Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

Judas Priest: "Sin After Sin"

Σε όλες τις playlist μου, από το παλιό i pod μου, έως και μετέπειτα το κινητό μου, ο συγκεκριμένος δίσκος ήταν μόνιμα εκεί, παρών. Κι εξηγούμαι. Ο δίσκος ήταν ο μισός αξιόλογος. Η διάθεση πειραματισμού των Priest, δεν ήταν στα καλύτερά της, για παράδειγμα στην prog rock μπαλάντα Last Rose of Summer, ούτε στο αδύναμο Here Come The Tears, το οποίο παλεύει φιλότιμα αλλά άδικα να σώσει ο Rob Halford .

Ο λόγος όμως, δεν είναι αυτός. Ακούει στο όνομα Simon Philips, του seasonal drummer, που προσέλαβαν οι Priest για τις ανάγκες του δίσκου. Γεμάτος όρεξη , ο νεαρός Philips εισάγει θυμωμένους και ανατρεπτικούς ρυθμούς στα τραγούδια της μπάντας και προκαλεί τους υπόλοιπους, αν αντέχουν , να τον ακολουθήσουν .
Κι εγένετο θαύμα! Οι απαρχές κυριολεκτικά του ρεύματος του heavy metal, μισή δεκαετία αργότερα. Καλουπωμένες. Και η αρχή είναι το opening track, Sinner . Μεθυστικό, αλήτικο και εκρηκτικό. Με κορύφωση, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από τους συνοδοιπόρους στον σκληρό ήχο Black Sabbath . Το γεμάτο ενέργεια, "σφηνάκι’’ Starbreaker, με όση διάρκεια χρειάζεται για να κάνει τον ακροατή να επιμείνει στο δίσκο, μετά το δημιουργικό σοκ της διασκευης Diamonds And Rust της Joan Baez. Τη χαραυγή του speed metal, Let Us Prey / Call For The Priest , αλησμόνητου μετά το πρώτο άκουσμα αλλά αδικημένου κομματιού, όπου τα πάντα είναι δύο ταχύτητες πάνω, μουσικά. Και φυσικά, το χιλιοκοπιαρισμένο από thrash metal μπάντες, Dissident Aggressor, που δεκαετίες αργότερα, όταν θα τολμούσαν να το παίξουν live, οι Priest , θα τους χάριζε και το πρώτο τους βραβείο Grammy. Έστω κι αν είναι ο μισός αξιόλογος , ήταν σφόδρα επιδραστικός ο δίσκος , στη μετέπειτα πορεία του heavy rock / metal, ακριβώς γιατί οι Priest , σήκωσαν το γάντι στην πρόκληση του Simon Philips, κι απέδειξαν έτσι την αξία τους , ως μουσικοί πρωτοπόροι.
Ο δίσκος θα έδινε στους Judas Priest, τότε, την πρώτη τους επιτυχία στα βρετανικά charts, με το "Diamonds And Rust", ενώ ο Robert Plant, εντυπωσιασμένος από το ποιόν τους θα τους προσκαλούσε, να ανοίξουν για τους Led Zeppelin , συναυλία στις ΗΠΑ κατά την περιοδεία των δεύτερων, για το Presence .
 Έκτοτε και ώντας πλέον σε μεγάλη δισκογραφική εταιρία, οι Priest θα γιγαντώνονταν μουσικά , δημιουργώντας γενιές και γενιές οπαδών και υποψήφιων μιμητών. Και φυσικά, θα "βάπτιζαν’’ ουκ ολίγες μπάντες, με τα ονόματα των τραγουδιών τους στο εγγύς μέλλον της πορείας τους…


Κώστας Δάβαρης

Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

Bonfire: "Temple Of Lies"

Oι Γερμανοί BONFIRE είναι και παραμένουν ένα αγαπητό
γκρουπ ιδιαίτερα στην πατρίδα μας άλλωστε έχουν εμφανισθεί αρκετές φορές στη χώρα μας. Βέβαια πάντοτε ζούσαν στην σκιά των SCORPIONS, των ACCEPT και των HELLOWEEN παρότι στα τέλη της δεκαετίας του '80 είχαν κάνει σημαντική εμπορική επιτυχία με τα πρώτα τρία άλμπουμ τους.

Το γκρουπ στα χρόνια που πέρασαν μετά την μεγάλη τους  εμπορική αποδοχή κυκλοφόρησαν μία σειρά μέτριων και άλλοτε καλών άλμπουμ ενώ σημαντική αλλαγή ήταν πριν μερικά χρόνια η απομάκρυνση του τραγουδιστή Claus Lessmann, με τον οποίο οι BONFIRE αλλά και οι οπαδοί είχαν ταυτιστεί μαζί του.
Ο κιθαρίστας και ηγέτης του γκρουπ Hans Ziller δεν πτοήθηκε από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε  μετά από αυτήν την καθοριστική αλλαγή αλλά συνέχισε να ηχογραφεί και με τραγουδιστή πλέον τον Alexx Stahl (είχαν προηγηθεί οι David L. Reece και για πολύ λίγο ο Michael Bormann) δημιούργησαν το "Temple of Lies" που είναι μία αξιόλογη κυκλοφορία και αντάξια της ιστορικής διαδρομής του γκρουπ.
Η 15η στούντιο κυκλοφορία των BONFIRE έχει δύο συνθετικές κατευθύνσεις όπου ένα μέρος των κομματιών χαρακτηριζονται από τον κλασσικό ευρωπαικό heavy metal ήχο ενώ το υπόλοιπο μέρος θυμίζει έντονα το μελωδικό hard rock των πρώτων ημερών της μπάντας με τα ρεφρέν να δίνουν ένα πιο πιασάρικο τόνο.
Ο δίσκος ξεκινά με το ολιγόλεπτο ατμοσφαιρικό "In the Beginning" που αποτελεί προίμιο του καταιγιστικού ομότιτλου "Temple of Lies" όπου Accept, Helloween, Iron Maiden και Judas Priest παντρεύονται πανέξυπνα ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει στο "Stand or Fall" αφού είχε προηγηθεί τo "On the Wings of an Angel" που η εισαγωγή είναι αντιγραφή του "Rock 'n' Roll Children" του Dio!
Ακολουθεί σε ίδιο ύφος περίπου, το "Feed the Fire (Like the Bonfire)" και οι ρυθμοί πέφτουν με την μέτρια μπαλάντα "Comin' Home" που "σώζεται" από την δυναμική ερμηνεία του Alexx Stahl. Η συνέχεια ανήκει στο "I'll Never Be Loved by You" που θυμίζει λίγο από Scorpions όπως και το "Fly Away" που ακούγεται αρκετά μελωδικό.
Το άλμπουμ κλείνει με το "Love the Way You Hate Me" με τις κιθάρες να έρχονται από τα metal '80s και έπειτα εξελίσσονται σε μία συμπαθέστατη μελωδική σύνθεση ενώ το "Crazy over You" aor-ιζει στο έπακρο με το ρεφρέν να νομίζεις ότι είναι γραμμένο από τον Desmond Child!

Εν κατακλείδι οι Bonfire χωρίς να εκπλήσσουν και να εντυπωσιάζουν κυκλοφορούν ένα καλοδουλεμένο και πολύ καλό δίσκο που θα μας συνοδεύει ευχάριστα στις ζεστές μέρες που έρχονται.

Φώτης Μελέτης

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...