα στο “Pigs On The Wings” Γιώργος Βαλιμίτης |
KLAUS LULEY: “Today’s Tomorrow”
O Klaus Luley για τους μυημένους του melodic hard rock είναι μία μεγάλη φωνή. Η διαδρομή του ξεκινά από τη δεκαετία του '80 με τους ΤΟΚΥΟ και στη συνέχεια κάνει μία μικρή εμπορική επιτυχία με τους εξαιρετικούς CRAAFT. To νέο σόλο άλμπουμ του τιτλοφορείται “Today’s Tomorrow” και φλερτάρει έντονα με ήχους που παραπέμπουν σε Εurope, Scorpions, Bonfire αλλά και σε συνθέτες όπως ο Desmond Child. Ποτισμένες μελωδίες μέχρι το κόκκαλο, εμπλουτισμένες με εκπληκτικές hard rock κιθάρες και έξυπνα δομημένα πλήκτρα. Σχεδόν όλα τα ρεφρέν ακούγονται ως μικρές επιτυχίες αφού ο Klaus Luley έχει φροντίσει με μαεστρικό τρόπο να συνδυάσει την έμπνευση με το πάθος μιας και φωνή του παραμένει πεντακάθαρη βροντερή και προπάντων μελωδική με τεράστιο εύρος ερμηνείας. Τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι τα “Can’t Live Without You” που ξεκινά και αντιγράφει το κλασικό ρυθμό του, “That’s All” των Genesis. Πανέμορφο είναι το δυναμικό “Slippin Away” και η φανταστική μπαλάντα “Living in the Night”. Το περήφανο “Here in My Arms” δημιουργεί ανατριχίλες και το μελωδικότατο “Take me Today” ξυπνά ευχάριστα μνήμες περασμένων δεκαετιών. Φυσικά η μνημειώδες επανεκτέλεση του all time classic, “Tokyo” είναι όλα τα λεφτά. Οι μουσικοί που τον συνοδεύουν είναι οι Chris Elbers (drums) και o Matthias Rethmann στο μπάσο. Συνολικά μιλάμε για μία από τις κορυφαίες κυκλοφορίες της φετινής χρονιάς και όσοι λατρεύετε εκείνους που πραγματικά ερμηνεύουν και δεν ουρλιάζουν τότε ο Klaus Luley είναι μία σπέσιαλ επιλογή! Φώτης Μελέτης |
Κυριακή 22 Απριλίου 2012
CRYSTAL VIPER: “Crimen Excepta”
Ναι. Υπάρχουν από το 2003 αλλά εγώ δε τους ήξερα.. όπως και ντροπή μου δηλαδή, αλλά δεν ήξερα πως έχουν συνεργαστεί με του "θεούς" Virgin Steele διασκευάζοντας το "Blood and Gasoline" το οποίο υπάρχει στο cd της μπάντας "The Last Axeman"! Με όλα και μ’ όλα αυτά, αποτέλεσμα φυσικά ήταν να αναθεωρήσω και να ξεκινήσω τελικά αλλιώς το πρόλογο μου για τη παρουσίαση του “Crimen Excepta”, πέμπτου δίσκου της μπάντας από την Ολλανδία. Όχι πως θα τους έθαβα, μιας και το άλμπουμ τους τα σπάει, μα μετά από τους “Battle Beast” και “Nightqueen”, άρχιζα να φοβάμαι τη λέξη.. μόδα, κάτι που θα με ανάγκαζε να ξεκινήσω αυτή τη παρουσίαση γρυλίζοντας! Θα μου την έσπαγε εντελώς αν τελικά συνέβαινε (πάλι) κάτι τέτοιο, σας το λέω! Το “Crimen Excepta” λοιπόν, είναι ένα πολύ καλό δείγμα heavy/power metal, με αρκετά στοιχεία από αρκετές γνωστές μπάντες (like Maiden ας πούμε), επικότατες στιγμές, ωραίες μελωδίες (άκου το ομώνυμο!) και μια αγρία μα απολύτως ταιριαστή με το αποτέλεσμα φωνή, αυτή της Marta Gabriel. Το άλμπουμ είναι concept κι έχει να κάνει με “πρωτότυπα πράγματα”, όπως μάγισσες, τέρατα και λοιπά επικά θεματάκια, τα οποία προσωπικά δε με χάλασαν καθόλου και ίσα ίσα πιστεύω πως τελικά έδωσαν περισσότερη ταυτότητα στο δίσκο, στον οποίο κι έχει αναλάβει τη παραγωγή του ο Bart Gabriel, γνωστός κι από άλλες δουλειές του με Virgin Steele, Sacred Steel, Sabbat κ.α. Με τη παρουσία τους επίσης “ανεβάζουν” όλο το εγχείρημα ακόμη περισσότερο οι κύριοι David Bower (Hell) και Piotr “Peter” Wiwczarek (Vader), όπου ο μεν πρώτος συμμετέχει στο ομώνυμο κομμάτι του δίσκου κι ο δεύτερος διασκευάζει τον.. εαυτό του, με το κομμάτι “Tyrani Piekiel”! Βέβαια αυτά στη limited edition έκδοση του Cd, να μη ξεχνιόμαστε. Επίσης στο δίσκο θ’ ακούσετε το “Ghosts of Sherwood” το οποίο είναι μια διασκευή στο soundtrack της ταινίας “Robin Hood”!! Σε γενικές γραμμές το “Crimen Excepta” με άφησε ικανοποιημένο, μιας και περιέχει αρκετά καλά και δυνατά κομμάτια, που δε νομίζω να μη κεντρίσουν το ενδιαφέρον σας κι ευτυχώς δεν αντιγράφουν κανένα. Για την ώρα… Μιχάλης Κανακουσάκης |
Πέμπτη 19 Απριλίου 2012
CRAZY LIXX: "Riot Avenue"
Τελικά, αυτοί οι Σουηδοί έχουν βαλθεί να μας τρελάνουν τα τελευταία χρόνια με τις τόσο καλές κυκλοφορίες είτε αυτές ανήκουν στο AOR, Melodic Metal, Hard Rock είτε στο Sleaze Heavy Rock, όπως οι Crazy Lixx. To "Riot Avenue" είναι το τρίτο άλμπουμ των Σουηδών από το Malmö μετά από το ντεμπούτο τους, "Loud Minority" το 2007 και το φανταστικό "New Religion" το 2009. Για όποιον δεν τους γνωρίζει, οι Crazy Lixx θεωρούνται ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα, και πιο ελπιδοφόρα, στο είδος τους και με σαφείς επιρροές από μπάντες, όπως οι Motley Crue, Skid Row, Guns N Roses και Buckcherry. Προσωπικά θεωρώ ως κορυφαία στιγμή της μπάντας το προηγούμενο τους άλμπουμ, "New Religion" το οποίο περιείχε τέσσερις-πέντε εκπληκτικές συνθέσεις πράγμα που στο ντεμπούτο τους ήταν σε μικρότερο αριθμό. Ενώ οι τύποι ξέρουν να παίζουν και αυτό φαίνεται στη μουσική τους, τους λείπουν τα “μεγάλα” και πιασάρικα ρεφραίν που θα σε κάνουν να τα σιγοτραγουδάς για μέρες. Τέλος πάντων, η ουσία είναι πως με τους Crazy Lixx οι απαιτήσεις από τους οπαδούς τους και γενικότερα από τους οπαδούς της The New Wave of Swedish Sleaze σκηνής (Babylon Bombs, Crashdiet, Vains Of Jenna και Hardcore Superstar) είναι αυξημένες! Το τραγούδι που ανοίγει το άλμπουμ, "Whiskey Tango Foxtrot" είναι