Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

THE BLACK HEART PROCESSION - “Ghetto” Istanbul 27 May 2010


Ερευνώντας για τις συναυλίες των ημερών, πέφτει το μάτι μου στις 28 & 29 Μαΐου για τα 2 live των ΤΗΕ BLACK HEART PROCESSION στην Αθήνα, και αναφώνησα:

“δεν είναι δυνατόν! Θα τα χάσω.” Μια ματιά πιο πάνω όμως με κάνει να πεταχτώ από χαρά γιατί στις 27 Μαΐου θα παίξουν στην Κωνσταντινούπολη και θα είμαι εκεί την νύχτα αυτή και έτσι θα τους δω! ..και έτσι και έγινε.

Οι THE BLACK HEART PROCESSION από το San Diego κατάφεραν σε μια νύχτα να κάνουν τους θαμώνες του “Ghetto club” της Istanbul να λικνίζεται στους indie, alternative rock σκοτεινούς ρυθμούς τους.

Σαν κουαρτέτο από νουάρ ταινία του αμερικάνικου κινηματογράφου, εμφανίστηκαν από χαλασμό χειροκροτημάτων στον κατάμεστο χώρο. Με τους βασικούς πρωτεργάτες PALL JENKINS (singer/guitarist) και όχι μόνο γιατί ο PALL με το που εμφανίστηκε στην σκηνή, κάθισε, και άρχισε να παίζει με ένα …πρίονι και ένα δοξάρι.! Βγάζοντας έτσι απίστευτα μοναδικά μυστηριακούς και σκοτεινούς ήχους, και τον TOBIAS NATHANIEL (multi-instumentalist).

Έτσι γέμισαν την νύχτα μας με τραγούδια που ξεχείλισαν από συναίσθημα, σκοτεινιά, και κουρντίζοντας μας με διάθεση για περιπετειώδεις κατευθύνσεις. Μια βραδιά από κατάμαυρες μπαλάντες για τις απορριπτέες αγάπες και τις ξεχασμένες ψυχές. Μια συναισθηματικά ηχηρή νύχτα όπως άλλωστε και το τελευταίο τους άλμπουμ “SIX”, από το οποίο έπαιξαν αρκετά κομμάτια όπως και από προηγούμενες δουλειές τους οι οποίες δεν είναι και λίγες αφού οι μπάντα δισκογραφεί από το 1997.

Το playlist ήταν το εξής :
OUTSIDE THE GLASS / THE WAITER#2 / RELEASE MY HEART / TROPICS OF LOVE / RATS / WASTELAND / BLUE WATER / I KNOW YOUR WAYS / THE LETTER / DRUGS / ALL MY STEPS / NOT JUST WORDS / BLUE TEARS / HEAVEN AND HELL / OLD KINDA SUMMER / TANGLED / SQUARE / DIAMONDS.
Για τους εραστές των ήχων και μελωδιών των L.COHEN, T.WAITS, J.CASH, N.CAVE, είναι απλά…πανδαισία!

Ο ήχος στο “Ghetto” ήταν απίστευτα καλός από όποιο σημείο και να ήθελες να σταθείς και αυτό το αναφέρω γιατί, το club είναι ένας πραγματικά ονειρεμένος χώρος για live, νεοκλασική αίθουσα με μακρόστενη δομή με πατάρι-εξώστη σε κυκλική μορφή δίνοντας σου την ευκαιρία να βλέπεις και να ακούς από παντού, και μην αναφερθώ στην διακόσμηση του χώρου…απλά τέλεια!

Η ατμόσφαιρα πολύ δροσερή και χωρίς να αισθανθείς ούτε για ένα λεπτό ασφυξία ή ζέστη. Οι θαμώνες ήταν σίγουρα πάνω από 200 αλλά και να ήθελαν να μπουν κι άλλοι νομίζω πως θα ήταν αδύνατον καθότι ο χώρος ήταν γεμάτος με όλη την έννοια της λέξης! Πάρα πολύ ζεστοί, με θετική αύρα και δίψα να ακούσουν και την παραμικρή νότα, κάνοντας την μπάντα να νιώθει όχι μόνο πολύ άνετα αλλά να ευχαριστεί ξανά και ξανά για την υποδοχή και την φιλοξενία.

Κόσμος πραγματικά από όλες τις ηλικίες ήταν εκεί και τραγουδούσαν τον κάθε στίχο, κάνοντας την ζεστή κατά τα άλλα νύχτα της Κωνσταντινούπολης πιο μαγευτική μα ακόμα και πιο underground. Εύχομαι το ίδιο να έγινε και εδώ και αλήθεια θέλω να το μάθω.
www.myspace.com/theblackheartprocession

Ελένη Λιβεράκου

John Norum – Play Yard Blues

Γνωρίζετε πολλούς κιθαρίστες να έχουν κυκλοφορήσει 7 προσωπικά cd με ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία (εκτός ΗΠΑ) και ΔΕΝ συμπεριλαμβάνονται στις διάφορες λίστες με τους καλύτερους κιθαρίστες, που δημοσιεύουν κατά καιρούς τα αμερικάνικα και όχι μόνο περιοδικά για την εξάχορδη ερωμένη? Αν ο John Norum ήταν αμερικάνος, σίγουρα θα είχε πολύ μεγαλύτερη θέση στην συνείδηση και στις «λίστες» της ροκ κοινότητας… Στην Σουηδία πάντως θεωρείται κάτι σαν εθνικός ήρωας, περισσότερο για την προσωπική του καριέρα, παρά για την συμμετοχή του στους έτσι κι αλλιώς υποτιμημένους Europe…
To “Play Yard Blues” είναι το έβδομο κατά σειρά πόνημα του (για την ακρίβεια) Νορβηγού και όπως φανερώνει και ο τίτλος, πρόκειται για μία ακόμα blues κατάθεση ψυχής του «Γιαννάκη»… Το εξώφυλλο του cd απεικονίζει τον Norum με τον γιο του Jake Thomas να μοιράζονται την αγάπη τους για την εξάχορδη θεά και να αποτίουν φόρο τιμής στην προσφάτως νεκρή σύζυγο και μητέρα Michelle Meldrum (κιθαρίστρια των Phantom Blue και Meldrum)…
Επί του προκειμένου θα λέγαμε ότι το “Play Yard Blues” είναι και συνθετικά και κιθαριστικά το καλύτερο cd του Norum από το 1996 και ύστερα, με το οποίο «πλησιάζει» τα αριστουργήματα των late ‘80s και early ‘90s… Για τους περισσότερο μυημένους, θα λέγαμε ότι είναι η συνέχεια του “Another Destination”, με τον Norum να μας εκπλήσσει ευχάριστα μετά από χρόνια και σαν τραγουδιστής, ενώ και κιθαριστικά μετά από πολύ καιρό δίνει περισσότερη σημασία στην τεχνική, παρά στον ήχο…
Κορυφαίες στιγμές του cd είναι τα δύο εναρκτήρια τραγούδια “Let It Shine” και “Red Light Green High”, το άπαιχτο «AORίζον» “When Darkness Falls” και φυσικά το ομώνυμο instrumental, το οποίο οι die hard οπαδοί το έχουμε ακούσει εδώ και 3 χρόνια στα live των Europe… Το cd περιλαμβάνει και 3 εξαιρετικές διασκευές στους Thin Lizzy, Mahogany Rush και τους Mountain, ενώ αν θα πρέπει να γκρινιάξουμε για κάτι, είναι αφενός η «αναιμική» παρουσία στο cd του bandmate στους Europe και εξαίσιου πληκτρά Mic Michaeli και η κατώτερη του αναμενομένου παρουσία του γνωστού σε όλους μας πολύ καλού τραγουδιστή Leif Sundin στα “Got My Eyes On You” και “Born Again”.
Για όσους γνωρίζουν και γουστάρουν την προσωπική καριέρα του Norum, το cd θεωρείται απαραίτητο…
Για όσους από τους νεότερους θέλουν να μάθουν (ειδικά οι κιθαρίστες), αν τους αρέσει το shredding, δηλαδή ένας τύπος που να μπορεί να παίξει σχεδόν τόσο γρήγορα όσο ο Malmsteen, ας αγοράσουν το “Total Control”. Αν πάλι γουστάρουν σούπερ κλάσης hard rock, ας αγοράσουν το ανυπέρβλητο “Face The Truth” (με τον Glenn Hughes στα φωνητικά)… Όποιος προτιμά τα blues, θα πρέπει να αγοράσει αυτό το πολύ καλό cd ή το “Another Destination”, ενώ η «ποικιλία» περιλαμβάνει και doom (Worlds Away) ή ακόμα και stoner εκδοχές (Optimus)… Όπως είναι φανερό από την συγκεκριμένη κριτική, αν μη τι άλλο ο Norum μάλλον βαριέται τον εαυτό του και σε κάθε cd αλλάζει στυλ… Και τα καταφέρνει εξίσου καλά σε όλα ο μπαγάσας…
Η κριτική αυτή αφιερώνεται στον μεγαλύτερο ίσως Europe και Norum fan εντός ελληνικών συνόρων, τον εκλεκτό φίλο και comrade, Αριστοτέλη Βασιλάκη.
Άρης Αβραμίδης

Σάββατο 29 Μαΐου 2010

MASTERPLAN: "Time to be King"

Το νέο άλμπουμ του Jorn Lande, συγγνώμη των Masterplan με την επιστροφή του Jorn Lande ήθελα να πω, είναι γεγονός!
Βλέπετε ο πολυπράγμων Jorn Lande μας έχει συνηθίσει σε πολλά projects. Όταν, όμως, ένα συγκρότημα έχει στις τάξεις του αυτό το φοβερό ερμηνευτή(είμαι οπαδός αυτού του άξιου διαδόχου του DIO και του COVERDALE, τ' ομολογώ), οι συνθέσεις του αποκτούν μία άλλη διάσταση! Πιο συγκεκριμένα το συγκρότημα κινείται σε melodic power και heavy metal μονοπάτια, όπως και στα προηγούμενα άλμπουμ αλλά χωρίς να φτάνει συνθετικά τα δύο πρώτα (Masterplan και Aeronautics αντίστοιχα)! Εντούτοις όπως κάθε δίσκος των Μasterplan, έτσι κι αυτός σ' απογειώνει!
Τα γρήγορα και heavy κιθαριστικά του Roland Grapow σε συνδυασμό με τα εξίσου έντονα πλήκτρα του Axel Mackenrott καθιστούν το κάθε κομμάτι πομπό ενέργειας και δυναμισμού και συμβάλλουν στη μοναδικότητά του. Γι' αυτό θα πρέπει να ακούσετε κάθε κομμάτι ξεχωριστά και με προσοχή!
Αξίζει όμως να γίνει αναφορά στο Lonely Winds of War που θα διαπιστώσετε ότι θυμίζει έντονα το sample απ'το hip hop κομμάτι του 1997, Prince Igor, απότοκο της συνεργασίας του Warren G με την υψίφωνο Sissel. Επίσης ξεχωριστό μουσικό ύφος έχει το σκοτεινά ατμοσφαιρικό κομμάτι The Dark Road καθώς και το bonus track Kisses From You που φαίνεται σαν να έχει δημιουργηθεί από τους Queen!
Συμπερασματικά, σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να συμπεριλάβετε στη δισκοθήκη σας αυτό το άλμπουμ που παγιώνει την αξία των Masterplan στο χώρο του σύγχρονου metal!
Νικόλαος Καπίρης

GARY MOORE: "We Want Moore" (1984 - Virgin Records)

