Σάββατο 29 Απριλίου 2017

Blackfield: “Blackfield V”


Το 2004 ένα σόου των Porcupine Tree στο Ισραήλ ήταν η συγκυρία που ένωσε τις τύχες του Άγγλου μουσικού και παραγωγού, Steve Wilson, επονομαζόμενου και ως «βασιλιά της new prog» (και σημειωτέον ιδρυτή των Porcupine Tree) και του Ισραηλινού, αμφιλεγόμενου ρόκερ Avin Geffen

Αποτέλεσμα της ευτυχούς συνεύρεσης το μελωδικό ροκ σχήμα Blackfield που έκανε πραγματικότητα την επιθυμία του Wilson να αφήσει τα μονοπάτια της prog rock επιλέγοντας εκείνα της art rock.
Οι δύο πρώτες τους δουλειές, τα “Blackfield” και “Blackfield II”, έφεραν τη σφραγίδα και των δύο αυτών μουσικών υπό το όχημα μιας μελαγχολικής alternative pop. Tα δύο μεταγενέστερα, “Welcome to my DNA” και “Blackfield IV”, ήταν λιγότερα ποιοτικά - παρά την παρουσία εξαιρετικών καλεσμένων όπως ο Brett Anderson των Suede και ο Jonathan Donahue των Μercury Rev - και περισσότερα μονοδιάστατα λόγω της απεμπλοκής του Wilson, με τον Geffen να ηγείται του συγκροτήματος και των δημιουργιών του.
Παρά την πρόθεση του Wilson να αποχωρήσει από το σχήμα το 2014, «γιορτάζοντάς» το και με μια αποχαιρετιστήρια συναυλία, επέστρεψε στα μέσα του 2015.
Μετά από 18 μήνες studio sessions σε Λονδίνο και Τελ Αβίβ και με λίγη βοήθεια από τον τεράστιο Alan s (αναφέρουμε μόνο την παραγωγή του στο “The Dark Side of the Moon” των Pink Floyd), το νέο άλμπουμ ολοκληρώθηκε και κυκλοφόρησε στις 10 Φεβρουαρίου με τον τίτλο “Blackfield V”.          
Στο “Blackfield V”, o Wilson μαζί με τον Geffen επιστρέφουν στις παλιές καλές στιγμές συνδημιουργίας τους και πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησαν στο πρώτο άλμπουμ, κάνουν μια θαρραλέα βουτιά σε βαθιά νερά συναισθημάτων βγαλμένα από εμπειρίες ζωής. Κατάληξη ένα κάτι παραπάνω από αξιοπρεπές art rock προϊόν 44 λεπτών με την ποιοτική συμβολή του Wilson. Ο απολογισμός είναι 13 κομμάτια, 13 μικρές ιστορίες που πραγματεύονται τον κύκλο της ζωής και τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και ξεχειλίζουν άρωμα από τον ωκεανό. Η διάθεση αν και κατά βάση μελαγχολική, με εκείνον τον ιδιαίτερο βρετανικό τρόπο, ανακάμπτει αναζωογονημένη βγάζοντας συνάμα και αισιοδοξία (όπως συνήθως γίνεται με τα «εσωτερικά» άλμπουμ).

Η δυναμική επιστροφή του Wilson διαφαίνεται ακόμη και μόνο κοιτάζοντας το εξώφυλλο. Το μπουκάλι που ανασύρθηκε μόλις από τον ωκεανό και προέρχεται από το εξώφυλλο του πρώτου δίσκου συμβολίζει και την ολική, συνειδητή επάνοδο του Wilson στα γνώριμα εδάφη των Blackfield στην αυγή του νέου αιώνα.
 


Οι προθέσεις του άλμπουμ σηματοδοτούνται εύγλωττα με το ορχηστρικό, σαν από σάουντρακ βγαλμένο, εναρκτήριο “A Drop in the Ocean”, δίνοντας τη σκυτάλη στο πιο δυνατό κομμάτι του δίσκου, το “Family Man”, με τη χαρακτηριστική φωνή του Wilson και τον κλασικό, old school Porcupine Tree ήχο. Παρόμοιο ήχο αναδίδει και το ροκ “Lately”,  ένα ευδιάθετο τρακ που διαθέτει ευχάριστο ρυθμό κι ένα όμορφο κιθαριστικό σόλο.


