Dixie Highway έλεγαν πριν από 100 χρόνια το
βασικό οδικό δίκτυο που συνέδεε το Chicago με το Miami, τη ζωτική δίοδο
με τις κρίσιμες διακλαδώσεις ανάμεσα στις μεσοδυτικές πολιτείες και το
νότο.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 η χρησιμότητά της υποχώρησε έναντι του πιο βελτιωμένου συστήματος των λεωφόρων, αν και τμήματα της DH εξακολουθούν να διατηρούνται και να λειτουργούν σε Florida, Georgia, Tennessee και Ohio. Μέσα στα χρόνια η Dixie Highway δεν έπαυσε να αποτελεί είναι ένα σύμβολο, φορτωμένο με άπειρους μύθους για τις βαθιά αμερικανοποιημένες αξίες της εξερεύνησης του άγνωστου, της ηρωϊκής φιγούρας του σκαπανέα, που τυχοδιώκτης, παράνομος ή δουλευτής, προχωρά μπροστά με τον προσωπικό του κώδικα, στον οποίο πίστη στην αυταξία, σκληρή δουλειά και δικαίωμα στην ευημερία έχουν συμπλακεί με τρόπο αδιάσπαστο.
Στον καινούριο τους δίσκο οι βετεράνοι Outlaws, οι οποίοι κυριολεκτικά αποτελούν αυτό που λένε οι οπαδοί τους, “Southern Rock’s Last Band Standing”, παίρνουν τον ακροατή, τον ανεβάζουν στο pick-up truck και τον βολτάρουν στους μύθους αυτούς, ακολουθώντας συμβολικά την Dixie Highway. Και δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι πρόκειται για τη βόλτα σε μια ολόκληρη ζωή τη ζωή και την ιστορία των Outlaws.
«Η Dixie Highway είναι μια μεταφορά: Το ταξίδι είναι ισότιμο με τον τελικό προορισμό», συνοψίζει ο συνιδρυτής των Outlaws Henry Paul. O δίσκος απηχεί μια ολόκληρη ζωή στο δρόμο, κάτι σύμφυτο με ένα southern rock σχήμα. «Οι οπαδοί μας θέλουν να γνωρίζουν για τους δεσμούς που είχαμε με τους σύγχρονούς μας μουσικούς μέσα στα χρόνια. Πώς ήταν η μεταξύ μας διάδραση πάνω στη σκηνή, στα παρασκήνια, στα λεωφορεία των περιοδειών. Αυτός ο δίσκος μιλά για την πορεία μας. Την ίδια στιγμή, στέκει στο κατώφλι του αύριο».
Φέτος, το συγκρότημα από την Tampa της Florida κλείνει 45 χρόνια στη δισκογραφία. Όπως οι Skynyrd και οι επίγονοί τους, Molly Hatchet, ξεχώρισαν για την συνύπαρξη στην πρώτη γραμμή του ήχου του των τριών κιθάρων, μια συνθήκη που ενδυνάμωνε τα country, blues, bayou, tex-mex ίχνη των επιρροών τους σε ένα μοναδικό ροκ κράμα. Τα πρώτα τρία τους άλμπουμ γέννησαν τις επιτυχίες “There Goes Another Love Song”, “Green Grass & High Tides”, “Knoxville Girl” και “Freeborn Man” και οι αδιάκοπες περιοδείες με ονόματα όπως οι Allman Brothers, Lynyrd Skynyrd, The Marshall Tucker Band και The Charlie Daniels Band, καθώς και support εμφανίσεις τους σε τιτάνες όπως οι The Who, Eagles and The Rolling Stones τους προσέδωσε το προσωνύμιο “The Florida Guitar Army”. Πολύ νερό κύλησε κάτω απ’ το αυλάκι όταν το 2012 οι ανενεργοί από το ’94 Outlaws επανέκαμψαν, μετά από απώλειες, αποχωρήσεις μελών, με το άλμπουμ “It’s About Pride” και το προ τριετίας διπλό “Legacy Live”.