Tο “WE WANT MOORE” κυκλοφόρησε την περίοδο που ο Ιρλανδός κιθαρίστας κέρδιζε συνεχώς νέους οπαδούς και οι συναυλίες που έδινε είχαν απίστευτη ενέργεια και πάθος.
Ο Gary Moore με κύριο όπλο την σκληρή δουλειά κατόρθωνε να λάμπει σε όλα τα επίπεδα (κιθαριστικά, σύνθετικά, φωνητικά, ενορχηστρωτικά) αλλά εκείνο που τον έκανε άκρως συναρπαστικό σαν κιθαρίστα ήταν το εκρηκτικό του hard n’ heavy παίξιμο που ο ίδιος φρόντιζε να το τονίζει και να το αναδεικνύει ώστε να του δίνει μία ξεχωριστή γοητεία όπως θα έκανε ένας πραγματικός guitar hero!
Έτσι κι αλλιώς στη συνέχεια ο G. Moore θα έφτανε στην κορυφή από εμπορικής και καλλιτεχνικής πλευράς πριν το γυρίσει οριστικά στα blues και αφήσει πίσω του μία σειρά από μνημειώδη άλμπουμ που εμείς οι παλιότεροι λατρέψαμε και αγαπήσαμε ιδιαίτερα.Στο “We Want Moore” λοιπόν υπάρχουν κυρίως τραγούδια από τα αξιόλογα “Victims of The Future” και “Corridors of Power” ηχογραφημένα ζωντανά το 1984 σε Ντιτρόιτ, Γλασκόβη, Λονδίνο και Τόκιο ενώ στη remastered έκδοση υπάρχει επιπλέον και το ανατριχιαστικό “Parisienne Walkways”.
Στα τύμπανα συναντάμε τόσο τον μεγάλο Ian Paice (Deep Purple) όσο και τον Bobby Chouinard, στο μπάσο τον έμπειρο Craig Gruber (Elf, Rainbow,Rods) ενώ η αδυναμία μας είναι ο εξαιρετικός μουσικός Neil Carter που συμμετέχει στα κήμπορντς, ρυθμική κιθάρα και δεύτερα φωνητικά. Τα κομμάτια που κλέβουν την παράσταση είναι η διασκευή του “Shapes of Things to Come” από τους Yardbirds, “End Of The World”, “Don’t Take me for A Loser”, το υπέροχο “Empty Rooms”, το φανταστικό “Victims of The Future” και το εκπληκτικό “Μurder in The Skies” που στιχουργικά αναφέρεται σε ένα τραγικό γεγονός που προκάλεσαν οι Ρώσοι εκείνη την εποχή εναντίον της Κορέας με δεκάδες νεκρούς.
Το “We Want Moore” είναι ένας ασταμάτητος χείμαρρος από επιθετικούς και εμπνευσμένους hard rock ρυθμούς με ακατέργαστες μελωδίες και με την φωνή του σπουδαίου Ιρλανδού κιθαρίστα να προσθέτει μία μοναδική δυναμική σε ένα τρομερό live album!
TRACKLIST: 1) Μurder in The Skies, 2) Shapes of Things to Come, 3) Victims of The Future, 4) Cold Hearted, 5) End Of The World, 6) Back On The Streets, 7) So Far Away, 8) Empty Rooms, 9) Don’t Take me for A Loser, 10) Rockin’ and Rollin
ΜΕΛΗ: Gary Moore (κιθάρα,φωνή), Neil Carter (κήμπορντς, ρυθμική κιθάρα), Bobby Chouinard (ντραμς), Ian Paice(ντραμς), Craig Gruber (μπάσο).
Φώτης Μελέτης

Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

SHINING LINE: "Shining Line"

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έξαρση στον χώρο του μελωδικού hard rock/AOR στην Ιταλία και το ευχάριστο είναι ότι βλέπεις πολύ συχνά να ξεπετάγονται μπάντες από την γειτονική χώρα και να κάνουν την έκπληξη στον χώρο.
Η συγκεκριμένη περίπτωση ακούει στο όνομα Shining Line, ένα ελπιδοφόρο σχήμα που μάλλον έχει περισσότερο το χαρακτήρα ενός project αν κρίνουμε από την δομή τους. Οι Shining Line λοιπόν και το ντεμπούτο άλμπουμ με τίτλο απλώς το όνομά τους, είναι το αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας έρευνας και μουσικής αναζήτησης του ανθρώπου που ευθύνεται για το εγχείρημα αυτό, του Pierpaolo “Zorro” Monti, ντράμερ της μπάντας μαζί με τον παιδικό του φίλο και συνοδοιπόρο Amos Monti στο μπάσο να συνθέτουν το rhythm section του συγκροτήματος. Κι εδώ είναι το ωραίο της υπόθεσης.
Ο τύπος λοιπόν αφού σχηματίζει τον βασικό κορμό του project, κατόπιν συγκεντρώνει όλη την elite των καλλιτεχνών του χώρου για να “ντύσουν” με τις ερμηνείες τους, τις έξοχες συνθέσεις αυτού του νεαρού ταλαντούχου μουσικού.
Το αποτέλεσμα είναι άκρως εκπληκτικό για τα δεδομένα του χώρου αφού τα τελευταία χρόνια σε συστηματική βάση βλέπουμε πολλά AOR projects κυρίως για λογαριασμό της Frontiers Records, τις πιο πολλές φορές όμως με άνευρες συνθέσεις και χωρίς να προσφέρουν κάτι καινούργιο στον χώρο.
Οι Shining Line αποτελούν μια από τις λαμπρές εξαιρέσεις και αυτό μπορείτε να το εντοπίσετε και στις συνθέσεις του άλμπουμ. Το εναρκτήριο “Highway Of Love”, ίσως το πιο “catchy” κομμάτι του άλμπουμ με την φαντασμαγορική εισαγωγή των keyboards του γνωστού και μη εξαιρετέου στους Ιταλικούς κύκλους Alessandro Del Vecchio (Edge Of Forever) ο οποίος υπογράφει και την κρυστάλλινη παραγωγή του άλμπουμ, τις τρομερές κιθαριστικές μελωδίες και μια κλασσάτη ερμηνεία από τον Erik Martensson (Eclipse).
Επίσης φοβερές συνθέσεις είναι και τα “Heat Of The Light” (Robin Beck, vocals), “The Meaning Of My Lonely Words” (Michael Shotton of Von Groove, vocals) “Still In Your Heart” (Bob Harris of Axe & Sue Willets of Dante Fox, vocal duet) “Alone” (Michael Bormann, vocals) και το δυναμικό “The Infinity In Us” με τον guests τον Michael Voss (Casanova, Mad Max) στα φωνητικά και τον μοναδικό Vinny Burns (Dare, Ten) στις κιθάρες.
Φυσικά οι συμμετοχές δεν περιορίζονται εκεί. Κάθε σύνθεση φέρει - πέρα από την ταυτότητα του δημιουργού της – τα trademark φωνητικά του εκάστοτε καλλιτέχνη, κι αυτό τις κάνει μοναδικές. Άψογο λοιπόν δείγμα γνήσιου μελωδικού hard rock/AOR που έχει και μια δόση νοσταλγίας των ‘80s, αφού οι 15 συνθέσεις του άλμπουμ κατά βάση στηρίζονται στις μελωδίες εκείνης της εποχής.
Φοβερή επίσης η επιλογή να κυκλοφορήσουν το album από μια εταιρεία που μπαίνει δυναμικά στο χώρο του μελωδικού ήχου και δείχνει να ενδιαφέρεται πραγματικά για την προώθηση του roster της και τα πρώτα δείγματα είναι άκρως θετικά. Εν κατακλείδι, το άλμπουμ ακούγεται τόσο ευχάριστα από όλα τα ακροατήρια και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα (επαναλαμβάνω) αδιάφορα projects των τελευταίων χρόνων. Ο νοών νοείτο!!!
Άρης Αβραμίδης

Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Η ανατρεπτική P.J.Harvey

Polly Jean Harvey˙ η αγγλίδα μουσουργός με τους ανατρεπτικούς ήχους της, έχει κάθε δικαίωμα να φιλοξενείται σ αυτή τη στήλη, να ενθρονίζεται και να στέφεται βασίλισσα - αμαζόνα του Rockway.gr!
BACKGROUND
Γεννημένη σε μια κωμόπολη του Dorset της Αγγλίας τον Οκτώβρη του 1969, η Polly Jean μεγάλωσε από μικρή με ισχυρές μουσικές επιρροές στη φάρμα των γονιών της. Γλύπτες και οι δύο δε θα μπορούσαν παρά να τρέφουν μια ξεχωριστή αγάπη και για τη μουσική. Η ίδια λοιπόν έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις της πως μεγάλωσε με τη συντροφιά των μελωδιών των John Lee Hooker, Howlin' Wolf, Robert Johnson, Jimi Hendrix και Captain Beefhear. Όταν εξερεύνησε μόνη της τον κόσμο της μουσικής αγάπησε καλλιτέχνες όπως οι Soft Cell, Duran Duran, Spandau Ballet, Pixies, Television και Slint ιδιαίτερα κατά την εφηβεία της, και πολύ αργότερα συνθέτες όπως οι Ennio Morricone, Arvo Pärt, Samuel Barber και Henryk Górecki. Όλες αυτές οι επιρροές διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό το μουσικό της προσανατολισμό και σε συνδυασμό με την εκρηκτική προσωπικότητά της την έκαναν αυτό που είναι σήμερα.
Ποία ήταν όμως τα πρώτα επαγγελματικά μουσικά βήματα της Pj;
CAREER
Όταν τελείωσε το σχολείο η Polly, χωρίς να είναι απόλυτα σίγουρη για το ποια τέχνη θέλει να υπηρετήσει, παρακολούθησε με επιτυχία κάποια μαθήματα Τέχνης στο Yeovil Art College, καθώς επίσης γράφτηκε στο περίφημο Saint Martins College με σκοπό να παρακολουθήσει μαθήματα γλυπτικής και να βαδίσει στα βήματα των γονιών της. Στο μεταξύ όμως έκανε μαθήματα σαξοφώνου για οχτώ χρόνια και μέσα απ’ τις μπάντες τις οποίες στελέχωσε κατά τα πρώτα της μουσικά βήματα εξέλιξε τις φωνητικές και κιθαριστικές της ικανότητες κι έτσι αποφάσισε πως θέλει να στραφεί αποκλειστικά στη μουσική.
Οι πρώτες μπάντες στις οποίες συμμετείχε ήταν οι εξής: Bologna, the Polekats, the Stoned Weaklings και Automatic Dlamini. Στους τελευταίους είναι που έμαθε να χρησιμοποιεί σωστά την κιθάρα κι έτσι το 1991 έφτιαξε το τρίο που φέρει το όνομα της˙ “Pj Harvey”. Μέλη αυτού εκτός απ’ την ίδια ήταν ο Rob Ellis στα drums (μαζί της από τους Automatic Dlamini) και ο Ian Olliver στο μπάσο (ο οποίος αργότερα αντικαταστάθηκε απ’ τον Steve Vaughan). Τα πρώτα τους live υπήρξαν παταγωδώς αποτυχημένα. Μάλιστα την πρώτη φορά που έπαιξαν μπροστά σε κοινό ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού τους ικέτευε να σταματήσουν να παίζουν προτού να φύγουν οι τελευταίοι πελάτες του! Μολαταύτα η διαφορετικότητα της και ανατρεπτική οπτική γωνία απ’ την οποία βλέπει τη μουσική έλαμψε, σχετικά γρήγορα!
Το 1991 κυκλοφόρησε το πρώτο της single “Dress” το οποίο έλαβε εξαιρετικές κριτικές όπως επίσης και το δεύτερο single “Sheela Na Gig”, προάγγελος του πρώτου της LP μαζί με τη μπάντα της “Dry” που κυκλοφόρησε το 1992. ( Το εν λόγω album τυγχάνει να είναι ένα απ’ τα 20 αγαπημένα albums όλων των εποχών, του αξέχαστου Kurt Cobain όπως ο ίδιος αναφέρει στα ημερολόγιά του που εκδόθηκαν σε βιβλίο με τίτλο “Journals”. )
Ο δίσκος καθιέρωσε την Pj και το συγκρότημά της στη hard rock, punk σκηνή κι έτσι μέσα σε διάστημα λιγότερο των δύο χρόνων κυκλοφόρησε δύο νέους δίσκους, το “Rid Of Me” και το solo project “ 4- Track Demos” που περιείχε 8 τραγούδια, τέσσερα demos απ’ το Rid Of Me και άλλα τέσσερα ακυκλοφόρητα τραγούδια από προηγούμενες δουλειές της. Έπειτα απ’ αυτές τις κυκλοφορίες το τρίο διαλύθηκε και τα μέλη ακολούθησαν ξεχωριστές μουσικές πορείες.
Φυσικά η Polly είχε ήδη δει το άστρο της να ανατέλλει. Μια επιτυχημένη καριέρα διαφαίνονταν ξεκάθαρα μπροστά της. Μια καριέρα που δε βασίστηκε ποτέ στην εξωτερική εμφάνιση ή σε σκάνδαλα αλλά καθαρά στη πρωτοτυπία και την ιδιότυπη μουσική παιδεία της καλλιτέχνιδος.
Η Polly Jean λοιπόν κάνει την το πρώτο της solo break out με το “To Bring You My Love” , το 1995. Ο δίσκος κάνει τρομερή επιτυχία και περνάει μπροστά από Nirvana και Public Enemy σε charts με τα καλύτερα albums των 90s’ . Κατά τη περιοδεία του “To Bring You My Love” η Pj πειραματίζεται με την εμφάνισή της. Βγαίνει πάνω στη σκηνή ντυμένη με περίτεχνες τουαλέτες, ψεύτικες βλεφαρίδες και νύχια υιοθετώντας το look μάγισσας. Αργότερα θα δηλώσει πως έψαχνε για μια … “μάσκα”, έναν άλλο εαυτό να ντυθεί, καθώς δεν ήταν καθόλου κατασταλαγμένη ως προς το ποια πραγματικά είναι μέχρι τότε.
Το 1998 κυκλοφορεί το “Is this desire?”. Ισχυρές δόσεις πλήκτρων, πιάνου και μπάσου στον ήχο του, το κάνουν λιγότερο αγαπητό απ’ τα προηγούμενα, ωστόσο και αυτό εισέπραξε αξιόλογες κριτικές μέχρι να έρθει το υπέρ - πετυχημένο… “Stories From The City Stories From The Sea”. Ο δίσκος αυτός, γόνος μεγάλων επιτυχιών όπως το “Good Fortune”, το “This is love” και το “This Mess We’ re in” με την φανταστική συμμετοχή του Thom Yorke των Radiohead, αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της Αγγλίδας μουσικού. Το 2004 έρχεται το 7ο studio album της “Uh Huh Her” στο οποίο για πρώτη φορά μετά το “ 4- Track Demos” κάνει όλη τη παραγωγή μόνη της και παίζει όλα τα μουσικά όργανα πλην των drums.
Ο δίσκος αυτός είναι κάτι πολύ διαφορετικό από κάθε τι είχε κυκλοφορήσει ως τότε και έχει να συναγωνιστεί και τη τεράστια εμπορική επιτυχία του “Stories…” . Αυτό φέρνει σε απολογητική θέση τη Polly που δηλώνει σε συνεντεύξεις της πως, αυτό που θέλει κάθε φορά που δημιουργεί ένα δίσκο είναι ποικιλία και πολυμορφία στους ήχους και στο ύφος, έτσι ώστε να μην επαναλαμβάνεται.
Το τελευταίο προσωπικό της album είναι το “White Chalk” που κυκλοφόρησε το 2007 και περιλαμβάνει κυρίως μπαλάντες με κύριο μουσικό όργανο το πιάνο. Η ίδια δηλώνει για το δίσκο αυτό: “Κάθε φορά που ακούω το album αυτό δε ξέρω αν είναι 100 χρόνια μπροστά ή 100 χρόνια πίσω.” Από τότε έχει αρκεστεί σε συνεργασίες ιδιαίτερα με τον John Parish, παλιό της γνώριμο απ’ τους Automatic Dlamini. Έχει γράψει επίσης τραγούδια για το δίσκο της Marianne Faithfull “Before the Poison”.
PERSONAL LIFE
Λίγα είναι γνωστά για την προσωπική ζωή της ιδιαίτερης αυτής περσόνας, αυτό όμως που όλη γνωρίζουν είναι τη σύντομη αλλά σφοδρή σχέση της με τον Nick Cave κατά τα mid 90s’. Σχέση που σφραγίστηκε με δύο υπέροχα τραγούδια τη μπαλάντα “Henry Lee” απ’ το δίσκο “Murder Ballads” των “Nick Cave And The Bad Seeds” στην οποία η Pj συμμετείχε και φυσικά το κομμάτι “West Country Girl” που έγραψε ο Nick μετά το χωρισμό τους αποκλειστικά για εκείνη. Κατά τα άλλα η ίδια περιγράφει τον εαυτό της σαν ένα πολύ ήσυχο, κλειστό άνθρωπο που δε βγαίνει έξω πολύ και δεν είναι ιδιαίτερα κοινωνική. Είναι καθόλα αφιερωμένη στη μουσική της. Υποστηρίζει επίσης πως κάποια στιγμή θα ήθελε να γίνει μητέρα αλλά δε θα διανοούταν να κάνει ποτέ παιδί εκτός γάμου, γι αυτό θεωρεί πως μπορεί να μη βιώσει ποτέ τη μητρότητα καθώς δε θέλει να κάνει παιδί παρά μόνον με αυτό που θα θεωρεί τον ιδανικό σύντροφο.
Σκοτεινή και ρομαντική, πολύπλοκη μα και δωρική η Polly Jean Harvey είναι ίσως η καλύτερη γυναίκα μουσικός της γενιάς της και έχει να προσφέρει πολλά ακόμη στη μουσική.
With a crooked smile and a heart-shaped face
Comes from the West country where the birds sing bass
She's got a house-big heart where we all live
And plead and council and forgive
Her widow's peak, her lips I've kissed
Her glove of bones at her wrist […]Her lovely lidded eyes I've sipped
Her fingernails, all pink and chipped
Her accent which I'm told is "broad"
That I have heard and has been poured
Into my human heart and filled me
With love, up to the brim, and killed me”
[West Country Girl – Nick Cave]
DISCOGRAPHY
• Dry (1992)
• Rid Of Me (1993)
• To Bring You My Love (1995)
• Is This Desire? (1998)
• Stories from the City, Stories from the Sea (2000)
• Uh Huh Her (2004)
• White Chalk (2007
• 4-Track Demos (1993)
• The Peel Sessions 1991–2004 (2006)
• Dance Hall at Louse Point (with John Parish) (1996)
• A Woman a Man Walked By (with John Parish) (2009)
Φιλίππα Δημητριάδη

Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

PAIN OF SALVATION – ROAD SALT ONE / IVORY

Ως νέο μέλος του Rockway.gr χαίρομαι ιδιαίτερα που η πρώτη μου κριτική είναι για την αγαπημένη μου μπάντα, τους Pain Of Salvation.
Περίμενα να κρατήσω στα χέρια μου το “Road Slat One – Ivory” αδήμωνα και εξιταρισμένη απ’ τα μικρά samples που διοχέτευσε το συγκρότημα στο διαδίκτυο ήθελα επιτελούς να ακούσω το νέο επίτευγμα του Daniel Gildenlow και της παρέας του. Ανοίγω τη συσκευασία σα μικρό παιδί που λαμβάνει δώρο γενεθλίων ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων, βγάζω το cd, το τοποθετώ στο στερεοφωνικό μου και πατώ play.
Ο δίσκος μπαίνει δυναμικά με το “No Way” ! Αίγλη 60’s, που θυμίζει κλασσικά anthems των Beatles και στίχοι που δε θα άφηναν κανέναν ασυγκίνητο κάνουν το στομάχι μου να σφίγγεται! Όσο το τραγούδι κυλά διαφαίνονται ολοκάθαρα οι προθέσεις του καλλιτέχνη και της μπάντας συνολικά για πειραματισμό. Ειλικρινά, για να θεωρείσαι πλέον οπαδός των Pain Of Salvation πρέπει να αντέχεις και να συμμερίζεσαι την επιθυμία του multi instrumentalist, Gildenlow, να ικανοποιήσει όλα του τα μουσικά απωθημένα.
Η συνέχεια θέλει το “She Likes To Hide” να κινείται σε blues μοτίβα και να παραπέμπει σε συνθέσεις τύπου Jeff Buckley.
Εκεί είναι που πια κατανοούμε πως όλο το album είναι βασισμένο σε μια γυναικεία φιγούρα, απ’ αυτές που ο Daniel αρέσκεται να εντάσσει στα projects του. Στο “Sisters” ξεκάθαρα πια αναφέρεται σ’ εκείνη μέσα από μια ιστορία που πραγματικά μας ξεπερνά. Η μελωδία, απαράμιλλα επιβλητική, με τον Fredric Hermannson συνοδοιπόρο να δίνει το ισχυρό στίγμα του με τα πλήκτρα, δημιουργεί τη κατάλληλη ατμόσφαιρα για την εξιστόρηση ενός αυστηρά απαγορευμένου έρωτα. Κι αν ο ήχος ήταν επιβλητικός στο “Sisters” τότε το “Of Dust” προκαλεί ρίγη συγκίνησης! Το ψιθυριστό speaking part, που στιχουργικά αποτελεί καθαρή ποίηση και η χορωδία που συνοδεύει τα αξεπέραστα φωνητικά του Gildenlow, προσωπικά με έκαναν να βουρκώσω.
Το ύφος αλλάζει απότομα! Το “Tell Me You Don’t Know” μας ταξιδεύει στην Αμερική και θαρρείς πως βλέπεις τη μπάντα ντυμένη με καουμπόικα καπέλα, καρό πουκάμισα και μπότες με κρόσσια να παίζει σε κάποιο μπαρ του ιστορικού Route 66! Ήχος περά απ’ το κατεστημένο του progressive metal! Η συνέχεια έρχεται να επιβεβαιώσει τα παραπάνω περί πειραματισμού. To “Sleeping Under The Stars” ίσως είναι το πιο ιδιοφυές κομμάτι του δίσκου. Θυμίζει έντονα μελωδίες που ντύνουν βενετσιάνικα καρναβάλια με σερπαντίνες, κομφετί και σκοτεινές μάσκες ή ακόμη, θα μπορούσε να συνοδεύει κάποιο μιούζικαλ του Bertolt Brecht αντί των δημιουργιών του Kurt Weill!
Το επόμενο τραγούδι, “Darkness Of Mine” μας επαναφέρει πίσω στη πραγματικότητα και στον γνώριμο ήχο των POS. Ένα κομμάτι απ’ το οποίο μπορούν να πιαστούν όσοι δεν ικανοποιήθηκαν με τα παραπάνω δημιουργήματα. Ακολουθεί το γνώριμο σε όσους παρακολουθούν σταθερά τη πορεία της μπάντας “Linoleum”, που έρχεται απ’ το ομότιτλο LP και δένει εξαιρετικά με τον υπόλοιπο δίσκο.
Γεμάτη “περιέργεια” να δω τι με περιμένει παρακάτω πέφτω πάνω στο “Curiosity”, μια απίστευτα δυναμική σύνθεση που δίνει τη θέση της σε μια ακόμη πιο ισχυρή, το “Tell Me Where It Hurts”! Κομμάτι που θυμίζει Perfect Element Pt.1, χωρίς να είναι βγαλμένο απ’ τη κατάψυξη όμως, γεμάτο δυναμικά riffs και τις μαγικές φωνητικές ικανότητες του Daniel, δίνει μια σκοτεινή χροιά στο album. Το ομότιτλο “Road Salt”, με το οποίο το συγκρότημα επιχείρησε να συμμετάσχει στη Eurovision, αποτελεί τη μόνη μπαλάντα του δίσκου προσφέροντας μια στιγμή ηρεμίας πριν την έκρηξη του τελευταίου κομματιού, του “Innocence” που κλείνει το δίσκο αφήνοντας μια γεύση από “Fandango” και “Nihil Morari”, ενισχυμένο με περισσότερο μπάσο και στίχους που ρίχνουν μια δραματική αυλαία, δανειζόμενοι κομμάτια απ’ όλα τα τραγούδια του δίσκου. Ο έρωτας ρούφηξε κάθε τι υπήρχε μέσα στη ψυχή του χαρακτήρα που τον αντιμετώπισε και τώρα απλά κραυγάζει δυνατά “I want myself back!”.
Road Salt – Ivory μέρος πρώτο˙ ένας δίσκος, επιτομή της πολυμορφίας, γεμάτος διαφορετικές μελωδίες που εναρμονίζονται με ένα μαγικό τρόπο! Πολλοί θα το αγαπήσουν, ακόμα περισσότεροι θα το μισήσουν! Μη περιμένετε ακόμη ένα Perfect Element ή ένα Remedy Lane! Οι Pain Of Salvation είναι εδώ για να υπηρετήσουν τη μουσική εν γένει και όχι μόνο ένα είδος. Επιτρέψτε μου όμως να πω πως, το στέμμα τους ως βασιλιάδες του progressive metal, δε θα τους το πάρει κανείς, ποτέ!