Στιγμές όπως το πιασάρικο “We’ll Never Be Apart” και το αιθέριο “Life is an Ocean” μας εμφυσούν  τις υπνωτικές αρετές τους μέσα από «καθαρούς», απλούς μουσικούς τόνους. Στο πρώτο, έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την ωμή και επιτακτική ερμηνεία του Geffen Στο δεύτερο τα backing vocals έρχονται από το υπερπέραν ως απάντηση στα κύρια φωνητικά με τα ντραμς στο τέλος να δίνουν μια κλωτσιά στο κομμάτι βάζοντάς το στη σωστή θέση. Εύστοχα φωνητικά συναντάμε και στο μεγαλειώδες "Undercover Heart" με υπέροχα βιολιά και καθηλωτικές διφωνίες και στο ποπ "Lonely Soul" με ξεχωριστές γυναικείες φωνές να συνοδεύουν τον Geffen στον επαναλαμβανόμενο από αυτόν στίχο “I’m a lonely soul”.
 

Μια εξαίσια σκοτεινή μπαλάντα, το «συμφωνικό» “How Was Your Ride”, απλό και συνάμα απολαυστικό στην εκτέλεσή του, όπως αρχίζει μόνο με το πιάνο και τη φωνή του Wilson, επιδεικνύει τις ικανότητες αυτού και του Geffen να ανασύρουν συνθέσεις από τις εμπνεύσεις τους και να τις ανυψώνουν στις συνειδήσεις μας. «Αέρινες» μελαγχολίες συναντάμε στα “Sorrys” και “The Jackal” αλλά και στο ορχηστρικό “Salt Water”. Όσο για το “October” θα μπορούσε να θεωρηθεί highlight του άλμπουμ. Ο Wilson με τη συνοδεία του πιάνου δίνει μια γνήσια αισθαντική ερμηνεία prog rock καταβολών και με στοιχεία από το παρελθόν του Elton John, καταφέρνοντας να μας περάσει το τραγούδι με τον πλέον προσωπικό τρόπο.
 Ο δίσκος κλείνει με το καταθλιπτικό, γενναίο στην ειλικρίνειά του “From 44 to 48”. Αφηγούμενο το πέρασμα της ζωής μέσα από τα επιμέρους ηλικιακά στάδια, αποτίει τελικά φόρο τιμής σε όλες εκείνες τις στιγμές αληθινής προσωπικής ευτυχίας που χαθήκανε στο όνομα της καριέρας και του διαρκούς αγώνα για την επιτυχία αφήνοντας μια πικρία.
 

Αν και το άλμπουμ αντικατοπτρίζει κυρίως την πετυχημένη σύζευξη μεταξύ του Wilson και του Geffen, θα ήταν άδικο να μην αναφερθεί η καίρια συμβολή στο συνολικό ηχητικό αποτέλεσμα του ντράμερ Tomer Z, του κημπορντίστα Eran Mitelman και του μπασίστα Seffy Efrati που κατάφεραν με εξαιρετική επιτυχία να δώσουν την κατάλληλη ατμόσφαιρα χωρίς να υπερβάλλουν ούτε στο ελάχιστο. Την παραγωγή έχουν αναλάβει από κοινού ο Wilson και ο Geffen, με τον «θρύλο» Alan Parsons να έχει βάλει κι αυτός τις πινελιές του σε τρία κομμάτια.

Συνολικά εκτιμώντας το “Blackfield V”, έχουμε να κάνουμε με ένα περιεκτικό, ισορροπημένο μουσικό ανθολόγιο μελωδικών περιπλανήσεων γύρω από τα αιώνια ερωτήματα που εδώ τίθενται με φόντο τον ωκεανό. Και μέσα από εύστοχες ενορχηστρώσεις οι δημιουργοί προσπαθούν να ανακτήσουν το στυλ και τα στοιχεία που καταξίωσαν τους Blackfield, χωρίς να επαναλαμβάνονται, και να δώσουν τη συνέχεια των Blackfield I και ΙΙ καταφεύγοντας σε έναν πιο φωτεινό ήχο. Και τελικά καταθέτουν την καλύτερη δουλειά τους εδώ και μία δεκαετία, δημιουργώντας την προσδοκία για τίποτα το λιγότερο στο μέλλον.

Μαρία Γεωργιάδου

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Mike Tramp: “Maybe Tomorrow”


Άλλη μία όμορφη δισκογραφική σόλο δουλειά από τον frontman των White Lion, Mike Tramp που όσο μεγαλώνει γίνεται όλο ώριμος και πιο εσωστρεφής σε σημείο ο λόγος και η ερμηνεία του να περιέχει έναν απλό ποιητικό τόνο.