Της μπάντας ηγούνται πλέον οι δύο επιβιώσαντες της αρχικής σύνθεσης : ο 71χρονος Henry Paul σε κιθάρα – φωνητικά και ο 68χρονος Monte Yoho στα τύμπανα και τα κρουστά. Έμειναν οι δυό τους όταν το 2007, ο βασικός τραγουδιστής, ιδρυτικό μέλος και κιθαρίστας Hughie Thomasson, ο μόνος που ήταν εκεί από την αρχή σε κάθε δίσκο τους, πέθανε ξαφνικά από καρδιακή προσβολή στα 55. Είχαν προηγηθεί το 1995 ο Frank O'Keefe από overdose και ο Billy Jones που αυτοκτόνησε κάποιες εβδομάδες μετά.
Οι σημερινοί συνοδοιπόροι των δύο παλιών κάθε άλλο παρά καινούριοι είναι. O Steve Grisham (κιθάρα, φωνητικά) είχε περάσει μια τριετία μαζί τους στην άδοξη φάση 1983-86, όμως είναι ξανά μαζί τους από το 2013, λόγω της αναγκαστικής αποχώρησης του κιθαρίστα Billy Crain για λόγους υγείας, είναι αυτός που έχει γράψει το hit των Henry Paul Band "Keepin' Our Love Alive" (US#50 το 1981) και αυτός που ασχολείται έμπρακτα με την παράδοση του Southern Rock, όντας εκ των συνιδρυτών της μπάντας “Brothers of the Southland”, ενός all star σχήματος με ρόκερ του νότου, όπου συμμετέχουν παλιοί και νεώτεροι μουσικοί. Ο μπασίστας Randy Threet ήταν μαζί με τον Henry Paul στους πλατινένιους αστέρες της country Blackhawk, όπως και ο πληκτράς Dave Robbins που έχει κάνει όνομα σαν συνθέτης γράφοντας για ονόματα όπως ο Kenny Rogers και ο Eric Clapton. Νεώτερος όλων, αλλά καθόλου άψητος όπως δείχνει η απόδοσή του, ο Dale Oliver (lead κιθάρα, φωνητικά) αντικατέστησε πριν δύο χρόνια τον Chris Anderson, μόνιμο μέλος τους από το 2005.
«Πίσω στη δεκαετία ‘70, κάθε κομμάτι που γράφαμε είχε να κάνει με τις δυσκολίες και τις προκλήσεις της ροκ-εν-ρολ ζωής», λέει ο με παρουσιαστικό ακμαίου 40άρη Henry Paul. «Τώρα, γράφουμε για τα πράγματα που μας αφορούν συλλογικά. Όταν έχει διατηρήσει το μυαλό σου στα καά του και την ικανότητά σου να γράφεις τραγούδια, τότε είσαι μια υπολογίσιμη δύναμη, δημουργικά». Σε παραγωγή των ίδιων των Outlaws, το “Dixie Highway” εμφορείται από το πάθος και την ειλικρίνεια που χαρακτηρίζει όλα τα μεγάλα μουσικά έργα του southern rock, γιατί έχει γραφτεί από ανθρώπους που έχουν μάθει το μάθημά τους από χιλιάδες μίλια ταξιδιού στα πιο κακοτράχαλα μέρη. «Γράφουμε καλύτερα, μπαίνουμε πιο βαθιά και παίζουμε όλο και καλύτερα με τα χρόνια», επιβεβαιώνει ο Paul.
Πριν κλείσουν τα πρώτα 20 δευτερόλεπτα του “Southern Rock Will Never Die” που ανοίγει το άλμπουμ, όσοι έχουν αξιολογήσει ως κρίσιμες στο ροκ βιογραφικό τους τις έννοιες “Freebird”, “Fall Of The Peacemakers” και “Ghost Riders In The Sky” θα πατήσουν pause, θα ευθυγραμμίσουν ένα σφηνάκι, ένα τετράγωνο ποτήρι με βαρύ πάτο και στρογγυλεμένες γωνίες γεμάτο πάγο και Jack Daniels και μια παγωμένη Bud, θα βρουν κάποια δικαιολογία να ξεφορτωθούν τους πάντες από το σπίτι και θα συνεχίσουν την ακρόαση, όπως αρμόζει σε ένα από τα καλύτερα southern κομμάτια που έχουν βγει εδώ και πολλά χρόνια: δυνατά.