Φιλίππα Δημητριάδη

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

MEAT LOAF: “Hang Cool Teddy Bear”

Δε νομίζω να υπάρχει κάποιος που να δηλώνει άγνοια περί του ευτραφή αυτού κυρίου.
Η rock όπερα “Bat Out of Hell” άλλωστε είναι (και θα είναι) κλασσική, ενώ οι πάμπολλες επιτυχίες στην καριέρα του ακούγονται συχνά πυκνά στα ραδιόφωνα (έστω και εάν πρόκειται για γλυκανάλατες μπαλάντες). Έχοντας περάσει μια αρκετά δύσκολη περίοδο, μιας και από τα mid 80s και για δέκα περίπου χρόνια, δεν κατάφερε να απασχολήσει ιδιαίτερα τα μουσικά δρώμενα, ο Meat Loaf κατάφερε τελικά να ανασυνταχθεί και πλέον φτάνουμε στο 2010 με την δέκατη κατά σειρά κυκλοφορία του.
Πριν να περάσουμε στην ουσία λοιπόν του album, οφείλω να παραθέσω μερικές σημαντικές πληροφορίες. Το “Hang Cool Teddy Bear” βασίζεται στο ομώνυμο διήγημα ενός Kilian Kerwin, την παραγωγή την έχει αναλάβει ο Rob Cavallo (Green Day, Shinedown, Goo Goo Dolls etc), ενώ τις συνθέσεις υπογράφουν, μεταξύ άλλων, οι Justin Hawikins (The Darkness), James Michael (Sixx:AM, Mötley Crüe), Tommy Henrikser (ex- Alice Cooper, solo), Desmond Child (Kiss, Bon Jovi, Alice Cooper, Aerosmith etc) και Jon Bon Jovi.
Επίσης στο δίσκο συμμετέχουν οι Brian May (κιθάρα), Steve Vai (κιθάρα), Jack Black (β’ φωνητικά), Patti Russo (φωνητικά- σχεδόν μόνιμη συνεργάτης του Meat Loaf και μέλος των Trans-Siberian Orchestra), Kara DioGuardi (φωνητικά- έχει συνεργαστεί με ονόματα όπως Santana, Pink, Natalie Imbruglia, Britney Spears, Anastacia, Christina Aguilera κ.α.) και Hugh Laurie (πιάνο- γνωστός και ως “Dr Gregory House”, από τη γνωστή τηλεοπτική σειρά)! Με τέτοιους συνεργάτες δεν είναι να απορεί κανείς για το πολύ καλό τελικό αποτέλεσμα του “Hang Cool Teddy Bear”.
Φυσικά για τις φωνητικές ερμηνείες του “χοντρού” δε μπορώ να σχολιάσω πολλά! Παραμένουν σε θεόρατα επίπεδα. Για όσους παρακολουθείτε την πορεία του Meat Loaf, να πω πως το album δεν είναι τόσο ορχηστρικό και πομπώδες, όπως ήταν ο προκάτοχός του (“Bat Out of Hell III: The Monsters Is Loose”), αλλά κινείται σε πιο rock n’ roll ρυθμούς, παραπέμποντας σε εποχές “Dead Ringer”.
Για τους υπόλοιπους, πρέπει να ξεκαθαρίσω πως σε περίπτωση που βαριέστε τις (μοντέρνες) rock όπερες μπορεί να βαρεθείτε. Σε αντίθετη περίπτωση θα σας συνεπάρει η ροή του δίσκου και θα τον ακούσετε αρκετές φορές, ευχάριστα.
Για εσάς βέβαια που δε σας αρέσει ο εν λόγω καλλιτέχνης ούτως ή άλλως, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να ασχοληθείτε με το “Hang Cool Teddy Bear”, καθώς δεν πρόκειται να σας αλλάξει γνώμη. Όπως και να έχει όμως, μιλάμε για μια κυκλοφορία που θα μπορούσε άνετα να ανέβει ως θεατρικό σε σκηνές του Broadway, και αυτό λέει πολλά. Άλλωστε, ο άλλοτε σχεδόν χρεοκοπημένος Meat Loaf έχει ανακάμψει εδώ και μια δεκαετία, και από ότι φαίνεται θα συνεχίσει ακάθεκτος να μας προσφέρει αξιόλογες μουσικές δουλειές.
Στέφανος Στεφανόπουλος

Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Οι FM αποκαλύπτονται στο Rockway.gr

Tο http://www.rockway.gr/ επικοινώνησε με τους FM και ο ντράμερ του συγκροτήματος Pete Jupp είχε την καλοσύνη να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Από αυτά που μας είπε ο Pete νομίζουμε ότι πρέπει να κρατήσουμε δυο πράγματα. Πρώτον ότι οι FM έχουν επιστρέψει για τα καλά (μιας και ήδη γράφουν υλικό για το νέο τους δίσκο) και δεύτερον, και ίσως πιο σημαντικό, ότι τα βρετανικά ΜΜΕ έχουν αρχίσει να προβάλουν ξανά μπάντες του μελωδικού hard rock ήχου.

Έχει περάσει αρκετός καιρός (περίπου 15 χρόνια) από την τελευταία σας studio κυκλοφορία. Για ποιο λόγο καθυστερήσατε να κυκλοφορήσετε το “Metropolis”;
Αφότου διαλυθήκαμε το 94/95 ήμασταν όλοι απασχολημένοι με διάφορα άλλα projects. Ανάμεσα στα άλλο projects ο Steve (Overland κιθαρίστας και τραγουδιστής των FM) και εγώ φτιάξαμε τους SO!, με τους οποίους κυκλοφορήσαμε το δίσκο Brass Monkey. Όλοι μας είχαμε πάρε δώσε με τη μουσική βιομηχανία. Μέχρι και την πρώτη μας εμφάνιση στο Firefest 07 δεν είχαμε σχέδια σχετικά με την κυκλοφορία νέου δίσκου, αλλά οι αντιδράσεις των οπαδών μας έκαναν να δούμε το όλο πράγμα διαφορετικά. Η αγάπη και η αφοσίωση προς τη μπάντα μας έκαναν να συνειδητοποιήσουμε ότι υπήρχαν άνθρωποι, οι οποίοι ήθελαν να συνεχίσουμε, οπότε ξεκινήσαμε να γράφουμε νέα τραγούδια και στη συνέχεια να ηχογραφήσουμε το “Metropolis”.
Πες μας λίγα πράγματα για τη διαδικασία των ηχογραφήσεων;
Έχω ένα μικρό studio όπως άλλωστε και ο Jim Kirkpatrick (κιθαρίστας των FM) οπότε είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε αρκετή δουλειά εκεί αλλά και πάλι πρέπει να τα σκάσεις προκειμένου να νοικιάσεις ένα studio για να μπορέσεις να ηχογραφήσεις τουλάχιστον τις κιθάρες και τα τύμπανα live. Πρέπει να έχεις τη δυνατότητα να βάλεις τους ενισχυτές στο τέρμα, πράγμα που δεν είναι δυνατό στα μικρά studios που έχουμε. Ήμασταν τυχεροί που μας δόθηκε η δυνατότητα να ηχογραφήσουμε κάποια πράγματα στα παγκοσμίως γνωστά Metropolis studios στο Λονδίνο, όπου ηχογραφούσαν και οι Queen. Το πιάνο που χρησιμοποιήσαμε στο κομμάτι “Days Gone By” είναι το ίδιο που χρησιμοποιούσε ο Freddie Mercury σε κάποια τραγούδια των Queen. Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που έχουν χρησιμοποιήσει πρόσφατα τα ίδια studios είναι οι The Who και οι Black Eyed Peas. Επίσης βρήκαμε ένα φανταστικό studio κοντά στο Worcester το οποίο λέγεται “The Vale”. Βρίσκεται σε μια έπαυλη που έχει vintage Neve κονσόλα για τη μίξη, και πρόκειται για φανταστικές εγκαταστάσεις.
Χωρίς καμία αμφιβολία το “Metropolis” έχει ορισμένα καταπληκτικά κομμάτια. Για παράδειγμα εμάς μας αρέσει πολύ το “Over You”. Υπάρχουν κάποια τραγούδια που κατά τη γνώμη σου ξεχωρίζουν, και αν ναι ποια;
Πιστεύω ότι όλα τα τραγούδια του “Metropolis” είναι πολύ δυνατά. Δουλέψαμε πολύ σκληρά κατά τη διάρκεια της σύνθεσης των κομματιών και ο σκοπός μας ήταν να κάνουμε ένα κλασσικό FM δίσκο. Αν είχα να διαλέξω ένα κομμάτι, αυτό θα ήταν το “Unbreakable”, μιας και δεν είναι βασισμένο στην τυπική φόρμα ενός rock τραγουδιού, έχει βάθος σε διάφορα επίπεδα. Είμαι περήφανος για αυτό το κομμάτι. Πάντως τα αγαπημένα μου κομμάτια αλλάζουν συχνά, κάνε μου την ίδια ερώτηση την επόμενη εβδομάδα και μάλλον θα σου δώσω άλλη απάντηση.
Η όλη εμπειρία του Firefest φεστιβάλ το 2007 πρέπει να ήταν πολύ θαυμάσια. Πόσο χαρούμενοι ήσασταν με την υποδοχή που σας επιφύλαξαν οι οπαδοί σας;
Ο Kieran (που είναι ένας από τους διοργανωτές του Firefest) μας είχε ζητήσει να συμμετάσχουμε επανειλημμένα, και πάντα αρνούμασταν, μέχρι που στα τέλη του 2006 είπαμε ότι ή θα το κάνουμε τώρα ή ποτέ και αποφασίσαμε να πάρουμε μέρος. Πραγματικά πιστεύαμε ότι και 400 άτομα να αγοράζανε εισιτήρια θα ήταν φανταστικά, οπότε καταλαβαίνεις πόσο πολύ εκπλαγήκαμε όταν πληροφορηθήκαμε ότι το φεστιβάλ ήταν sold out και όταν βγήκαμε στη σκηνή και είδαμε 15000 φανατικούς οπαδούς των FM από όλο τον κόσμο, οι οποίοι ήξεραν όλους τους στίχους για όλα τα τραγούδια. Ήταν μια συγκινητική στιγμή για εμάς και ομολογώ ότι αρκετές φορές δάκρυσα. Η αγάπη των οπαδών μας ήταν απίστευτη. Λατρέψαμε κάθε στιγμή αυτής της εμφάνισης.
Ο Steve Overland είναι ένας φοβερός μουσικός. Ποια είναι η προσφορά του στη μπάντα;
Η φωνή του Steve παίζει τεράστιο ρόλο στον ήχο των FM αλλά εξίσου σημαντική είναι και συνεισφορά του στη σύνθεση των τραγουδιών.
Πως καταλήξατε να συνεργαστείτε με τον Jim Kirkpatrick στις κιθάρες;
Και στον Andy (Barnett πρώην κιθαρίστας των FM) άρεσε η όλη φάση του Firefest, αλλά όταν αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε να γράφουμε καινούργια τραγούδια φάνηκε διστακτικός στο να μας παρουσιάσει τις ιδέες του. Γίνεται φανερό τώρα ότι τις κράταγε για άλλα projects. Αντιμετώπιζε και κάποια προβλήματα στην προσωπική του ζωή, δεν ήταν σίγουρος αν θα μετακόμιζε στον Καναδά, στην Αμερική ή στη Μάλτα. Κατάλαβε και ο ίδιος ότι αν συνέχιζε μαζί μας δε θα το έκανε με την καρδιά του, οπότε μας ανακοίνωσε την απόφαση του να αποχωρήσει, την οποία και σεβαστήκαμε.
Ο Steve είχε δουλέψει με τον Jim σε διάφορα projects και πίστευε ότι θα ήταν ο ιδανικός αντικαταστάτης του Andy. Ο Jim είναι ένα φοβερός κιθαρίστας, ενώ παράλληλα λατρεύει το παίξιμο του Chris (Overland πρώην κιθαρίστας των FM), το οποίο θέλει να αναπαράγει, μιας και πιστεύει ότι ταιριάζει απόλυτα στα τραγούδια. Από την άλλη μεριά ο Andy αρνούνταν να παίξει κομμάτια από τους πρώτους μας δίσκους. Εκτός από το φανταστικό του παίξιμο ένα ακόμα πράγμα που ο Jim σίγουρα έφερε στο συγκρότημα είναι η φρεσκάδα της νεότητας.
Αποφασίσατε να ηχογραφήσετε το “Metropolis” μόνοι σας. Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε σε αυτή σας την απόφαση;
Ξέραμε ακριβώς τι είδους δίσκος θέλαμε να κάνουμε, και αισθανθήκαμε ότι για να το πετύχουμε αυτό έπρεπε να αναλάβουμε εμείς την παραγωγή. Όλα αυτά τα χρόνια έχουμε αποκτήσει αρκετή studio εμπειρία και ήμασταν σίγουροι ότι μπορούσαμε να κάνουμε καλή δουλειά.
Ποιες είναι οι διαφορές στη μουσική βιομηχανία ανάμεσα στις πρώτες σας ημέρες ως συγκρότημα και στο σήμερα;
Η δύναμη του internet είναι μια τεράστια διαφορά ανάμεσα στις δυο αυτές περιόδους. Φαίνεται ότι στις μέρες μας οι δισκογραφικές εταιρείες διοικούνται από λογιστές, σήμερα μεγαλύτερο ρόλο παίζουν τα οικονομικά απ’ το να αναπτύσσεις και να μεγαλώνεις νέα ταλέντα. Στην εποχή μας το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που βγάζουν τα συγκροτήματα προέρχεται από τις ζωντανές εμφανίσεις και όχι από τις πωλήσεις των CD.
Το να ξέρετε ότι τόσα χρονιά μετά το ξεκίνημα σας υπάρχουν ακόμα οπαδοί που αγαπάνε πραγματικά τη μουσική σας πρέπει να είναι ένα αρκετά όμορφο συναίσθημα. Πιστεύατε ότι θα διαρκούσατε τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;
Μέχρι και το Firefest το 2007 δεν είχαμε ιδέα ότι υπήρχαν τόσοι άνθρωποι που μας θυμούνταν και ενδιαφέροντας για εμάς ακόμα. Μπορώ να σου πω ότι είναι ένα πολύ ωραίο συναίσθημα.
Υπάρχουν αρκετοί, οι οποίο κατηγορούν το μελωδικό rock για το ότι είναι πολύ light και όχι τόσο hard. Ως συγκρότημα που έχετε υπηρετήσει σο συγκεκριμένο είδος τόσα χρόνια τι θα απαντούσατε σε αυτές τις κατηγορίες;
Ο καθένας δικαιούται να έχει την άποψη του, αλλά πιστεύω ότι το να έχεις ανοιχτό μυαλό είναι ένας πιο υγιής τρόπος σκέψης. Μου αρέσουν όλα τα είδη μουσικής, από rock μέχρι rap και όλα τα ενδιάμεσα. Υπάρχει καλή και κακή μουσική σε κάθε είδος. Εμείς κάνουμε αυτό που κάνουμε και δε μπορώ να αναγκάσω κάποιον να του αρέσει αυτό που παίζουμε.
Συνεχίζουν τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης (ράδιο, περιοδικά κλπ) να υποστηρίζουν μπάντες όπως οι FM;
Η υποστήριξη που έχουμε τώρα από το βρετανικό ραδιόφωνο είναι η μεγαλύτερη που είχαμε ποτέ. Το “Hollow” βρίσκεται στο playlist του μεγαλύτερου βρετανικού εθνικού σταθμού, Radio 2, αλλά και τοπικοί σταθμοί μας υποστηρίζουν εξίσου. Επίσης και ο βρετανικός rock τύπος μας προβάλει αρκετά, κάτι που είναι φανταστικό.
Πολλοί είναι αυτοί που δε γνωρίζουν ότι ένα άλλο βρετανικό συγκρότημα, οι Iron Maiden, έχουν διασκευάσει ένα τραγούδι σας (το “That Girl” από τον πρώτο δίσκο των FM, “Indiscreet”). Πες μας πως προέκυψε η όλη φάση.
Δεν είμαι σίγουρος πως έγινε, και νομίζω ότι το άκουσα όταν είχε ήδη ηχογραφηθεί. Η δική τους εκδοχή είχε το αρχικό ρεφρέν πριν εμείς το ξαναγράψουμε για τους FM και, αν θυμάμαι καλά, ήταν B’ side στο single “Stranger In A Strange Land”. (Σημείωση rockway.gr: το κομμάτι “That Girl” ανήκει στο συγκρότημα “The Entire Population Of Hackney” (στους οποίους έπαιζε ο Andy Barnett, ο οποίος ήταν φίλος με τον Adrian Smith των Iron Maiden) και στην αρχική του μορφή γράφτηκε γύρω στο 1984.)
Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον;
Μια από τα ίδια. Έχουμε ήδη ξεκινήσει να γράφουμε τραγούδια για τον επόμενο δίσκο, έχουμε σχεδιάσει ήδη μια περιοδεία στη Βρετανία για την περίοδο Μάιο – Ιούλιο και ελπίζουμε να δώσουμε ακόμα περισσότερες συναυλίες αργότερα μέσα στη χρονιά αλλά και στο 2011.
Πιστεύετε ότι θα έχουμε κάποτε την ευκαιρία να σας δούμε ζωντανά τους FM ζωντανά στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα αποτελεί τον αγαπημένο προορισμό διακοπών του Steve. Εγώ δεν έχω έρθει ποτέ, αλλά θα ήταν τέλεια αν μπορούσαμε να δώσουμε κάποιες συναυλίες εκεί. Στο Firefest συναντήσαμε αρκετούς οπαδούς από την Ελλάδα, ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα συμβεί.
Ποια είναι η άποψη σου για την εποχή των 80’s; Νοσταλγείς ποτέ αυτές τις μέρες;
Έχω φοβερές αναμνήσεις από αυτή την περίοδο, περάσαμε καταπληκτικά, ακόμα και τα ντροπιαστικά ρούχα που φοράγαμε. Αλλά επικεντρώνομαι περισσότερο στο μέλλον.
Στείλε ένα μήνυμα στους οπαδούς σας στην Ελλάδα και στο Rockway.gr
Είναι φανταστικό που είμαστε πάλι μαζί ως FM και η ανταπόκριση στο “Metropolis” δείχνει ότι πήραμε τη σωστή απόφαση. Ευχαριστούμε όλους τους πιστούς μας οπαδούς που έμειναν μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια και πραγματικά εκτιμούμε το γεγονός ότι ξοδεύουν τα χρήματα για να αγοράσουν τους δίσκους και εισιτήρια για τις συναυλίες μας. Αυτό είναι μόνο η αρχή. Ο Θεός να έχει εσένα αλλά και όλους καλά.