Ο εμπνευσμένος συνδυασμός τρυφερών μελωδιών, λυρικών ερμηνειών και ήρεμων ρυθμών με τις ηλεκτροακουστικές κιθάρες και τις λιτές ενορχηστρώσεις να έχουν σημαντικό ρόλο μιας και είναι κάτι που το επαναλαμβάνει συνεχώς στους τελευταίους σόλο δίσκους του ο Δανός τραγουδιστής αφού φαίνεται ότι είναι κάτι που τον ευχαριστεί και θέλει να το μεταδώσει και στους οπαδούς του.
Σίγουρα η εποχή των White Lion έχει περάσει ανεπιστρεπτί και όσοι περιμένουν ανάλογες συνθέσεις από το δοξασμένο παρελθόν θα απογοητευθούν σφόδρα μιας και ο Mike Tramp έχει αλλάξει αρκετά εδώ και πολλά χρόνια και τραγουδά για πράματα της καθημερινότητας με μικρή δόση μελαγχολίας και νοσταλγίας αλλά αφήνοντας πάντα μία νότα αισιοδοξίας και χαράς.
Το άλμπουμ ξεκινά δυνατά  με το εξαιρετικό  “Coming Home” που θυμίζει λίγο από Tom Petty ενώ ακολουθεί το ταξιδάρικο It's Not How We Do It” . Άλλωστε σε όλη την καριέρα του ο Mike Tramp είχε μία μεγάλη αγάπη για τις μηχανές και απεικονίζεται συνεχώς τόσο στα βίντεο κλιπ (βλέπε το προπέρσινο  “Give It All You Got” , αλλά και το κλασσικό “Radar Love”) αλλά και στα εξώφυλλα των άλμπουμ των όπως κάνει και στο “Maybe Tomorrow”.
Η συνέχεια στον δίσκο ανήκει στα μελωδικά “Spring" και Would I Lie To You"  ενώ έπεται το “Rust And Dust"  σε ρυθμούς που φέρνουν έστω και λίγο από την εποχή των White Lion. Στο άλμπουμ συναντάμε μία υπέροχη μπαλάντα το Time And Place" που  είναι εκτελεσμένη μόνο σε φωνή και πιάνο και ακολουθεί το μπητλικό  (ιδιαίτερα στο ρεφρέν) What More Can I Say" ενώ  το  Why Even Worry At All"  περιέχει αρκετά γυρίσματα που από σύγχρονους U2 και Bon Jovi.
To άλμπουμ κλείνει με το ομότιλο “Maybe Tomorrow" και αποτελεί μία από τις πιο δυνατές στιγμές του άλμπουμ όπου το πιάνο και η ερμηνεία του Mike Tramp είναι πολύ συναισθηματική και τρυφερή με το κιθαριστικό σόλο να απογειώνει την σύνθεση.
Το έχουμε ξαναγράψει κι παλιότερα και θα το επαναλαμβάνουμε ότι ο Mike Tramp  μεγαλώνει και γίνεται σαν το παλιό κρασί, με ερμηνείες και μελωδίες που μπορεί να ακούγονται ολίγον ρετρό αλλά περιέχουν πολύ καρδιά, αγάπη, ζεστασιά και επιθυμία για ζωή με την απλότητα που οι περισσότεροι από εμάς αναζητούμε.

Φώτης Μελέτης

Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Eclipse: “Monumentum”

Το ερώτημα που τίθεται εδώ με τους ECLIPSE είναι απλό. Πως είναι δυνατόν να κυκλοφορήσουν κάτι τόσο εντυπωσιακό ή έστω ισάξιο με το “Armageddonize”; Και όμως μπορούνε! Οι Eclipse θεωρούνται δικαίως μια από τις καλύτερες μπάντες στον χώρο του melodic hard rock.

Το ταλέντο τους αστείρευτο, τα τραγούδια τους πιασάρικα όσο δεν πάει άλλο, οι συνθέσεις τους σφιχτοδεμένες που σε κολλάνε στον τοίχο με το πρώτο άκουσμα και οι μελωδίες τους εμπνευσμένες χωρίς να γίνονται βαρετές.
Με τέτοιο back round και με "ηγέτη" τον ταλαντούχο Erik Martensson οι νέοι "βασιλιάδες" του melodic hard rock επιστρέφουν με ακόμη ένα αριστούργημα που φέρει τον τίτλο “Monumentum”.
Το πρώτο δείγμα της νέας τους δουλειάς το ακούσαμε πριν από περίπου έναν μήνα. Το  "Vertigo" ήρθε σαν καταιγίδα για να μας ταρακουνήσει και να πιστοποιήσει το μεγαλείο αυτής της μπάντας. Δύναμη, ένταση και συναίσθημα σε τέλεια αρμονία με τις εκπληκτικές μελωδίες και το ρεφραίν που θέλεις δε θέλεις σου μένει στο μυαλό με την πρώτη. Οι κιθάρες λίγο πιο heavy και τα φωνητικά του Erik δυνατότερα και πιο παθιασμένα από ποτέ.  
Η συνέχεια ήταν με το επόμενο video-single “Never Look Back” με το οποίο οι Eclipse το τερμάτισαν στην κυριολεξία!!! Ίσως ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έχουν γράψει ποτέ. Ίσως από τα πιο πολυπαιγμένα κομμάτια στο cd-player, στο laptop, στο κινητό μου!
Με το "Killing Me" και το "The Downfall Of Eden" τούτοι εδώ οι εκπληκτικοί  Σουηδοί προσφέρουν άλλα δυο ανεκτίμητα διαμαντάκια. Ειδικά το "The Downfall Of Eden" έχει αυτό το κάτι διαφορετικό, λίγο πιο ‘σκοτεινό’, που πραγματικά το απογειώνει!   Με την μπαλάντα "Hurt" τα highlights του άλμπουμ δεν τελειώνουν ποτέ. Όμορφη μελωδία σε συνδυασμό με το εκπληκτικό κιθαριστικό σολάρισμα και τα παθιασμένα φωνητικά του  Erik Martensson  το “Hurt” δίνει πόνο!
Τα "Jaded", "Born To Lead" και το πιο heavy "Black Rain" (από τα πιο βαριά κομμάτια των eclipse) είναι 100% Eclipse. Kαι αυτό σημαίνει δυνατές κιθάρες, φοβερές μελωδίες, πιασάρικα ρεφραίν και άριστες ενορχηστρώσεις.
Το καλύτερο άλμπουμ για το 2017, μέχρι τώρα.
Προσωπικά πιστεύω πως λίγες μπάντες εκεί έξω μπορούν να προσφέρουν κάτι ανάλογο (ίσως το νέο H.E.A.T. που έρχεται) και κάτι τόσο πιασάρικο αλλά συγχρόνως τόσο ποιοτικό! The new kings of Hard Rock are back!