αρκετά καλό και με αρκετή δόση από sleaze αλλά δεν είναι ΤΟ τραγούδι που θα σε κολλήσει στον τοίχο με το πρώτο άκουσμα! Πιο heavy ρυθμοί στο "Young Blood" και φτάνουμε στο ομώνυμο τραγουδι "Riot Avenue" με το εκπληκτικό ρεφραίν και τις δυνατές ενορχηστρώσεις σε μία από τις κορυφαίες στιγμές του νέου δίσκου! Κλασσικό 80'ς sleaze heavy rock είναι το επόμενο "Fire It Up" για να συνεχίσουμε στο ίδιο τέμπο με τα "Downtown", το εκπληκτικό "In The Night" και το ποζεράδικο "Church Of Rock". Από τα επόμενα τραγούδια, θα σταθώ στο "Be Gone" που αποτελεί ένα απο τα highlights του "Riot Avenue". Ένα πραγματικά πολύ καλό άλμπουμ από τους Crazy Lixx στην τρίτη τους απόπειρα! Δυνατές ερμηνείες, πολύ καλή κιθαριστική δουλειά, πιασάρικα τραγούδια αλλά με ένα μειονέκτημα; το rhythm section της μπάντας ακούγεται κάπως “χαλαρό” και όχι τόσο σφιχτοδεμένο όπως στο αξεπέραστο "New Religion". Βασίλης Χασιρτζόγλου |
Τετάρτη 18 Απριλίου 2012
TRIXTER: "New Audio Machine"
Οι TRIXTER δημιουργήθηκαν στο Paramus του New Jersey το 1983 και τα πρώτα τους βήματα τα έκαναν παίζοντας ζωντανά σε μικρά κλαμπάκια γύρω από την πατρίδα τους με άγνωστες μπάντες τότε όπως οι Skid Row και KIX. Το μεγάλο βήμα στη καριέρα τους έγινε το 1990 με το ντεμπούτο ομότιτλο άλμπουμ τους. Κατάφεραν να υπογράψουν στην μεγάλη τότε Mechanic/MCA, είχαν δύο μεγάλες επιτυχίες και συγχρόνως #1 στα charts και τελικά το "Trixter" έγινε χρυσό άλμπουμ! Καθόλου άσχημα για τους νεαρούς Trixter! Το συγκρότημα περιόδευσε σε εθνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια 1990-91 με μεγάλες μπάντες της εποχής όπως οι Scorpions, Warrant και οι Poison. Το δεύτερο άλμπουμ τους με τον έξυπνο τίτλο "Hear" δεν άργησε και έτσι τον Οκτώβριο του 1992 κυκλοφόρησε και οι Trixter βγήκαν σε περιοδεία με τους KISS. Δυστυχώς, η αλλαγή των μουσικών δρώμενων (βλέπε grunge κτλ) κατέστησε αδύνατο για το συγκρότημα να συνεχίσει να βγάζει άλλους δίσκους και μετά την κυκλοφορία ενός άλμπουμ με διασκευές η μπάντα εγκαταλείπει το 1995. Έτσι, λοιπόν, η μπάντα επανασυνδέθηκε το 2007 και έκτοτε βρίσκεται στον δρόμο σε διάφορες συναυλίες με αποκορύφωμα τη συμμετοχή τους στο Rocklahoma festival το 2008. Μέσα σε αυτά τα τελευταία χρόνια δραστηριότητας, το συγκρότημα αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και να κυκλοφορήσει καινούριο άλμπουμ. Νέα τραγούδια αλλά με την βασική προϋπόθεση ο ήχος του να είναι αυτό που θέλουν οι οπαδοί τους! Δυνατές ενορχηστρώσεις, πιασάρικα ρεφραίν και δυνατή κιθαριστική δουλειά! Σε αυτό το σημείο πρέπει να ειπωθεί πως στο νέο τους άλμπουμ έχουν και τη πολύτιμη βοήθεια στο συγγραφικό κομμάτι ονομάτων όπως οι Glen Burtnik (STYX) και Snake Sabo, Rachel Bolan των “μεγάλων” SKID ROW. Το "New Audio Machine" ξεκινάει με ένα τυπικό Αμερικάνικο Trixter κομμάτι, το "Drag Me Down". Έξυπνες ενορχηστρώσεις, φανταστική κιθαριστική δουλειά και γενικά όλα στο συγκεκριμένο κομμάτι φαίνονται τέλεια και μας προετοιμάζουν για την συνέχεια! Το επόμενο, "Get On It", είναι απο τα τραγούδια που σου μένουν στο μυαλό από το πρώτο άκουσμα και σε κάνουν να πατάς το repeat button συνέχεια! Εκπληκτικό τραγούδι!! Στα "Dirty Love" και "Machine" έχουμε δυο καθαρά heavy rock διαμάντια που θα μπορούσαν κάλλιστα να βρίσκονται σε οποιοδήποτε από τα δύο πρώτα άλμπουμ του συγκροτήματος. Στο "Live For The Day" έχουμε την πρώτη ήρεμη στιγμή του άλμπουμ. Ωραία μελωδία και πολύ καλές ερμηνείες σε αυτό το υπέροχο τραγούδι. Στο "Ride" rockάρουν ξανά χωρίς όμως να αποτελεί κάτι το αξιομνημόνευτο και το "Physical Attraction" αποτελεί το πρώτο filler του "New Audio Machine". Από τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ, όλα κινούνται στα ίδια λίγο-πολύ υψηλά επίπεδα με κορυφαία στιγμή το "Walk With A Stranger". Μια από τις ευχάριστες εκπλήξεις του 2012 αποτελεί το "New Audio Machine" των Trixter. Δεν χωράει καμία αμφιβολία γι'αυτό! Οι τύποι κατόρθωσαν και “έβαλαν” μέσα σε αυτό το άλμπουμ όλη την μαγεία των 80'ς, αρχές 90'ς, με έναν σαφώς νέο αέρα και το αποτέλεσμα είναι αυτή εδώ η κυκλοφορία που θα συναρπάσει κάθε οπαδό τους! Από τα καλύτερα άλμπουμ μέχρι τώρα και σίγουρα διεκδικούν μία θέση ανάμεσα στα πρώτα δέκα καλύτερα της φετινής χρονιάς! Βασίλης Χασιρτζόγλου |
Tο νέο τραγούδι του Arjen Lucassen
Κυκλοφορεί στις 23 Απριλίου το καινούργιο άλμπουμ του
Ολλανδού καλλιτέχνη Arjen Lucassen που θα τιτλοφορείται "Lost In The New Real". Στο http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=zHNaw_hkEeU#!
μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το ομότιτλο νέο του, τραγούδι.
Ολλανδού καλλιτέχνη Arjen Lucassen που θα τιτλοφορείται "Lost In The New Real". Στο http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=zHNaw_hkEeU#!
μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το ομότιτλο νέο του, τραγούδι.
CD1:
01. The New Real
02. Pink Beatles In A Purple Zeppelin
03. Parental Procreation Permit
04. When I'm A Hundred Sixty-Four
05. E-Police
06. Don't Switch Me Off
07. Dr Slumber's Eternity Home
08. Yellowstone Memorial Day
09. Where Pigs Fly
10. Lost In The New Real
* Bonus CD-ROM section: "Behind The New Real"
CD 2:
01. Our Imperfect Race
02. Welcome To The Machine (PINK FLOYD cover)
03. So Is There No God?
04. Veteran Of The Psychic Wars (BLUE ÖYSTER CULT cover)
05. The Social Recluse
06. Battle Of Evermore (LED ZEPPELIN Cover)
07. The Space Hotel
08. Some Other Time (ALAN PARSONS PROJECT cover)
09. You Have Entered The Reality Zone
10. I'm The Slime (FRANK ZAPPA cover)
* Bonus CD-ROM section: "The Artwork"Δευτέρα 16 Απριλίου 2012
TYKETTO: "Dig In Deep"
Το να επανέρχεσαι μετά από δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια με καινούριο άλμπουμ και μάλιστα έχοντας κυκλοφορήσει άλμπουμ σαν τα "Don't Come Easy" και "Strength In Numbers", δεν είναι εύκολη υπόθεση! "Dig In Deep" ονομάζεται το νέο πόνημα των Αμερικανών Tyketto, το οποίο σηματοδοτεί μια καινούρια αρχή για τον Danny Vaughn και την παρέα του. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια, και έπειτα από πολλές συναυλίες ανά την υφήλιο, και μετά από γενική απαίτηση των οπαδών του συγκροτήματος, έφτασε ο καιρός γι' αυτή τη μεγάλη μπάντα να κυκλοφορήσει κάτι νέο και να τους ξαναβάλει στο χάρτη των μουσικών δρώμενων του μελωδικού ήχου. Έτσι, λοιπόν, τα τέσσερα αρχικά μέλη των Tyketto συμφώνησαν να καθίσουν και να γράψουν νέο υλικό αλλά με κάποιους όρους! Και ποιοί ήταν αυτοί οι όροι; Πρώτον, τα νέα τραγούδια να γραφτούν από το κορμό της μπάντας (Danny Vaughn, Brooke St. James, and Michael Arbeeny Clayton). Δεύτερον, η μουσική να ανταποκρίνεται στα θέλω των οπαδών τους και να έχουν τις ρίζες τους στον ήχο των δυο κλασσικών άλμπουμ του συγκροτήματος και τρίτον και κυριότερο, ο δίσκος να ροκάρει! Το “γράψιμο” του "Dig In Deep" ξεκίνησε το 2009 και όταν ο Danny Vaughn μου ανακοίνωσε, στην συνέντευξη που μου είχε δώσει, ότι κάποια στιγμή θα είναι έτοιμο για κυκλοφορία με χαροποίησε ιδιαίτερα. Οι Tyketto αποτελούν ένα από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα και το "Don't Come Easy" ένα από τα κλασσικά άλμπουμ της δισκοθήκης μου. Η αλήθεια είναι πως το "Dig In Deep" πέρασε από χίλια κύματα μέχρι να κυκλοφορήσει αλλά τελικά μετά από τόσα χρόνια αναμονής είναι έτοιμο να αποζημιώσει όλους τους οπαδούς των Tyketto για τα τόσα χρόνια αναμονής! Το "Dig In Deep" ξεκινάει δυναμικά με το "Faithless". Αυτοί είναι οι Tyketto του σήμερα! Δυνατές κιθάρες, παθιασμένα φωνητικά από τον Danny Vaughn με ένα πιο “μοντέρνο” hard rock ήχο αλλά με όλα τα κλασσικά στοιχεία της μπάντας να βρίσκονται εδώ σε πλήρη αρμονία. To "Love To Love" φέρνει στις μνήμες κάτι από "Strength In Numbers" ενώ το "Here's Hoping It Hurts" κινείται στους ίδιους ρυθμούς με μια πιο up-tempo διάθεση. Στο "Battle Lines" έχουμε ακόμη ένα κλασσικό Tyketto τραγούδι. Φανταστικό mid-tempo τραγούδι με την φωνή του Vaughn καλύτερη από ποτέ! Πιο hard rock ρυθμοί στο "The Fight Left In Me" και στη συνέχεια πάμε σε ένα από τα κορυφαία τραγούδια του άλμπουμ στο φανταστικό "Evaporate". Από τα πιο εμπορικά κομμάτια της συγκεκριμένης κυκλοφορίας με ένα πιασάρικο ρεφραίν που σου κολλάει στο μυαλό και ένα τραγούδι που θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται σε κάποια σόλο κυκλοφορία του Danny Vaughn. To "Monday" είναι αρκετά καλό με ωραίες ενορχηστρώσεις και το "Dig In Deep" αποτελεί μια από τις κορυφαίες συνθέσεις του άλμπουμ. Τα "Sound Off" και "Left This One Slide" θα μπορούσαν κάλλιστα να βρίσκονται στο "Don't Come Easy". Φανταστικό comeback από τους Tyketto; Ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του 2012; Προσωπικά απαντώ ναι και στα δύο ερωτήματα. Το σημαντικότερο είναι πως οι Τyketto επέστρεψαν με ένα καταπληκτικό άλμπουμ που θα ικανοποιήσει όλους τους οπαδούς της μπάντας καθώς και κάθε fan του melodic hard rock/ heavy AOR ήχου. Βασίλης Χασιρτζόγλου |
Πέμπτη 12 Απριλίου 2012
OMEN: “Into the Arena”
Είναι από τις περιορισμένες φορές πράγματι, που ότι και να γράψω, ότι και να αναφέρω, θα είναι λίγο, ελάχιστο, τίποτα! Omen! Μια μπάντα που μαζί με τους Helloween, Helstar, Cirith Ungol και τέλος πάντων τόσες άλλες μπάντες που μπορούν να συμπληρώσουν άνετα μια ατελείωτη λίστα, έδωσαν μορφή σε αυτό που ονομάζουμε Power Metal! To “Battle Cry” είναι ο δίσκος (οκ μαζί με το “Warning of Danger”), που σ’ αρέσει δε σ’ αρέσει το είδος, το έχεις ακούσει και σε έχει πωρώσει αυτόματα! Δεν αναφέρομαι καθόλου στους ακροατές της επικής πλευράς του metal, μιας και είναι βέβαιο ότι προσκυνούν τη μπάντα, ή αν όχι τη μπάντα, τους δυο πρώτους δίσκους σίγουρα! Κατά όχι και τόσο περίεργο τρόπο, οι epic fan σαν και του λόγου μου, έχουμε ένα κλικ παραπάνω τρέλα με το θέμα της σπανιότητας ενός δίσκου, βινυλίου και μη, κάνοντας τη παρούσα δουλειά η οποία θα κυκλοφορήσει μόνο σε 500 κόπιες, ένα προσωπικό quest! Τι είναι όμως το “Into the Arena” και γιατί θα πρέπει να κόψουμε το λαιμό μας με δάυτο, πέρα από τη σπανιότητα αυτού; Έξι Live κομμάτια από τη συναυλία των Omen το 1985 στο San Antonio, 4 “lost demo version” τραγούδια από το “Warning of Danger” εξαιρετικά σπάνιας εκτέλεσης, συν τριών κομματιών επίσης δοσμένων διαφορετικά, εκ των οποίoν το ένα Instrumental! Αυτό είναι! Φυσικά στο cd περιλαμβάνεται booklet (βιβλιαράκι) 16 σελίδων με πολλές φωτό και σχόλια! Το “Into the Arena” κυκλοφορεί λίγο πριν το “Hammer Damage” βγει στα ράφια των δισκοπωλείων, τη νέα δουλειά των Omen δηλαδή και κατά τη γνώμη μου λειτουργεί ως προθέρμανση, όπως κι επιπλέον συμφωνώντας με τη μπάντα σε αυτό, ως ένας μικρός φόρος τιμής προς τον εκλιπόντα τραγουδιστή τους J.D Kimpall! Συμπερασματικά θα πω αυτό: “το Quest ξεκίνησε”! Battle Cry or Die!! Μιχάλης Κανακουσάκης |
Τετάρτη 11 Απριλίου 2012
EUROPE: “Bag of Bones”