Συνέντευξη στο Φώτη Μελέτη
Επιμέλεια Δημήτρης Καρβούνης

Κυριακή 16 Μαΐου 2010

DOORS: “Absolutely Live” (1970 - Elektra Records)

Aπό τις κορυφαίες στιγμές του λεγόμενου κλασσικού ροκ είναι και το Absolutely Live των θρυλικών DOORS.
Oι ζωντανές ηχογραφήσεις έγιναν από το Αύγουστο του 1969 μέχρι και τον Ιούνιο του 1970 σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ όπως στην Βοστόνη και στο Ντιτρόιτ ενώ το εν λόγω live album κυκλοφόρησε το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς σε παραγωγή του Paul A, Rothchild(Janis Joplin, Joni Mitchell, Neil Young).
Εδώ θα βρείτε συγκλονιστικές ερμηνείες από τον ποιητή της ροκ Jim Morrison σε εκπληκτικά τραγούδια της μπάντας όπως τα When The Music’s Over, Break On Through, το ανεπανάληπτο The Celebration of The Lizard, μία τρομερή διασκευή στο Who Do You Love? του σπουδαίου bluesman Bo Diddley και ένα θαυμάσιο medley από τα Alabama Song, Backdoor Man, Love Hides και Five To One.
Μπορεί το άστρο του J.Morrison να λάμπει και να σκιάζει τους υπόλοιπους αλλά το αστείρευτο ταλέντο του πληκτρά και συνθέτη Ray Manzarek, η κιθαριστική… παραξενιά του Robby Krieger και το πάθος του ντράμερ John Densmore έδωσαν ένα ξεχωριστό τόνο στο Absolutely Live.
Μετά από αυτή την κυκλοφορία ο Jim Morrison στη συνέχεια έγραψε το κύκνειο άσμα του L.A Woman και έπειτα ακολούθησε οριστικά τον δρόμο της απόλυτης καταστροφής και με συντροφιά την ποίηση του ταξίδεψε στον ουρανό της ροκ αιωνιότητας…
TRACKLISTING:1)House of Announcer, 2)Who You Do Love?, 3)Alabama Song(Whiskey Bar), 4)Back Door Man, 5)Love Hides, 6)Five to One, 7)Build Me a Woman, 8) When The Music’s Over, 9)Close To You, 10)Universal Mind,11)Petition The Lord with Prayer, 12)Dead Cats, Dead Rats, 13)Break On Through(to the other side)No2, 14) The Celebration of The Lizard(Lions in the Street, Wake Up, A Little Game, The Hill Dwellers, No To Touch the Earth, Names of the Kingdom, The Palace of Exile), 15)Soul Kitchen
ΜΕΛΗ:Jim Morrison(φωνή), Ray Manzarek(οργανίστας,keyboard bass), Robby Krieger(κιθάρα), John Densmore(ντραμς)
Φώτης Μελέτης

Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

ΑURAS - "New Generation"

Να και κάτι που δεν βλέπουμε συχνά. Αυτή η νέα μπάντα προέρχεται απ’ τη Βραζιλία, υπάρχει από το 2007 και πρόσφατως υπέγραψε συμβόλαιο με την Ιταλική Frontiers.
To New Generation είναι ένα πολύ φιλόδοξο άλμπουμ που έχει ως βασική του επιρροή το 80’s AOR. Ακούγοντας το, μπορεί κανείς να ταυτίσει τη μπάντα με τους «παλιούς» Journey καθώς, απ’ ότι φαίνεται οι Βραζιλιάνοι είναι εκ βαθέων επιρρεασμένοι απ’ τον Steve Perry και την παρέα του, χωρίς βέβαια να αντιγράφουν.
Σαφώς οι επιρροές τους δεν σταματούν στους Journey, αλλά υπάρχουν και μέρη στη μουσική των Βραζιλιάνων που φέρνουν στο μυαλό τους Survivor, τους Toto και γενικότερα, σαν σύνολο, το υλικό παραπέμπει σε περασμένες δεκαετίες παρ’ όλο που ο τίτλος του δηλώνει κάτι άλλο.
Tο επίπεδο των συνθέσεων είναι υψηλό, αλλά αφήνει την αίσθηση ότι κάτι λείπει και πως η μπάντα θα μπορούσε να δώσει κάτι παραπάνω. Σε αρκετά σημεία οι συνθέσεις είναι «βατές», χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις, ιδιαίτερα στα ρεφρέν. Γενικώς, το άλμπουμ πάσχει εκεί που πάσχουν σχεδόν όλες οι καινούριες κυκλοφορίες του χώρου: στην έλειψη κομματιού κράχτη. Με μοναδική εξαίρεση το κομμάτι που ανοίγει το δίσκο «Beauty of dreams», το οποίο αποτελεί την πιο δυναμική σύνθεση, το “Hungry Hearts” και το “Keep On Loving You” , το άλμπουμ πλέει σε «χλιαρά» νερά. Βασικά το πρόβλημα εστιάζεται στα ρεφρέν, τα οποία θα έπρεπε να είχαν λίγη περισσότερη ένταση.
Καλές στιγμές υπάρχουν αναμφισβήτητα, και σαν πρώτη κυκλοφορία της μπάντας είναι ένα πολύ καλό δείγμα για τις δυνατότητές της. Βάσει των εμφανών δυνατοτήτων της μπάντας είμαι σχεδόν σίγουρος πως στο μέλλον θα μας παρουσιάσουν κάτι πολύ καλύτερο. Αν σας αρέσουν οι προαναφερθείσες μπάντες μην παραλείψετε να ακούσετε το New Generation.
Θα σας αφήσει μια γλυκιά μεν, ανεκπλήρωτη δε γεύση.
Γιώργος "Georock" Κουράκος