Βασίλης Χασιρτζόγλου

Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

Unruly Child : “Can’t Go Home”


Η Marcie Free είναι χωρίς αμφιβολία μία από τις καλύτερες φωνές στον χώρο του melodic rock/AOR. Το ντεμπούτο των Unruly Child θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα στον συγκεκριμένο ήχο.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, μετά το χρυσό ντεμπούτο, ‘είδαν’ τους Unruly Child να κυκλοφορούν άλλα δυο άλμπουμ, με διαφορετικούς τραγουδιστές, και μια άκρως ενδιαφέρουσα συλλογή με ακυκλοφόρητα τραγούδια και demos.
Στην συνέχεια όλα τα μέλη της μπάντας συμμετείχαν σε διάφορα projects μέχρι το 2010 όπου οι Unruly Child επέστρεψαν με μια νέα κυκλοφορία, μέσω της Frontiers Records, με τον τίτλο “World's Collide”. Ένα πραγματικά εξαιρετικό δισκάκι που περιείχε κάποια πολύ καλά τραγούδια εμπλουτισμένα με όμορφες μελωδίες, έξυπνα ρεφραίν καθώς επίσης και με μια πιο ‘φρέσκια’ προσέγγιση που το έκανε must για κάθε οπαδό της μπάντας.
Πέρασαν λοιπόν σχεδόν 7 χρόνια και οι Unruly Child δεν τα παράτησαν. Επιστρέφουν με το ολοκαίνουριο πόνημα τους που τιτλοφορείται “Cant Go Home”.  Από το εναρκτήριο άσμα του  "The Only One" συνειδητοποιεί κάποιος ότι αυτοί εδώ οι τύποι έχουν ακόμη πολλά να προσφέρουν στην συγκεκριμένη σκηνή.  Μελωδικότατο με την φωνή της Free να σε ταξιδεύει και το ρεφραίν να σου κολλάει στο μυαλό αμέσως!! Το πομπώδες και πιο ‘σκοτεινό’, για τους Unruly Child, "Four Eleven" είναι πολύ καλό  ενώ  το  “Driving Into The Future" ακούγεται σαν να ξέμεινε από το προσωπικό άλμπουμ της Free (σαν Mark Free τότε).
Το  "Get On Top" είναι αρκετά καλό αλλά με το “She If She Floats” οι Unruly Child καταφέρνουν να μας προσφέρουν ένα από τα καλύτερα τραγούδια του νέου δίσκου. Mid-tempo ρυθμοί με μια πολύ όμορφη μελωδία και ένα ρεφραίν που σε κάνει να το σιγοτραγουδάς για μέρες. Το ομότιτλο "She Cant Go Home” μου άρεσε πολύ. Ο συνδυασμός του melodic rock/AOR μαζί με κάποια πιο pop στοιχεία το κάνει ιδιαίτερο και ακούγετε ευχάριστα. Από τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου ξεχώρισα το ‘ταξιδιάρικο’ “When Love Is Here” και το πιο ροκάδικο “Someday, Somehow”.
Οι Unruly Child με το  "Can’t Go Home" αρνούνται να συνταξιοδοτηθούν και να πάνε  σπίτι τους  και για ακόμη μια φορά, μας προσφέρουν ένα αρκετά δυνατό άλμπουμ.

Βασίλης Χασιρτζόγλου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...