Ούτε ο πιο αισιόδοξος οπαδός τους δεν θα περίμενε, ότι οι Σουηδοί superstars του hard rock μετά από 12 χρόνια σιωπής το 2004 θα επέστρεφαν στα μουσικά δρώμενα και θα κατάφερναν μέσα από συνεχή δουλειά, υπομονή, επιμονή και φυσικά το αναμφισβήτητο ταλέντο τους να χτίσουν εκ νέου το όνομα "Europe" και μάλιστα σε ακόμα πιο στέρεες βάσεις σε σχέση με τα ένδοξα 80s. Τα heavy και πειραματικά, αλλά αντάξια της ποιότητας τους “Start From The Dark” (2004) και “Secret Society” (2006), διαδέχτηκε το καθοριστικό “Last Look At Εden” (2009) το οποίο τους επανέφερε στην αφρόκρεμα (εμπορικά) της hard rock σκηνής. Απρίλιος του 2012 και οι Europe κυκλοφορούν το ένατο άλμπουμ της καριέρας τους και τέταρτο (!) μετά την επανένωση τους, υπό τον έξυπνο τίτλο “Bag Οf Bones”. Αν υπάρχει κάτι για το οποίο δεν μπορείς με τίποτα να κατηγορήσεις τους Σουηδούς είναι για επανάληψη του εαυτού τους. Έχουν κυκλοφορήσει 9 άλμπουμ, τα οποία είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους και συνθετικά και ηχητικά. Το ίδιο συμβαίνει και με το “Bag Οf Bones”… Οι επιρροές των Europe είναι κλασικές και πασίγνωστες… Led Zeppelin, Deep Purple, Thin Lizzy, Rainbow, Whitesnake… Μόνο που αυτή τη φορά είναι πιο έντονες από ποτέ! Διαισθάνομαι ότι οι Σουηδοί θέλουν να συστήσουν στη νέα γενιά οπαδών τους την καλύτερη δεκαετία της μουσικής. Τα αθάνατα 70s είναι εδώ. Άλλωστε όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας, “η γριά κότα έχει το ζουμί” και όπως συμπληρώνω εγώ, ο “γέρος κόκορας” ακόμα περισσότερο. Riches to Rags: Πολύ δυνατό ξεκίνημα για το cd… Heavy, funky, uptempo, πολλά υποσχόμενο solo, με φωνητικά Tempest ένα κλικ πιο ψηλά σε σχέση με τις ερμηνείες του στη μετα- reunion εποχή. Πολύ όμορφο riff, θα το προτιμούσα ακόμα πιο βαρύ, για να μας θυμίζει τις μνημειώδεις heavy στιγμές του “Secret Society”… Not Supposed to Sing the Blues: Πιο mid tempo τραγούδι, με σπουδαία rhythm section, κοφτά riff, ανατολίτικα περάσματα, δύο solo, πολύ καλά φωνητικά, blues ατμόσφαιρα κι ένα ρεφραίν που θα μπορούσε να ήταν πιο πιασάρικο, αν στη μίξη τα backing vocals ήταν πιο μπροστά. Πολύ καλό κομμάτι, αλλά σαν πρώτο single υποδεέστερο σε σχέση με το “Last Look At Εden”, το οποίο είχε εντυπωσιάσει και τους πλέον απαιτητικούς… Firebox: Τα ανάμικτα συναισθήματα του ξεκινήματος του cd, διαδέχεται το πρώτο ΩΧ! ΚΟΜΜΑΤΑΡΑ… Industrial εισαγωγή, εκπληκτικό rhythm section, επικά keyboards, φωνητικά που σε καθηλώνουν, ανατολίτικο πέρασμα, με σιτάρ (!) πριν το σόλο, εξαιρετικό σόλο, πολύ όμορφες δεύτερες φωνές που θυμίζουν τους παλιούς Europe που όλοι αγαπήσαμε “να αγαπάμε και να μισούμε”… Και όλα αυτά μέσα σε 3,5 λεπτά! Αν πρέπει οπωσδήποτε να του βάλω ταμπέλα θα έγραφα Prog/Epic/AOR meets Led Zeppelin! Bag of Bones: Αρχίζουν να γυρίζουν τούμπα οι εντυπώσεις για τα καλά. Δεύτερη συνεχόμενη ΚΟΜΜΑΤΑΡΑ. Φέρει επάξια τον τίτλο του ομώνυμου! Υπέροχη ακουστική εισαγωγή με εκπληκτικά φωνητικά από τον Tempest. Ακολουθεί “κλασικοροκάδικο” ξέσπασμα, το οποίο είναι αρκούντως κολλητικό για να γίνει το κομμάτι κλασικό… Μετά ξανά ακουστικό, μετά ξανά hard rock και όπως λέει ο “Έλληνας ποιητής”, δεν περιγράφω άλλο… Πολύ μεγάλο κομμάτι… Α, ξέχασα… Slide κιθάρα από τον blues rock ήρωα των ημερών μας, Joe Bonamassa! Requiem: 30 δευτερόλεπτα φτάνουν για να ταξιδέψεις κάπου; Μερικές φορές ΝΑΙ… Το “Requiem” μας ταξιδεύει κάπου απροσδιόριστα και μας αρέσει πολύ… My Woman My Friend: Εδώ κορυφώνεται το όλο θέμα. Μια επική, στομφώδης και θριαμβευτική power ballad, η οποία υποθέτω θα είναι το δεύτερο single του cd. Μερικές φορές η μουσική είναι τόσο απλή, γι’ αυτό και δεν μπορεί να γίνει κατανοητή. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο από το να τραγουδήσεις τρεις λέξεις με πάθος και ένταση για να συνεπάρεις τα πλήθη και να μεταδώσεις αυτή την ένταση σε εκατομμύρια ψυχές. Αν το έγραφαν οι Metallica, οι Bon Jovi ή οι Guns n’ Roses θα γινόταν πολύ μεγάλο hit. Demon Head: Παρόλο που ανεβαίνουν οι τόνοι και η ένταση, κατεβαίνει το επίπεδο. Όχι ότι δεν είναι καλό το κομμάτι. Και κολλητικό riff έχει και πολύ καλό solo και όμορφα φωνητικά. Μόνο που η σπουδαία τετραλογία που προηγήθηκε, μάλλον το αδικεί. Αν σας αρέσουν οι Deep Purple του “Stormbringer” θα σας αρέσει και αυτό… Ειδικά στο κλείσιμο ομορφαίνει… (δεν παχαίνει!) Drink and Α Smile: Και μετά τους Deep Purple των Coverdale/Hughes, πάμε στους ακουστικούς Led Zeppelin! Πολύ όμορφο ακουστικό τραγουδάκι, το οποίο χωρίς να κάνει τη διαφορά, εντούτοις ακούγεται πολύ ευχάριστα στ’ αυτιά μου. Τα φωνητικά του Joey Tempest είναι εντελώς διαφορετικά σε σχέση με ότι έχει τραγουδήσει μέχρι σήμερα. Mπλουζιάρικα, “μεθυσμένα” και ενδεικτικά των δυνατοτήτων και της μουσικής παιδείας αυτού του σπουδαίου τραγουδιστή. Doghouse: Το πρώτο τραγούδι που γνωρίσαμε από το “Bag of Bones”. To έπαιξαν στην τελευταία Βρετανική περιοδεία τους και μπορεί να μην εντυπωσιάζει, ωστόσο live λειτουργεί τέλεια. Το riff έχει AC/DC feeling και το solo είναι διαφορετικό σε σχέση μ’ εκείνο της live εκτέλεσης. Και πάνω που νοιώθεις ότι το cd πάει να κάνει κοιλιά, έρχεται το… Mercy You Mercy Me: Άπαιχτο, χαβαλετζίδικο, rock n’ rollάδικο, ρυθμικό, με κολλητικό ρεφραίν, keyboards και ατμόσφαιρα από το Out Of This World. Γενικά όλο το feeling του τραγουδιού, είναι 80s, ανέμελο, ανάλαφρο, πιασάρικο και live… Κι επειδή το “Out Of This World” είχε τρομερή solo κιθάρα, ο Norum σκέφτηκε να μας χαρίσει ένα από τα πιο όμορφα solo του cd και να θυμίσει τον “απαράδεκτο” Kee Marcello, ο οποίος κυκλοφόρησε την μπούρδα της δεκαετίας, υπό τον τίτλο Redux: Europe, ότι θα πρέπει να σέβεται πολύ περισσότερο το παρελθόν του… Bring It All Home: Ο δίσκος κλείνει κλασικά με μπαλάντα. Και λέω κλασικά επειδή και τα 4 μετα-reunion άλμπουμ των Europe κλείνουν ήρεμα… Πολύ όμορφη μελωδία. Για να είμαι δίκαιος, το τραγούδι συνολικά σαν feeling μου θυμίζει Bon Jovi, εποχής “Keep the Faith” χωρίς βέβαια να με χαλάει αυτό, αφού το συγκεκριμένο άλμπουμ θεωρώ ότι είναι το καλύτερο των Αμερικανών θεών του hard rock… Για την ακρίβεια… το πιο “ευρωπαϊκό”, άρα και πιο ποιοτικό… Καταλήγοντας θα λέγαμε πως πρόκειται για ένα ακόμα άλμπουμ των Europe που θα προκαλέσει πολλές συζητήσεις και διχογνωμίες. (Κάτι μου λέει ότι η μπάντα, το επιδιώκει αυτό). Η 70s με ολίγον από blues κατεύθυνση ενδεχομένως να ξενίσει πολλούς, αφού οι περισσότεροι έχουν πεισματικά “καταδικάσει” τους Europe στο pop/rock παρελθόν τους, παραγνωρίζοντας πως από τα 9, ΜΟΝΟ σε 2 άλμπουμ έπαιξαν το συγκεκριμένο στυλ. Η παραγωγή του “πολύ” Kevin Shirley είναι άψογη. Μπορεί οι Europe της νέας εποχής να στηρίζονται εξ’ ολοκλήρου στο ενστικτώδες και ακατέργαστο ταλέντο του αντικομφορμιστή John Norum, εντούτοις σ’ αυτό εδώ το cd τα πράγματα δείχνουν διαφορετικά, αφού το αστέρι που λάμπει είναι τα φωνητικά του “χρυσού αγοριού” Joey Tempest. Να σημειώσουμε ότι το εξώφυλλο του cd, είναι από τα καλύτερα που έχουμε δει ποτέ… Αριστοτέλης Βασιλάκης |
Δευτέρα 9 Απριλίου 2012
Underjoyed - The Things I Hate
Oι Underjoyed είναι μία ολόφρεσκη μπάντα που καταφέρνει να σε κερδίζει με το πρώτο άκουσμα και σου δίνει την εντύπωση ότι δεν ανήκει στη χώρα της μιζέριας και του μνημονίου αλλά προέρχεται από άλλους rock… τόπους.