Η χαμένη μαγεία των Ashbury

Ένα αρκετά άγνωστο στο ευρύ κοινό σχήμα οι Αμερικανοί ASHBURY μας παραχώρησαν μία σημαντική συνέντευξη όπου αποκαλύπτουν πολλά ενδιαφέροντα γεγονότα από το παρελθόν τους. Ας δούμε λοιπόν τι λένε στο Rockway.gr
GEOROCK: Πρώτα, πείτε μας, πότε και πώς δημιουργήθηκαν οι Ashbury;

RANDY/ROB: Την άνοιξη του 1980, ως Randy και Rob Davis δίναμε παραστάσεις με ακουστική και ηλεκτρική κιθάρα στο Texas, όταν εγκατασταθήκαμε και πάλι στο Tucson (όπου είχαμε ξεκινήσει την καριέρα μας το 1976).
Οι παραστάσεις μας αυτές μας εξασφάλιζαν τον επιούσιο (δίναμε πέντε παραστάσεις την εβδομάδα), αλλά θέλαμε πολύ να κάνουμε ένα δραστήριο ροκ συγκρότημα, ως μέρος των μακροπρόθεσμων στόχων μας. Το συγκρότημα αυτό δημιουργήθηκε τον Ιούνιο του 1980 στο Tucson και έκανε πρεμιέρα στο The Night Train—το club του Tucson για καλλιτέχνες επιπέδου συναυλιών.
GEOROCK: Tο album "Endless Skies" κυκλοφόρησε το 1983, αλλά ο ήχος του βασιζόταν κυρίως στη δεκαετία του ‘70. Γιατί διαλέξατε αυτήν την κατεύθυνση; Είχατε γράψει τα τραγούδια του δίσκου αυτού, πριν από τις αρχές της δεκαετίας του ’80;
RANDY/ROB: Δεν είχαμε ποτέ την πρόθεση, ούτε κάναμε το "Endless Skies", για να έχουμε κάποιον συγκεκριμένο ήχο – εκτός από τον δικό μας. Όσο για τα τραγούδια, το «Madman» γράφτηκε το 1978, το «Endless Skies» το 1979, τα «The Warning» & «Mystery Man» το 1981, και τα «Vengeance», «Hard Fight», «Twilight» και «Take Your Love Away» το 1982. Μπήκαμε στο στούντιο στις αρχές Ιανουαρίου του ’83. Δεν ασχοληθήκαμε ποτέ με τα είδη, ή τον τωρινό μας ήχο, ή προκειμένου να ενταχθούμε σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία.
GEOROCK: Πιστεύετε ότι ο ήχος του άλμπουμ ήταν λίγο παλιομοδίτικος για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο; Επειδή, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, το heavy metal ήταν σε άνοδο και οι fans έψαχναν για πιο heavy ήχους.
RANDY/ROB: Αυτό το αφήνουμε στον μεμονωμένη ακροατή (να το κρίνει) – κάναμε το άλμπουμ όπως το θέλαμε – με ήχο hard rock, μαζί με έναν συνδυασμό από ακουστικές και ηλεκτρικές κιθάρες. Δεν είχαμε ως στόχο έναν συγκεκριμένο ήχο Heavy Metal.
GEOROCK: Αυτό που πάντα μου άρεσε στη μουσική σας, ήταν η ικανότητα να αναμειγνύετε πολλά διαφορετικά μουσικά στοιχεία, όπως τα blues ή το southern rock και να κάνετε τη δική σας μουσική ταυτότητα. Ο ήχος σας ήταν αποτέλεσμα του συνδυασμού των προσωπικών επιρροών σας;
RANDY/ROB: Ναι! Οι περισσότεροι μουσικοί δέχονται επιρροές – αλλά ο ήχος ενός συγκροτήματος προέρχεται και από συμφωνίες, όργανα και δυνατότητες/ ικανότητες παραγωγής. Δεχόμαστε επιρροές από παντού, και γι’ αυτό μπορεί να αναγνωρίσει κανείς στον ήχο μας επιρροές από rock, blues, southern rock, folk, και heavy metal – αλλά θα λέγαμε ότι οι Jethro Tull είναι η Νο 1 επιρροή που έχουμε δεχτεί.
GEOROCK: Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο ότι, όταν ακούσει κάποιος τη μουσική των Ashbury, δεν μπορεί να τους μπερδέψει με άλλο συγκρότημα. Όλα τα τραγούδια σας έχουν μια μυστική και υπνωτική ατμόσφαιρα, την οποία δεν συναντάς συχνά. Πιστεύω ότι αυτός είναι ο λόγος που το "Endless skies" δεν θα ξεχαστεί και θα είναι ένα μνημειώδες άλμπουμ μέσα στον χρόνο. Τι πιστεύετε;
RANDY/ROB: Wow!! Ευχαριστούμε για τη δήλωση αυτή! Ένας μοναδικός δικός μας ήχος και ένα άλμπουμ που δεν θα ξεθωριάσει μέσα στον χρόνο ήταν ακριβώς αυτό που θέλαμε! Το "Endless Skies" βγήκε μέσα από την καρδιά μας και δεν ήταν μια υπολογισμένη επιχειρηματική κίνηση, αν και δεν θέλαμε να κάνουμε συμβόλαιο με μεγάλη δισκογραφική για αυτό.
GEOROCK: Παρά το γεγονός αυτό, δεν είχατε ποτέ την ευκαιρία να υπογράψετε συμβόλαιο και κυκλοφορήσατε το άλμπουμ από μόνοι σας. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι καμία δισκογραφική δεν ενδιαφέρθηκε για αυτό το άλμπουμ. Πιστεύετε ότι είχε να κάνει με τον ήχο; Ίσως οι δισκογραφικές να πίστευαν ότι ήταν παλιομοδίτικος, όπως προανέφερα;
RANDY/ROB: Κυκλοφορήσαμε το άλμπουμ από μόνοι μας τον Ιούνιο του 1983, μέσω των δισκογραφικών Tower Records, Wherehouse Records, Zia's....κτλ...και, μέσω του δικηγόρου και του μάνατζέρ μας, διαπραγματευτήκαμε με κάθε δισκογραφική που γνωρίζαμε (περάσαμε πολύ χρόνο στο L.A., Beverly Hills, Burbank και Hollywood)! 2 δισκογραφικές έδειξαν ενδιαφέρον – η μία ήθελε οπωσδήποτε να μας εντάξει στο δυναμικό της – αλλά όχι για το "Endless Skies"! Μας θεώρησαν κάτι πολύ διαφορετικό από τους Ashbury—συνθέτες ικανοί να γράφουν mainstream υλικό που αποφέρει μεγάλα έσοδα. Δεν είχαν καμιά πρόθεση να κυκλοφορήσουν κάτι σαν το «Endless Skies», ήθελαν ένα πολύ πιο εμπορικά βιώσιμο άλμπουμ. Το γεγονός ότι σήμερα το συγκεκριμένο άλμπουμ είναι πολύτιμο συλλεκτικό κομμάτι, βρίσκεται στο Νο 1 των πωλήσεων CD του Rockadrome, στις κατηγορίες του Heavy Metal, αλλά και του Hard Rock, αλλά και στο Νο 1 των πωλήσεων δίσκων βινυλίου, είναι απόδειξη για εμάς, ότι η απόρριψη των προσφορών των δισκογραφικών, ήταν η σωστή απόφαση.
GEOROCK: Σήμερα, το "Endless skies" είναι ένας από τα πιο περιζήτητα LP και, σε αρκετές περιπτώσεις, πωλείται σε δημοπρασίες του ebay, στην τιμή των 200 ή και 300 δολαρίων. Αν κάποιος σας το έλεγε, τις ημέρες που κυκλοφορούσε το άλμπουμ, θα τον πιστεύατε;
RANDY/ROB: Όχι – αλλά είναι θαυμάσιο, που εξακολουθεί να είναι επιθυμητή η μουσική των Ashbury.
GEOROCK: Το 1983 σας είχε απονεμηθεί βραβείο για το rock album της χρονιάς στην Arizona, από τον ραδιοφωνικό σταθμό KSTM-FM radio στο Phoenix και αυτό συνέβη και την επόμενη χρονιά. Πώς αισθανθήκατε τότε;
RANDY/ROB: Οι Dennis McBroom και Jeff Parrots του KSTM-FM ήταν ο DJ και ο Program Director που πραγματικά πίστεψαν ότι είχαμε ένα καλό άλμπουμ και έπαιξαν τα τραγούδια, και μας πήραν συνεντεύξεις. Μας έδωσαν το βραβείο και το 1984, για να τονίσουν ότι το άλμπουμ ξεχώριζε και από τα άλλα άλμπουμ στην Arizona που κυκλοφόρησαν το 1984. Ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι, κάναμε πρόβες καθημερινά και γράψανε πλήθος υλικού/ τραγουδιών.
GEOROCK: Ύστερα από την κυκλοφορία του άλμπουμ, το συγκρότημα έδωσε κάποιες ζωντανές συναυλίες/ παραστάσεις για την προώθησή του, αλλά δεν κυκλοφόρησε ποτέ ένα δεύτερο άλμπουμ. Γιατί διαλύθηκε το συγκρότημα;
RANDY/ROB: Είχαμε ήδη φτάσει στο επίπεδο ενός μεγάλου συγκροτήματος, πριν την ηχογράφηση του "Endless Skies"—παίζοντας σε κάποιους από τους καλύτερους χώρους για live, συχνά μπροστά σε κοινό άνω των 2000 ατόμων. Μετά το "Endless Skies", οι Ashbury δεν ήταν πλέον ένα συγκρότημα διασκευών και δεν μας ενδιέφερε να παίζουμε σε τέτοιους χώρους. Παίζαμε μόνο τη δική μας μουσική σε χώρους συναυλιών. Η απόφαση να μην υπογράψουμε με μεγάλη δισκογραφική ήταν τελικά ο λόγος που διαλυθήκαμε.
GEOROCK: Όχι μόνο η μουσική σας, αλλά και οι στίχοι έχουν αυτή τη μυστική ατμόσφαιρα που ανέφερα πριν λίγο, που προσελκύει τον ακροατή και δεν τον «αφήνει». Από πού αντλήσατε την έμπνευση;
RANDY/ROB: Και πάλι ευχαριστούμε για τη φιλοφρόνηση! Η έμπνευση για τη μουσική μας προέρχεται – λοιπόν, δεν προέρχεται από κάπου στον ουρανό, ούτε από τη θάλασσα, ούτε από το τζίνι ενός λυχναριού που έχει σαν μαγικό αριθμό το 3. Προέρχεται από κάπου μακριά, όπου το πνεύμα μας είναι ελεύθερο, έτσι, αν ψάχνετε για τη μουσική – ελάτε μαζί μου – καλύτερα, να σταματήσουμε, γιατί ακούγεται πολύ σαν στίχος! Χα, χα! Η έμπνευση για όλους μας προέρχεται από εξωτερικές επιρροές που γίνονται κομμάτι μας.
GEOROCK: Πριν από μερικά χρόνια (2004) κυκλοφορήσατε μια συνέχεια του "Endless Skies", με τον τίτλο "Something Funny's Going on", ύστερα από απαίτηση των θαυμαστών σας. Πώς πήγε και πώς αντέδρασαν οι θαυμαστές;
RANDY/ROB: Ναι, ηχογραφήσαμε το "Something Funny Going On" το 2004, κυρίως για τους στενούς μας φίλους και τους θαυμαστές που μας ακολουθούσαν τοπικά μέσα στον χρόνο – αλλά όχι σε παγκόσμιο επίπεδο! Είχαμε έναν διανομέα που αγόρασε ένα μεγάλο αριθμό αντιτύπων του "Endless Skies" και τα πούλησε στην Ευρώπη (κυρίως στη Γερμανία), αλλά μόνο τα τελευταία χρόνια καταλάβαμε πόσο δημοφιλείς ήταν/ είναι οι Ashbury σε όλη την Ευρώπη. Οι θαυμαστές αντέδρασαν πολύ θετικά στο "Something Funny Going On"! Η αγαπημένη μου φράση είναι από κάποιον στην Ιρλανδία, που είπε: «Λατρεύω το νέο CD, είναι τόσο φανερά Ashbury"! Δεν προχωρήσαμε στη διανομή αυτού του άλμπουμ, έτσι μπορούσε να το προμηθευτεί κάποιος μόνο από το δικό μας website—αλλά αυτό αλλάζει πλέον – η νέα έκδοση 2010 του "Something Funny Going On" θα αποτελεί μια πλήρως εμπορική κυκλοφορία – και θα είναι διαθέσιμη σε πολλά μέρη εκτός από το website μας—online, αλλά και σε καταστήματα.
GEOROCK: Πώς πιστεύετε ότι συγκρίνεται το "Something Funny's Going on" με το "Εndless Skies";.
RANDY/ROB: Κάποιο θαυμαστές το θεωρούν πιο μελωδικό και πιο μοντέρνο – αλλά για εμάς, είναι η ίδια συνταγή των Ashbury, που αναμειγνύει την ακουστική με την ηλεκτρική κιθάρα – κάποια από τα τραγούδια γράφτηκαν μόνο μερικούς μήνες μετά την ηχογράφηση του "Endless Skies", ενώ άλλα το 2003. Επίσης, η διαφορά υπάρχει και η διαφορά στην τεχνολογία ηχογράφησης, από την αναλογική στην ψηφιακή. Γράφουμε και ηχογραφούμε τραγούδια, στα οποία πιστεύουμε – όπως πάντα.
GEOROCK: Υπάρχει καμία περίπτωση, να έχουμε κάποια άλλη κυκλοφορία στο μέλλον; Έχετε κάνει κάποια σχέδια;
RANDY/ROB: Ναι, σίγουρα! Έχουμε αναβαθμίσει αρκετά το στούντιό μας από το 2004, και αυτόν τον καιρό ηχογραφούμε ένα νέο άλμπουμ των Ashbury. Έχουνε πλήθος υλικού από το 1984 και μετά, ενώ γράφουμε και νέα τραγούδια για το άλμπουμ. Ο Randy λέει ότι θα συνεργαστεί με έναν σκληρό Rocker (ενώ ο Rob σχεδιάζει να υπάρχει ακουστική κιθάρα, τουλάχιστον σε κάποια από τα κομμάτια – ναι, είμαστε αδέρφια!)!! Θα ανεβάσουμε δείγματα από τα νέα τραγούδια στο site μας, www.ashburyonline.com, τις επόμενες εβδομάδες. Το πρώτο θα ανέβει πολύ σύντομα και θα λέγεται Out of the Blue.
GEOROCK: Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας. Πείτε ό,τι θέλετε για τους θαυμαστές σας, και τους αναγνώστες αυτής της συνέντευξης.
RANDY/ROB: Ευχαριστούμε όλους, όσους κράτησαν ζωντανούς τους Ashbury όλον αυτόν τον καιρό, σε όλον τον κόσμο. Θα θέλαμε πολύ να έρθουμε στην Ευρώπη για κάποια live και έχουμε αυτόν τον σκοπό για το μέλλον – αυτή τη στιγμή, πρώτη προτεραιότητα είναι το 3ο μας άλμπουμ – θα θέλαμε να είναι το καλύτερο που κάναμε ποτέ! Επίσης, έχουμε κάποια υπέροχα, καινούρια T-Shirts διαθέσιμα στο website! Αυτά προς το παρόν – ελπίζουμε να εξακολουθείτε να μας ακούτε – χαιρετίσματα σε όλους!!!
Randy Davis, Rob Davis
Συνέντευξη στον Γιώργο "Georock" Κουράκο
Επιμέλεια Δήμητρα Μανδάλου

Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

N.O.W - "Force of Nature"

Οι N.O.W. είναι ένα νέο project, πνευματικό παιδί του Alec Mendonca και προέρχονται από την Βραζιλία.
Στο ολοκαίνουριο αυτό σχήμα συμμετέχει ο Philip Bardowell, γνωστός από μπάντες όπως οι Unruly Child, AOR, Radioactive και σαν σόλο καλλιτέχνης. Οι φωνητικές του ικανότητες είναι αναμφισβήτητα πολύ υψηλού επιπέδου και αυτό από μόνο του δίνει έναν άλλο αέρα στο άλμπουμ. Ας περάσουμε στο ψητό όμως. Το Force Of Nature αποτελείται από 12 κομμάτια μελωδικού ροκ-AOR τα οποία είναι πολύ καλά δομημένα και μελετημένα σαν τελικό αποτέλεσμα. Οι ρυθμοί των κομματιών ποικίλουν με κάποια να είναι πιο δυναμικά που ροκάρουν και κάποια άλλα να βασίζονται περισσότερο στη μελωδική τους πλευρά. Επίσης το κάτι παραπάνω δίνουν στις συνθέσεις τα progressive περάσματα (στο ύφος των Magnum) τα οποία εμφανίζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Οι συνθετικές δυνατότητες του Mendoca είναι αυτές που κάνουν το άλμπουμ ενδιαφέρον καθώς έχει καταφέρει να συνδυάσει πολύ όμορφα αρκέτες απʼ τις επιρροές του και να δώσει βάθος στις συνθέσεις με τη χρήση πλήκτρων και διπλών φωνητικών σε ορισμένα κομμάτια. Αλλά αυτός που κλέβει την παράσταση και ανέβαζει την αξία του άλμπουμ είναι ο Philip Bardowell, ο οποίος ερμηνεύει με εξαιρετικό τρόπο μερικά από τα πολύ «απαιτητικά» κομμάτια του Force Of Nature.
Το μοναδικό ίσως αδύνατο σημείο του άλμπουμ είναι ότι γίνεται εύκολα βαρετό μετά από μερικές ακροάσεις.
Συμπέρασμα: Μπορεί να μην είναι το δισκάκι που θα φέρει την επανάσταση στο χώρο, αποτελεί όμως μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση για όσους αρέσκονται σε τέτοιου είδους ακούσματα.
Γιώργος "Georock" Κουράκος

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

“Hyperactive…Times”…με τους RIVERSIDE στην Αθήνα!




Δύο μέρες μετά από την εκπληκτική παρουσία των Πολωνών RIVERSIDE στην Αθήνα, και εγώ ψάχνω ακόμα λόγια για να περιγράψω αυτήν την νύχτα της 7 Μαΐου.

Τι απολογισμό να κάνεις πόσο μάλλον όταν δεν μπορείς να φανείς και αντικειμενικός.

Οι RIVERSIDE είναι η μπάντα που κατάφερε το μικρόβιο της Πολωνικής prog σκηνής να το κάνει…επιδημία ! Η προσδοκία έκανε την αναμονή ακόμα μεγαλύτερα μια και οι RIVERSIDE εμφανιστήκαν λίγο πριν της 23.00. Ο χώρος του Rodeo live club γέμισε ασφυκτικά (πράγμα που το φοβόμουν από την αρχή) και ο κόσμος πλημμύρισε στην κυριολεξία το club έως την έξοδο, μέχρι τα σκαλιά! Ακόμα επιμένω πως θα έπρεπε να γίνει σε μεγαλύτερο χώρο.
Παρόλα αυτά, οι RIVERSIDE βγήκαν, αν και λίγο συγκρατημένοι στην αρχή, και το “Hyperactive” μας έκανε όλους να ουρλιάξουμε.
Η συνέχεια του play list έχει ως εξής: “Driven To Destruction”, “Cybernetic Pillow”, “Egoist Hedonist”, “Conceiving you”, “Parasomnia”, “Left Out”, “Dance With The Shadow”, “Hybrid Times”, “Rainbow Box”, “Rabid Eye Movement”, “02 Panic Room”, “ Lucid Dream IV”. Αρκετά αλλά όχι τόσο για το θερμό κοινό που υπήρχε από κάτω και διψούσε να τους ακούσει, αν λάβεις υπ’ όψιν πως 2 (τουλάχιστον) από τα πιο δυνατά κομμάτια απουσίασαν όπως το “ Second Life Syndrome” & “Volte-Face”. Εκεί θα γινόταν σκοτωμός! Τα κομμάτια του “A.D.H.D” έδωσαν την βασική εικόνα του live αν σκεφτείς ότι τα έπαιξαν όλα από το άλμπουμ. 6 από το “Rapid Eye Movement”, 2 από το “Second Life Syndrome” και από το εκπληκτικό “Out Of My Self” τίποτα.
Ο M. Duda εκπληκτικός τόσο στην σκηνική του παρουσία όσο και στην απόδοση του και όσο περνούσε η ώρα τόσο απελευθερωνόταν. Ο κιθαρίστας P.Grudzinski πιο χαλαρός και κεφάτος έδωσε το δικό του σόου αυτοσχεδιάζοντας άφοβα. Τα χαμόγελα και τα πειράγματα έδιναν και έπαιρναν μεταξύ τους. M. Lapaj το τεράστιο “παιδί” που έδωσε τον καλύτερο του εαυτό κάνοντας τα keyboars να αναστενάξουν και όλοι μαζί σε συνδυασμό με το βαρύ πυροβολικό - ντραμερ της μπάντας, P. Kozieradski άψογα δεμένοι απογείωσαν την βραδιά. Ο ήχος μέσα στον χώρο ήταν εκπληκτικός τουλάχιστον μπροστά που βρισκόμουν εγώ ήταν πραγματικά “live” !
Το stage ότι αφορά την μπάντα δεν θα το έλεγες και άνετο αφού δεν ήταν και λίγες οι φορές που ο Duda χτυπούσε το ταβάνι δίνοντας ρυθμό!, και η ζέστη μετά από κάποιο σημείο ήταν εμφανής. Σε κουβέντα που είχα αργότερα με τον P. Grudzinski αυτό που τον απασχολούσε δεν ήταν ο χώρος καθ’ ότι μου εξομολογήθηκε πως έχουν παίξει σε κάτι χώρους απίθανους, αλλά κατά πόσο θα είχαν κόσμο και αν το ελληνικό κοινό τους γνώριζε αρκετά. Μετά από το live, η κούραση και η υπερένταση έδωσαν χώρο στα χαμόγελα τους , και οι αμφιβολίες και οι φοβίες εξαφανίστηκαν δίνοντας μου την υπόσχεση επερχόμενου live σε καλοκαιρινό φεστιβάλ και σύντομα! Το νερό μπήκε στο αυλάκι πια για τους RIVERSIDE στην Ελλάδα, το όνειρο έγινε πραγματικότητα, και το ερώτημα τώρα είναι κατά πόσο εμείς οι Έλληνες progsters μπορούμε να στηρίξουμε μια τέτοια μπάντα ακόμα underground, που στα επόμενα χρόνια θα είναι ευρέος γνωστή, δίνοντας τους ευκαιρίες με τις παρουσίες μας στους χώρους που παίζουν, και κάνοντας το σωστό promotion.
Στην συναυλία είδα απίστευτα τυπάκια και κοπελιές και μεγαλύτερους ανθρώπους που πραγματικά μαγεύτηκαν από το live. Συνάντησα Άγγλους, Πολωνούς ακόμα και έναν Σέρβο! Δεν βρήκα όμως κανέναν από όλους τους δηλωμένους δικούς μας progsters που έχουν άποψη επί παντός επιστητού. Οφείλω όμως να ομολογήσω πως καταχάρηκα την παρουσία και την παρέα του Χρήστου Κ. μουσικο-φωτορεπόρτερ, που έκλεισε την φωτογραφική του μηχανή και χειροκροτούσε συγκλονισμένος! Θέλω να τονίσω με αυτό πως πρέπει να τιμούμε τις μπάντες που έρχονται γιατί στο τέλος θα αναγκαστούμε να πηγαίνουμε στο εξωτερικό να τους δούμε. Καλύτερες διοργανώσεις, σωστό promoting, μεγαλύτεροι χώροι, και φτηνότερα εισιτήρια. Ευχαριστώ ξανά για άλλη μια φορά τους RIVERSIDE για την απίστευτη βραδιά που μας χάρισαν εκ μέρους όλων των παρευρισκόντων, για όλες αυτές τις εικόνες, το άρωμα και το χρώμα που μας έβαλε η Πολωνική παλέτα στην ψυχή μας, ας κρατήσουμε καλά όλα αυτά και ας είμαστε έτοιμοι γιατί ποτέ δεν ξέρουμε πότε θα φανεί η επόμενη έκπληξη…ή μήπως ήδη ξέρουμε???
Ελένη Λιβεράκου (φωτογραφία-παρουσίαση)

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

H.E.A.T - Freedom Rock (Japan edition)