Πρόκειται για ένα southern έπος, που αποτίει ονομαστικό φόρο τιμής στους πεσόντες southern rock συντρόφους των Outlaws: Ronnie Van Zant και Steve Gaines των Skynyrd, Toy και Tommy Caldwell των Marshall Tucker Band, Duane και Greg Allman, τον ‘Taz’ DiGregorio των Charlie Daniels Band, αλλά και τους δικούς τους, Tommy Crain, Billy Jones, Frank O’Keefe και Hughie Thomasson.
«Το δικό τους πνεύμα, το πνεύμα των ανθρώπων στους οποίους οφείλεται η ύπαρξη του southern rock είναι αυτό που μας έδωσε την ώθηση τότε, αυτό που μας εμπνέει ακόμη και σήμερα».
Το ομώνυμο “Dixie Highway” στέλνει ρίγη σε κάθε ραχοκοκκαλιά, καθώς τα τραχιά, ποτισμένα από χίλιες νύχτες στο δρόμο φωνητικά του Henry Paul εναλλάσσονται με τις τρομερές τρεις κιθάρες. «Το τραγούδι αυτό ανάβλυσε από μέσα μου χωρίς να προσπαθήσω καθόλου. Αυτό είναι. Αυτό υπήρξαν οι ζωές μας. Όχι μόνο το πώς τις ζήσαμε, αλλά και το πώς κάθε μέρα παλέψαμε και παλεύουμε να διαμορφώσουμε αλλιώς την πορεία που για τον καθένα μας έδειχνε προδιαγεγραμμένη».
Το πράγμα απογειώνεται στο “Endless Ride”, ένα ακόμη εξομολόγημα στη φλέβα των μεγάλων southern blues που επιταχύνει και σε παίρνει μαζί του. Από τα κομμάτια που χτυπούν τόσα σωστά σημεία ταυτόχρονα, ώστε ζητάνε από μόνα να τα ακούσεις πολλές φορές, γιατί δεν τα χορταίνεις με τη μία.
Στο κινηματογραφικό “Dark Horse Run” οι φωνές είναι ενορχηστρωμένες θαυμάσια και οι κιθάρες πάλι παίρνουν φωτιά, ενώ το “Heavenly Blues” είναι μια επανεκτέλεση από το κλασικό τους άλμπουμ “Hurry Sundown” του 1977. Στο “Rattlesnake Road” (“too young to quit, too old to try”) και στο “Lonesome Boy From Dixie” ροκάρουν γερά. Στο instrumental “Showdown” οι κιθάρες απλώνονται χωρίς τύχη, ενώ στο “Macon Memories” ανακαλούν με νοσταλγία μνήμες από μια επίσκεψη στο στο πατρικό των αδελφών Allman.
Για το “Windy City’s Blue” ο Henry Paul ξέθαψε ένα demo γραμμένο από το 1972, χωρίς ποτέ να ηχογραφηθεί από το μακαρίτη μπασίστα Frank O’Keefe και τα αποτελέσματα είναι εκπληκτικά. «Ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της μπάντας, όμως σε μια μπάντα που έγραφαν τέσσερις άνθρωποι, η συμβολή του δεν αναδείχθηκε όσο θα μπορούσε», λέει ο Paul. Το άλμπουμ είναι αφιερωμένο σ’ αυτόν.
Οι Outlaws εξακολουθούν να πορεύονται ως μια band of brothers. Μια δεμένη ομάδα που ανεβαίνει και παίζει δίνοντας ό,τι έχει και δεν έχει, με με τη φλόγα και την αιχμή που μουσικοί με το ένα τρίτο από τα χρόνια τους στερούνται.
Πιθανότατα, ένας από τους δίσκους της χρονιάς.
Παναγιώτης Παπαϊωάννου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.