Το πρώτο τους demo περιλαμβάνει τέσσερα πανέμορφα, εκρηκτικά, αργόσυρτα τραγούδια που κινούνται ανάμεσα σε ήχους και ρυθμούς που παραπέμπουν στους Queens of the Stone Age, Pj Harvey, White Stripes και Black Keys. Σημαντικό ρόλο στη γοητεία των Underjoyed παίζει και η μελοδραματική ερμηνεία της Αθηνάς Κοντοδήμα καθώς και ο συναρπαστικός συνδυασμός alternative, garage και classic rock καταστάσεων. Για να μας πιστέψετε ότι μιλάμε για μία υπέροχη μπάντα τσεκάρετε παρακάτω… και η κρίση δική σας.
Φώτης Μελέτης
MURDER BAY: “Never was an Angel”
Άλλη μία ενδιαφέρουσα κυκλοφορία από την Εonian Records που σχετίζεται με την χρυσή περίοδο στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αρχές ‘90. Ο λόγος για τους MURDER BAY και την δουλειά τους “Never was an Angel” οι οποίοι δεν είχαν την χαρά να κυκλοφορήσουν τον συγκεκριμένο δίσκο την εποχή που ήταν σε δράση το 1990 αλλά ήρθε στο προσκήνιο μετά από δυο δεκαετίες και βάλε. Οι αμερικανοί hard rockers είχαν ως καθοδηγητή και παραγωγό τον νεαρό τότε Eric Valentine (Queens of the Stone Age, Good Charlotte, Third Eye Blind,Slash) και την ίδια χρονιά ήταν όλα έτοιμα να κυκλοφορήσουν το “Never was an Angel”, όμως αντιμετώπισαν προβλήματα με την εταιρία τους και μετά την κυριαρχία του grunge ήχου ο δίσκος έμεινε στα συρτάρια. Στο άλμπουμ συναντάμε και τον πολύπειρο μηχανικό ήχου Rob Beaton(Gun's n Roses, Sammy Hagar, Santana, Journey, Todd Rundgren, Huey Lewis & The News) όπου περιορίζει τις όποιες ατέλειες υπήρχαν στην παραγωγή. Το μίγμα των MURDER BAY είναι πράγματι εκρηκτικό και θυμίζει έντονα μπάντες όπως οι Van Halen, Extreme, Warrant, Skidrow, Ratt, Def Leppard με δυναμικά φωνητικά, άψογες κιθαριστικές τεχνικές και μπόλικη δόση αγριεμένου αμερικάνικου hard rock. Στα δεκατρία κομμάτια του “Never was an Angel” (καταπληκτικό το εξώφυλλο) ξυπνάνε μνήμες, απολαμβάνουμε πολύ καλές συνθέσεις, κουνάμε το γέρικο κορμί μας και κυρίως ακούμε ανόθευτο τσαμπουκαλεμένο hard rock. Αν το είχαν κυκλοφορήσει έγκαιρα ίσως έκαναν μεγάλη καριέρα! Φώτης Μελέτης |
Κυριακή 8 Απριλίου 2012
PRETTY MAIDS: "It Comes Alive"
Οι Pretty Maids γιορτάζουν την 30η επέτειο τους ως μπάντα και τι καλύτερο από μια live CD / DVD κυκλοφορία! Μετά την επιτυχή επάνοδο τους στα μουσικά δρώμενα με το πολύ επιτυχημένο άλμπουμ τους "Pandemonium" το 2010, οι Δανοί melodic metal rockers Pretty Maids κυκλοφορούν το νέο τους DVD / CD με τίτλο "It Comes Alive". Καλπάζοντας στην επιτυχία του "Pandemonium", που από τους οπαδούς και κριτικούς αξιολογήθηκε ως ένα από τα καλύτερα άλμπουμ των Pretty Maids τα τελευταία χρόνια, η μπάντα έχει περιοδεύσει σε αρκετά μέρη του κόσμου το 2010/2011. Η αλήθεια είναι πως για πολλά χρόνια υπήρξε μια μαζική απαίτηση των οπαδών τους για ένα live DVD. Έτσι, λοιπόν, τον Οκτώβριο του 2011 οι Pretty Maids αποφάσισαν να ηχογραφήσουν, οπτικοακουστικά, το live τους στην Ελβετία και να το κυκλοφορήσουν μέσω της Frontiers Records για να ικανοποιήσουν τους φανατικούς οπαδούς τους σε όλο τον κόσμο! Έτσι, λοιπόν, σε αυτό το αρκετά χορταστικό διπλό cd που απαρτίζει το "It Comes Alive" συναντάμε τις καλύτερες ή καλύτερα 21 από τις καλύτερες συνθέσεις ενός από των κορυφαίων συγκροτημάτων στον χώρο του μελωδικού metal ήχου. Εκτός από αρκετά τραγούδια απο την πρόσφατη κυκλοφορία τους, "Pandemonium", οι περισσότερες συνθέσεις έρχονται από το ένδοξο παρελθόν της μπάντας. "Savage Heart", "Rock The House", "Red, Hot & Heavy", "Please Don't Leave Me" και "Future World" είναι σίγουρα τραγούδια που έκαναν τους Pretty Maids δημοφιλείς και τραγουδήθηκαν από χιλιάδες κόσμο σε ολόκληρο τον κόσμο. Το συγκρότημα σε αυτό το live είναι για άλλη μια φορά σφιχτοδεμένο και η φωνή του Attkins δυνατή ενώ τα κιθαριστικά μέρη του Ken Hammer είναι όλα τα λεφτά!! Tο DVD είναι απαραίτητο για κάθε οπαδό της μπάντας! Δεν χωράει αμφιβολία γι' αυτό! Το διπλό cd έρχεται να προστεθεί στα πολύ καλά προηγούμενα live-cd's των Δανών που χαρακτηρίζονται για την ποιότητα τους. Βασίλης Χασιρτζόγλου |
Πέμπτη 5 Απριλίου 2012
OVERKILL: “The Electric Age”
Το να αναφέρω ότι οι Overkill εδώ και 30 χρόνια έχουν πάρει τα παράσημά τους στο χώρο του thrash - speed δεν ξέρω αν είναι περιττό ή απαραίτητο. Αν τώρα γουστάρετε τέτοια μουσική και δεν έχετε ακούσει το προηγούμενό τους άλμπουμ μάλλον δεν έχετε καταλάβει τι δισκάρα έχετε χάσει. Οι τύποι ΔΕΝ κολλάνε ένσημα σαν άλλους αλλά σκοτώνουν "the old school way"… Με κεκτημένη ταχύτητα απλά βγάζουν τα εσώψυχά τους και παίζουν τα άντερά τους πάντα με το χαρακτηριστικό καλπασμό τους. Ίσως όχι τόσο αυθόρμητα ή επιθετικά όπως στο “Ironbound” αλλά πάντα από την καρδιά τους και με την πολύχρονη εμπειρία τους στην ομαδική ηλεκτροπληξία. Το γνωστό punk feeling δεν αλλάζει τώρα πια, και ο χαρακτηριστικός σαρκασμός που βγάζει η φωνή του Bobby, παρέα με τις ριπές από μπάσο ενός από τους καλύτερους μπασίστες στο χώρο (DD Verni), πατάνε πάνω σε κιθάρες ξυράφια που κάθε δευτερόλεπτο στέλνουν ηλεκτρικές κενώσεις προς πάσα κατεύθυνση. Κάποια Maiden-ικά ή Priest-ικά περάσματα, λίγο πιο φανερά σε σχέση με το παρελθόν, είναι ένα σχετικά νέο στοιχείο αλλά κατά τα άλλα, η κλασική σφαγή. Κομματάρες η μία μετά την άλλη και η αίσθηση ότι μια πυροβολαρχία σε έχει βάλει στο μάτι. Δεν έχει νόημα να πω περισσότερα, ποιό τραγούδι είναι τι και πως, τα πράγματα είναι απλά. Οι Overkill έχουν πάρει φόρα και παίρνουν κεφάλια με ηλεκτροφόρες πριονοκορδέλες. Αν θέλετε το πιστεύετε και ακούτε το άλμπουμ, πηγαίνετε στη συναυλία τον Ιούνιο και (πιθανώς) το χωνεύετε ή απλά συνεχίζετε να ψάχνετε κάποιους έτσι ή γιουβέτσι που απλά δεν πιάνουν μπάζα μπροστά στα “γερόντια”. Με άλλα λόγια αν οι Metallica π.χ. είχαν 3-4 κομμάτια τόσο δυνατά όσο των Overkill σε κάθε δίσκο, θα παραμίλαγε όλος ο κόσμος. Πάνος Ματθαιογιάννης |
Τετάρτη 4 Απριλίου 2012
IT BITES: “Map of the Past”
Το ημερολόγιο των Βρετανών IT BITES κάπου στο 2006 έκλεισε αφήνοντας μας όμορφες γεύσεις ροκ στιγμών. 2012 και οι σελίδες αν και κίτρινες πια από τα χρόνια θα ξανανοίξουν και θα διαβαστούν, και θα προστεθούν και άλλες, πιο πολλές αναμνήσεις πάνω τους. Από το 1984 μέχρι και σήμερα, έχουν αλλάξει πολλά στην πορεία, άλλα μέλη έχουν προστεθεί, ο ήχος κάνει τα δικά του παιχνίδια, οι μελωδίες σε οδηγούν σε πιο progressive δεδομένα, αν και όπως δηλώνουν και οι ίδιοι, είναι δύσκολο να τους εντάξεις σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία. Δεν είναι ούτε prog ούτε pop, ούτε metal, και ότι είναι χωμένοι στις μουσικές όλα αυτά τα χρόνια και απλά δημιουργούν μουσική. (Οκ, παιδιά, μια χαρά τα λέτε αλλά όπως και να έχει το άλμπουμ αυτό καθεαυτό είναι progressive rock έτσι; Για να ξέρει τι θα ακούσει και ο κόσμος.) 16 χρόνια διαλείμματος θα μπορούσαν να είναι και αρκετά για μια μπάντα που πάνω από όλα θα ήθελε να είναι στο προσκήνιο. Η αναγέννηση, το μελλοντικό ξεκίνημα των IT BITES, θα γίνει με αυτό το άλμπουμ και με επιστροφή στο παρελθόν ! Μπερδευτήκατε λιγάκι εεε; Και όμως έτσι έχουν τα πράγματα. Το “Map of the Past” ήρθε απλά να μας πάει πίσω στον χρόνο. Εκεί που οι σελίδες με τα απομνημονεύματα κιτρινίζουν, εκεί που οι μουσικές ήταν γεμάτες μελωδίες, εκεί που οι φωτογραφίες γεμάτες σκόνη και θύμησες έπαιζαν καταλυτικό ρόλο στο να κρατηθεί η κάθε ανάμνηση ζωντανή. Ένα άλμπουμ σχεδόν μία ώρα αλλά γεμάτο από χρόνια. 11 τραγούδια όπου διαβάζοντας και μόνο τους τίτλους μπορείς να καταλάβεις τι ταξίδι σε περιμένει, “Man In The Photograph”, “Wallflower”, “Map Of The Past”, “Clocks”, “Flag”, “The Big Machine”, “Cartoon Graveyard”, “Send No Flowers”, “Meadow And The Stream”, “The Last Escape”, “Exit Song”. Η καταπληκτική εισαγωγή σε όλη αυτή την διαδρομή θα γίνει από το υπέροχο εξώφυλλο, που μια – μια ματιά σε κάνει να έρχεσαι πάρα πολλά χρόνια πίσω. Επιστροφή πίσω στον χρόνο λοιπόν με συνοδεία μια ξεθωριασμένη από τα χρόνια φωτογραφία και με μεγάλη και ποικιλόμορφη ιστορία να διηγηθεί μέσα από μουσικές, όμορφες μελωδίες, μονοκοντυλιές από παλιές καλές RUSH εποχές, μεταμοντέρνους ήχους που θυμίζουν στο πέρασμα τους RPWL και PENDRAGON, και πίσω πάλι μια βόλτα στον ALAN PARSON. Οι IT BITES φτιάχνουν το δικό τους έργο εδώ, περνούν από το τότε στο τώρα με απίστευτη ευκολία και θεατρικότητα που νομίζεις πως κάποιες στιγμές έχουν και ραντεβού με τους QUEEN. Οι εμπειρίες στην μουσική, κάνουν τις μελωδίες του παρελθόντος να υπογράφουν στο παρόν μια πανέμορφη μουσική εξέλιξη. Αστείρευτη πηγή έμπνευσης η ανακάλυψη μιας παλιάς φωτογραφίας της οικογένειας, χαρτογράφηση του παρελθόντος, που είναι ένα πολύ προσωπικό ταξίδι που εξερευνά την αγάπη, το πάθος, η ζήλια, ο θυμός, τύψεις και την απώλεια μέσα από τα μάτια μιας προηγούμενης γενιάς. Ο John Mitchell (KINO, ARENA) με γνώση και άνεση θα μας οδηγήσει με ασφάλεια πίσω στον χρόνο, κάνοντας το δικό του κλικ στην μηχανή. Οι John Beck, και Bob Dalton παραμένουν φρουροί τόσων χρόνων στους IT BITES, και ο Lee Pomeroy θα αρχίσει να καταθέτει τις δικές του αναμνήσεις μόλις το 2008. Το “Map of the Past” είναι ένα όμορφο, αξιόλογο άλμπουμ γεμάτο από rock στοιχεία, πότε πολύ μελωδικά και σε ελάχιστες στιγμές πιο σκληρά, με progressive αναμφίβολα χροιά. Μέσα στο concept αυτό άλμπουμ ταυτόχρονα έχεις την ευκαιρία να κλείσεις τα μάτια και να αφεθείς σε αυτήν την αναδρομή έχοντας για παρέα, διάφορα ακουστικά εφέ, ήχους από παλιό ραδιόφωνο, μελωδίες που ενώνονται με κουβέντες του αφηγητή, και ένα “good bye” στο τέλος να μας αφήνει νοσταλγικά. Στα κουφάρια του “ξεχνώ”, θα ανακατευτεί με ευκολία και χάρη ο ξεναγός της ανάμνησης, και θα κάνει το παρελθόν να πάρει χρώμα, έστω και αν αυτό είναι το ασπρόμαυρο των καταχωνιασμένων, σκονισμένων από τα χρόνια φωτογραφιών. Ελένη Λιβεράκου |
Νέο video clip για τους Frozen Rain
"Δεύτερο άλμπουμ για τους ελπιδοφόρους FROZEN RAIN, οι οποίοι με νέες προσθήκες στη σύνθεσή τους προσπαθούν να καθιερωθούν στις συνειδήσεις των οπαδών της melodic hard rock σκηνής. Οι Βέλγοι συνθέτουν και δημιουργούν εξαιρετικά τραγούδια..."
ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΥΣ video clip και ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟ http://www.rockway.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=2721:frozen-rain-ahead-of-time&catid=17:2008-10-22-12-09-14&Itemid=34
Δευτέρα 2 Απριλίου 2012
LULLACRY: “Where Angels Fear”
Έπειτα από επτά χρόνια δισκογραφικής αποχής οι Lullacry έρχονται ξανά στο προσκήνιο με το "Where Angels Fear". Οι Φιλανδοί χωρίς κάποιο single να μας προϊδεάσει για το τι μέλλει γενέσθαι με το νέο τους άλμπουμ, μπαίνουν κατευθείαν στο ψητό. Το άλμπουμ αυτή τη φορά πρόκειται μάλλον (λέω μάλλον γιατί δεν διευκρινίστηκε καθαρά στο δελτίο τύπου) για κάποιο είδος concept μιας και ο τίτλος του είναι ίδιος με τη νουβέλα – μυθιστόρημα των Rebecca Levene και Simon Winstone και οι στίχοι του μοιάζουν θεματικά με την ιστορία του, όπου οι νέες περιπέτειες ήταν ένα spin-off της μακρόχρονης βρετανικής σειράς επιστημονικής φαντασίας Dr. Who. Ο πλανήτης Bernice, το σπίτι του Dellah το οποίο ήταν κέντρο μάθησης, παραβιάζεται από ένα νέο θρησκευτικό κίνημα. Η στενότερη έρευνα αποκαλύπτει ότι οι μεγάλες δυνάμεις του σύμπαντος είναι κυριολεκτικά τρέχουν από φόβο σε κάθε ειπωμένη κίνηση. Η Levene ήταν ο εκδότης των Νέων Περιπετειών, μαζί με τον Winstone που την αναπλήρωσε αργότερα και την διαδέχτηκε. Της ανατέθηκε το “Where Angels Fear”όπου το παρέδωσε με της σειρά της στον Simon Winstone και εκείνος δημιούργησε μια συνέχεια της ιστορίας αυτής μέχρι τις Νέες Περιπέτειες του Twilight Of The Gods. Μουσικά, κινούνται υπό το φάσμα του γυναικείου μέταλ σε gothic / glam/ hard rock μονοπάτια ξεφεύγοντας έτσι από τις συνηθισμένες ταμπέλες των Front Women Group’s. Πιο κοντά στα χνάρια δηλαδή των Evanescence και λιγότερο ατμοσφαιρικοί με συμφωνικά σημεία κλπ που έχουμε συνηθίσει τελευταία. Το “Where Angels Fear”, ακούγεται σχετικά ευχάριστα, αν δεν του δίνεις ιδιαίτερη προσοχή. Παρότι και οι έντεκα συνθέσεις του είναι καλογυαλισμένες και δείχνουν προσεγμένες, δεν καταφέρνουν να σου κρατήσουν το ενδιαφέρον αμείωτο με αποτέλεσμα να κουράζουν τον ακροατή με τη μονοτονία τους. Τουλάχιστον έτσι ακούστηκαν στα δικά μου αφτιά και αν δεν είχα την αποστολή της κριτική τους, πιθανώς να μη χρίζανε και το δικό μου ενδιαφέρον για περαιτέρω ακρόαση. Γιώργος Βαλιμίτης |
Κυριακή 1 Απριλίου 2012
DEEP PURPLE: "In The Absence Of Pink" (Knebworth ‘85)
Θυμάμαι ότι σε μία από τις σχοινοτενείς μουσικές μας κουβέντες με το Φώτη Μελέτη, διαπιστώσαμε ότι εκτός από την συνάφεια των μουσικών ακουσμάτων και τα κοινά μουσικά βιώματα-αναμνήσεις που έχουμε, μας είχε από κοινού εντυπωσιάσει η ανταπόκριση της συναυλίας των Deep Purple για το περιοδικό Ποπ & Ροκ και το άρθρο του με το τίτλο, “Deep Purple man in Greece”. Το άρθρο υπόγραφε ο Στάθης “Easy” Παναγιωτόπουλος (παρωνύμιο που δόθηκε από τον Gillan σε μία από τις επισκέψεις του στην Ελλάδα), σε zine (Greek DPAS) που κυκλοφορούσε ως το επίσημο έντυπο του fan club των Purple στην Ελλάδα και του οποίου την κυκλοφορία σταμάτησε ο Στάθης, διότι θεώρησε ότι η εξάπλωση του διαδικτύου καθιστούσε άσκοπη και ζημιογόνα την επιπλέον κυκλοφορία του, και αφορούσε τη φημισμένη κυκλοφορία της συναυλίας των Purple στο κτήμα του Knebworth στην Αγγλία και την οποία είχε την ευτυχία – ο τυχεράκιας- να την παρακολουθήσει ζωντανά. Θεωρία, των ανθρώπων που ασχολούνται με το συγκρότημα και έχουν διατυπώσει ήδη τις αναμνήσεις τους, είναι πως δεν πρόκειται ίσως για τόσο ιδιαίτερη μουσικά συναυλία αλλά πως η αθλιότητα του καιρού στην συγκεκριμένη τοποθεσία, την συγκεκριμένη μέρα (22 Ιουνίου 1985), ήταν τόσο εμφαντικά δυσχερής που “σημάδεψε” και την συγκεκριμένη κυκλοφορία. Μετά λοιπόν, από εικοσιπέντε και βάλε χρόνια, έχοντας ακούσει και δει μερικές δεκάδες από συναυλίες της συγκεκριμένης περιοδείας που ακολούθησε την επανασύνδεση του Mk 2b, την κυκλοφορία ενός πολύ επιτυχημένου δίσκου (“Perfect Strangers”), πιστεύω ακράδαντα και συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Δεν είναι μόνο τα συμβάντα που διαδραματίστηκαν πριν την συναυλία ανάμεσα στη διοργανώτρια αρχή , τις αστυνομικές δυνάμεις και το security του συγκεκριμένου event, ούτε οι παλινωδίες των αρμοδίων και οι αντιξοότητες του καιρού (κρύο, βροχή και απίστευτοι όγκοι λάσπης) που ταλαιπώρησαν τόσο τους διοργανωτές, όσο και τις τους 75.000 θεατές που παρακολούθησαν ένα ικανό και άξιο bill μουσικής πανδαισίας (Deep Purple , Scorpions, Meat Loaf , UFO, Mountain, Blackfoot , Mama's Boys, Alaska), από τις 10 π.μ έως τις 21.30 μμ, (που ήταν ορισμένοι να εμφανιστούν οι Purple) με μόλις 12.50 λίρες (τιμή προπώλησης-14.00 την ημέρα της συναυλίας), ήταν η κουρασμένη φωνή του Gillan από την περιοδεία που είχε προηγηθεί, η υγρασία σε μια καλοκαιρινή γεμάτη βροχερή μέρα που είχε “τσακίσει” πολλές φορές την φωνή του Ian και ήταν και το σημείο τριβής μεταξύ αυτού και του Blackmore για χρόνια – με αποκορύφωμα το 1993 στην συναυλία στο Birmingham και τα όσα φοβερά και τρομερά συνέβησαν πριν, κατά και μετά ενώ ήταν και οι κάκιστες σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών με το τεράστιο ταλέντο αλλά και το υπερτροφικό “εγώ” τους , που πέρα από τις δελεαστικότατες χρηματικές απολαβές της επανασύνδεσης δεν είχαν πάψει να μην αντέχει ο ένας την παρουσία του άλλου, ειδικά όταν επρόκειτο για μερικούς μήνες συμβίωσης σε μία περιοδεία. Απαίτησαν λοιπόν πέντε ξεχωριστά καμαρίνια, ένα για κάθε μέλος, την στιγμή που οι Scorpions π.χ είχαν δύο και οι υπόλοιπες μπάντες ένα!!! Τα δε καμαρίνια των Gillan-Blackmore να μη βρίσκονται καν δίπλα ούτε καν με διάδρομο ανάμεσα τους, αλλά εάν είναι δυνατόν να υπάρχει κατασκευή από σκληρό fiberglass, πράγμα που δεν κατέστη δυνατόν. Τελικά… όλα αυτά δεν τα γνώριζε το κοινό που ανυπομονούσε να δει τα ινδάλματά του που μετά από 12 χρόνια αναμονής και με επιπλέον καθυστέρηση 2 ωρών, ούτε η βροχή, το κρύο και η λάσπη μείωσαν τον ενθουσιασμό τους. Η μπάντα λοιπόν εμφανίστηκε μετά από μία ώρα πέραν της προκαθορισμένης και ενώ είχαν σχεδιάσει να παίξουν στα 120 db (ρεκόρ Guinness για συγκρότημα, όπως αναγγέλλει κι ο παρουσιαστής του BBC: "This band's been called the loudest band in the world, they didn't say they're the best band in the world. Put your hands together please, burn with Deep Purple", σε μία άλλη σημαδιακή εμφάνιση τους , στις 22 Μαΐου1974 στο Gaumont State του Kilburn), συμβιβάστηκαν στο νόμιμο όρια των 90db και ξεκίνησαν με το αγαπημένο μέχρι σήμερα για εναρκτήριο τραγούδι, το Highway Star. Η όλη συναυλία περιλάμβανε 8 από τα παλαιότερες συνθέσεις τους (Space truckin', Speed king, Black Night, Smoke on the Water, Lazy, Strange kind of Woman, Highway Star, Woman From Tokyo) πέντε από το άλμπουμ που μόλις είχε κυκλοφορήσει (Nobody's home, Gypsy's Kiss, Perfect strangers –λογοπαίγνιο του Gillan σχετικό με τις κάκιστες σχέσεις των μελών της μπάντας μεταξύ τους- , Knocking at your back door, Under the gun) έναν αυτοσχεδιασμό του Ritchie Blackmore με τίτλο “Blues”, ένα εκρηκτικό drum solo από τον Paice και μία διασκευή της ενάτης ωδής του Beethoven με τον τίτλο “Difficult to Cure” από την εποχή των Rainbow. Όλα αυτά με την απαραίτητη "κόντρα - παιχνίδισμα" κιθάρας-φωνής, τα πνευματώδη και χιουμοριστικά σχόλια του Gillan, που παρουσιάζει με μοναδικό τρόπο τα τραγούδια (αξίζει τον κόπο να ακούσετε προσεκτικά τα σχόλια του), μέχρι ένα μοναδικό Smoke on The Water, όπου συμμετέχει όλη η αρένα τραγουδώντας και έχουμε την κλασική, εκείνης της εποχής, ανταλλαγή κιθάρας-μπάσου και φυσικά την εκπληκτική παρουσία του Hammond organ παιγμένο από τον αξεπέραστο Jon Lord. Θεωρώ λοιπόν την συγκεκριμένη συναυλία ξεχωριστή όχι τόσο για τη μουσικότητα των μελών της μπάντας, που ήταν πάντοτε σχεδόν άψογη, αλλά για το περίγραμμα της εποχής που συνέβη, τα διαδραματισμένα πριν, κατά και μετά τη διεξαγωγή της και σε τελική ανάλυση αξίζει να βρίσκεται στη δισκοθήκη σας γιατί προφανώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη και επιδραστικότερη classic rock που παρουσιάστηκε στο είδος της… And the battle Rages On… ΤRACKLIST: Disc 1 01 Highway Star 02 Nobody's Home 03 "Strange Kind of Woman 04 Gypsy's Kiss 05 Perfect Strangers 06 Lazy 07 Knocking at Your Back Door Disc 2 01 Difficult to Cure 02 Space Truckin’ 03 Speed King 04 Black Night 05 Smoke on the Water ΜΕΛΗ Ritchie Blackmore - guitar Ian Gillan - vocals Roger Glover - bass Jon Lord - keyboards Ian Paice - drums Νότης Γκιλλανίδης |
MESHUGGAH: “Koloss”
Οι Σουηδοί Meshuggah είναι γνωστοί και μη εξαιρετέοι στο metal κοινό. Προερχόμενοι, μάλιστα, από την πόλη Umeå, γενέτειρα των εκπληκτικών hardcore πειραματιστών Refused. Ο ήχος τους, πάντοτε ακραίος, δύσκολος για επαναπαυόμενα ώτα και πρωτοποριακός, ο οποίος στα αυτιά μου μόνο με τον ήχο των Dillinger Escape Plan και των Voivod μπορεί να κάνει παρέα. Όντας στη μουσική 25 χρόνια πλέον, από τότε που εμείς χειροκροτούσαμε την επιτυχία του ιπτάμενου Νίκου Γκάλη και της παρέας του, φτάνουν τώρα στην κυκλοφορία της έβδομης τους δουλειάς, “Koloss”. Μπορεί να ακούγεται στους Έλληνες λίγο κάπως ο τίτλος, αλλά δεν έχει καμία σχέση με αυτό που νομίζετε. Η παραγωγή είναι για ακόμη μία φορά υποδειγματική και ο ήχος, πάλι, στα πλαίσια της jazz επιρροής, που αναγκάζει την εταιρία τους, Nuclear Blast, να τους προωθεί ως “math metal”. Σαν τα μαθηματικά, οι Meshuggah απευθύνεται σε γυμνασμένους εγκεφάλους ή εγκεφάλους που θα ήθελαν να γυμναστούν. Από ότι φαίνεται, ο τίτλος του album, διόλου έχει να κάνει με τα ομώνυμα τέρατα της νουβέλας Mistborn, αλλά σημαίνει κολοσσός στην σουηδική, όπως μας δείχνει και το πρώτο κομμάτι του δίσκου, “I am Colossus” και κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι λέξη που άξια συνοδεύει τούτο το ηχογράφημα. Πραγματικά, δυσκολεύομαι να αναφερθώ στο ποιο κομμάτι μου έκανε περισσότερη εντύπωση αφού αν και υπάρχουν αναφορές σε κλασσικά μονοπάτια του παρελθόντος, ο κατά τόπους σκοταδισμός, σε τραγούδια, όπως το “Break Those Bones Whose Sinews Gave It Motion”, ξεκλειδώνουν κρυφές εγκεφαλικές λειτουργίες. Η Thrash αισθητική του “The Demon's Name Is Surveillance”, το οποίο στηλιτεύει την ύπαρξη του Μεγάλου αδερφού που παρακολουθεί κάθε μας κίνηση, το αργόσυρτο “Behind the Sun”, το αγαπημένο μου μάλλον “Marrow”, που φέρνει στο νου μου τους θεούς Nevermore, το “Demiurge” (ή μήπως δημιουργέ;) με το μπάσο σε αρκετές στιγμές να θυμίζει hardcore ρυθμούς, δημιουργούν ένα σύνολο μοναδικό. Το γεγονός ότι μεσολαβούν 3-4 χρονάκια μεταξύ των κυκλοφοριών τους (γεγονός που ισχύει επίσης με τους φοβερούς Tool), μόνο τυχαίο δεν είναι, μιας και οι Σουηδοί δουλεύουν πολύ τις μουσικές τους και την αποτύπωση τους σε ψηφιακό φορμά. Meshuggah, στα εβραϊκά σημαίνει τρελός, και στο άκουσμα της μουσική τους, ο γεμάτος αυτοσεβασμό ακροατής θα χοροπηδάει ωσάν τρελός σίγουρα. Εμείς οι λάτρεις του σκληρού ήχου ζούμε και αναπνέουμε για τέτοιες κυκλοφορίες! Απολαύστε υπεύθυνα και επενδύστε άφοβα! Δημήτρης Μαρσέλος |
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)