Νομίζω ότι κάποια στιγμή η παγκόσμια μουσική κοινότητα πρέπει να σκεφτεί σοβαρά να στήσει ένα άγαλμα ή έστω ν’ απονείμει ένα μετάλλιο τιμής στη Σουηδία για τη μεγάλη της συνεισφορά στο melodic rock (και όχι μόνο) τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Όχι, δεν κάνω πλάκα! Και για του λόγου το αληθές, σκεφτείτε πως κάποιος σας ζητάει να του ονομάσετε 10 απ’ τις πιο αγαπημένες σας melodic rock μπάντες. Είμαι σίγουρη ότι στην απάντησή σας θα υπάρχουν τουλάχιστον 5 εκ Σουηδίας. Κάνω λάθος; Δεν νομίζω.
Και τι είν' αυτό άραγε που κάνει τους σουηδούς μουσικούς τόσο πεφωτισμένους, τόσο διαφορετικούς; Το νερό που πίνουν; Το κλίμα τους; (Μην ξεχνάτε ότι και οι υπόλοιποι Σκανδιναβοί δεν στερούνται τους προικισμένους μουσικούς.) Μήπως το γεγονός ότι έχουν λύσει σχεδόν όλα τους τα προβλήματα -σύμφωνα με κάποια άρθρα που είχα διαβάσει παλιότερα- τους κάνει τόσο χαλαρούς και cool ώστε να επικοινωνούν καλύτερα με το "τρίτο μάτι" τους; Ή μήπως τελικά δεν θα πρέπει να πιστεύω πάντα ό,τι διαβάζω (ειδικά από τη στιγμή που διάβασα ότι υπάρχουν άνθρωποι στον κόσμο που πιστεύουν για μας τους Έλληνες ότι ακόμα κυκλοφορούμε με χιτώνες!) αλλά απλά να αποδώσω αυτή τους τη διαφορετικότητα σε κάποιο φυσικό ταλέντο που διαθέτουν;
Όπως και να 'χει οι 5 μπάντες που ανέφερα πιο πάνω προβλέπω σύντομα να γίνονται 6. Και η 6η δεν θα είναι άλλη από τους H.E.A.T. Οι οποίοι μετά το ντεμπούτο τους το 2008 μας εκπλήσσουν για άλλη μια φορά με το δεύτερο άλμπουμ τους Freedom Rock, το οποίο εκτός του ότι είναι εξίσου γεμάτο με κλασικoύς AOR ήχους, όπως και το πρώτο, δεν σταματάει εκεί. Είναι πιο ώριμο, πιο δεμένο, πιο σίγουρο για τον εαυτό του, σε τέτοιο βαθμό που είμαι σίγουρη ότι πολλοί καταξιωμένοι συνάδελφοι των H.E.A.T θα βρεθούν στη δυσάρεστη θέση ακόμα και να ζηλέψουν αυτή τη δουλειά! Επίσης πιο σίγουρος για τον εαυτό του δείχνει να είναι και ο κύριος Kenny Leckremo που κυριολεκτικά δείχνει να "ξεσαλώνει" στα περισσότερα τραγούδια του άλμπουμ! Εν κατακλείδι ένα must άλμπουμ για κάθε φανατικό melodic rock οπαδό και όχι μόνο.
Και μια και ο λόγος για φανατικούς melodic rock οπαδούς θα ήθελα ν' αφιερώσω αυτή την κριτική στην πολύ γνωστή για τις εμπνευσμένες εκπομπές της στο BeRock Radio και επίσης καλή φίλη, Rock Angel (www.berock-live.com) που είμαι σίγουρη ότι δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει στους H.E.A.T και στις δυνατότητές τους και εκείνοι ως ανταπόδοση δεν τη διέψευσαν! Εφόσον λοιπόν έχουν την ψήφο ενός ροκ αγγέλου ποια είμαι εγώ που θα διαφωνήσω;
Και σ' ανώτερα, παιδιά!
Tracklist: 1 - Beg Beg Beg, 2 - Black Night [ντουέτο με τον Tobias Sammet (Edguy, Avantasia)], 3 - Danger Road, 4 - Shelter, 5 - We're Gonna Make It To The End, 6 - Stay, 7 - Nobody Loves You (Like I Do), 8 - Everybody Wants To Be Someone, 9 - I Know What It Takes, 10 - Living In A Memory (Japan Bonus Track), 11 - Cast Away, 12 - I Can't Look The Other Way, 13 - Who Will Stop The Rain, 14 - Tonight (Japan Bonus Track)
Line-Up: Kenny Leckremo - φωνητικά, Dave Dalone - κιθάρα, Eric Rivers - κιθάρα, Jona Tee - πλήκτρα, Jimmy Jay - μπάσο, Crash - ντραμς
Σοφία Ρεντούμη

GLORY DAYS - 1985

Η χρονιά του 1985 που παρουσιάζουμε αποτελεί χρυσή περίοδο κυρίως για τα αμερικάνικα συγκροτήματα τόσο στον τομέα των πωλήσεων όσο και στον τομέα των συναυλιών αφού όλοι έτρεχαν να δουν και να ακούσουν τα περίφημα συγκρότηματα εκείνης της εποχής που αρκετά από αυτά συνεχίζουν με επιτυχία(τηρουμένων των αναλογιών) ακόμα και σήμερα.
Επίσης η συγκεκριμένη χρονιά απέδειξε και το ανθρωπιστικό μεγαλείο των hard ‘n heavy καλλιτεχνών αφού με πρωτοβουλία του Ronnie James Dio δημιουργήθηκε το Hear ‘n Aid.
Όσοι έχετε το αντίστοιχο video clip του υπέροχου αυτού τραγουδιού νομίζω θα καταλαβαίνετε τι εννοούμε.
MARILLION - Misplaced Childhood (Εmi)
Εκπληκτικό progressive rock σε μία περίοδο που το εν λόγω είδος είχε πάρει την κατηφόρα. Το άλμπουμ έφτασε στο Νο1 των Αγγλικών τσαρτ και έγινε και πλατινένιο.Περιέχει το κλασικό και υπέροχο τραγούδι “Kayleigh”(Νο2) και αποτελεί την τρίτη δισκογραφική κυκλοφορία του συγκροτήματος.Όλο το άλμπουμ αποτελεί ένα αριστούργημα αφού οι ενορχηστρώσεις,oι μελωδίες οι συνθέσεις είναι μοναδικές και η ερμηνεία του Fish είναι ανεπανάληπτη.Το concept του δίσκου θυμίζει κάτι από τις χρυσές εποχές των prog groups των seventies όπου μαζί με το φανταστικό εξώφυλλο έχουν κάνει το Misplaced Childhood ένα άλμπουμ που έγραψε την δική του ιστορία στο χώρο του rock.
DOKKEN - Under Lock and Key (Elektra Records)
Toν Νοέμβριο του 1985 οι Αμερικανοί κυκλοφορούν τον τρίτο τους δίσκο και ήδη έχουν κάνει αίσθηση στην hard rock κοινότητα με τα προηγούμενα άλμπουμ τους. Ο άψογος συνδυασμός aor μελωδιών και μεταλλικών ριφ έκαναν την μπάντα αγαπητή σε χιλιάδες κόσμο.Με το “Under Lock and Key” η μπάντα δημιουργεί ένα εξαιρετικό δίσκο που τους απογειώνει και καταφέρνουν να κάνουν και μεγάλη εμπορική επιτυχία ενώ στις συναυλίες τους γίνεται πραγματικός χαμός.Τα μελωδικά φωνητικά του Don Dokken είναι υπέροχα ενώ η κιθάρα του George Lynch βγάζει φωτιές. Τραγούδια όπως τα “Unchain the Night”, “In My Dreams”, "It's Not Love," και "The Hunter” δύσκολα γράφονται ξανά.Η κρυστάλλινη παραγωγή από τους Neil Kernon και MichaelWagener έκαναν τον δίσκο ακόμη πιο δημοφιλή.
RATT - Invasion of Your Privacy (AtlanticRecords)
Είμαστε στην καλύτερη περίοδο για το hard rock ειδικά στην Αμερική και οι Ratt κυκλοφορούν ένα άλμπουμ πραγματικό δυναμίτη με φοβερές μελωδίες με παθιασμένους ρυθμούς ,σέξυ στίχους και με την φωνή του Stephen Pearcy να σε κολλάει στον τοίχο.Οι Ratt εδώ τα παίζουν όλα και sleaze,και hard rock και heavy metal και aor και glam με αποτέλεσμα να παραμιλάει όλη η Αμερική με την πάρτη τους.Κομμάτια σαν τα "You're in Love"και "Lay It Down" τα τραγουδάμε μέχρι και σήμερα. Όσοι έχουν δει το video clip του Lay It Down” να τους θυμίσουμε ότι πρωταγωνιστούσε το γνωστό μοντέλο του Playboy η Marianne Gravatte η οποία είναι σκέτη πρόκληση...
MICHAEL BOLTON - Everybody's Crazy (Columbia)
Ίσως ελάχιστοι γνωρίζουν ότι ο «καψούρης» τραγουδιστής ξεκίνησε «άγρια» την καριέρα του ανοίγοντας τις συναυλίες του Ozzy και των Kiss ενώ από την δεκαετία του ’70 ηχογραφούσε συμπαθητικά hard rock albums. Ο δίσκος που παρουσιάζουμε είναι στην ουσία ο τελευταίος σκληρός δίσκος του Μ.Βοlton αλλά και ο καλύτερος του και καλά θα κάνετε να τον ακούσετε. Στην κιθάρα συναντάμε τον φοβερό Bruce Kulick(Kiss) ,τον Chuck Burgi στα τύμπανα και τον,Mark Magnold στα κήμπορντς καθώς και άλλους εξαιρετικούς session μουσικούς .Στο Everybody's Craz θα ακούσετε εκπληκτικούς hard rock ρυθμούς, υπέροχες ερμηνείες και φυσικά θαυμάσιες aor μελωδίες. Σίγουρα θα αναρωτηθείτε είναι δυνατόν αυτός ο καλλιτέχνης πως κατόρθωσε να το γυρίσει στο μελό και μάλιστα να κάνει τεράστια εμπορική επιτυχία. Φαίνεται πως κάποιος τον ευλόγησε…Τέλος πάντων το συγκεκριμένο άλμπουμ επανακυκλοφόρησε την περασμένη χρονιά σε μία άψογη συσκευασία από την Rock Candy Records.
SAXON - Innocence Is No Excuse (Carrere)
Σε μία περίοδο που το συγκρότημα δέχτηκε άδικη και σκληρή κριτική για το προηγούμενο άλμπουμ τους, το “Crusader”, η μπάντα αποφάσισε να κυκλοφορήσει άμεσα το έβδομο άλμπουμ της.Τα εσωτερικά προβλήματα ήταν αρκετά κάτι που φάνηκε στη συνέχεια με την αποχώρηση του μπασίστα Steve Dawson.Tα τραγούδια του άλμπουμ είναι σχεδόν όλα μικρά μεταλλικά ροκ διαμάντια ειδικά τα “Rockin Again”, “Call of the Wild”, “Rock ‘n Roll Gypsy” και φυσικά ο ύμνος “Broken Heroes”.Ένας κατά την άποψη μας από τους καλύτερους δίσκους των SAXON με εξαιρετική απόδοση από το γκρουπ, με αρκετή δόση hard’n heavy συναισθήματος και βέβαια με την περήφανη φωνή του Biff Byford να μας κάνει να αναπολούμε το μακρυνό παρελθόν.Και μία λεπτομέρεια το τραγούδι “Everybody Up” μπορείτε να το ακούσετε και στην ταινία τρόμου “Demoni”.
ΤΑ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑ
FORTUNE- Fortune
Φανταστικό aor προερχόμενο από μουσικούς που συνέχισαν με τους εκπληκτικούς Harlan Cage. Αδικημένο άλμπουμ με κήμπορντς και μελωδίες που σκοτώνουν!
MAGNUM - On A Storytellers Night
Tο ροκ μεγαλείο των Βρεττανών είναι δεδομένο και το αποδεικνύουν εδώ και δεκαετίες συνεχώς. Η φωνή του Bob Catley είναι μαγική ,η κιθάρα του Tony Clarkin άψογη και οι μελωδίες του συγκεκριμένου άλμπουμ παραμένουν ανατριχιαστικές.
NIGHT RANGER – Seven Wishes
Κορυφαίος δίσκος από τους Αμερικάνους οι οποίοι μεγαλουργούν με δυνατά hard rock/aor τραγούδια. Η παρέα του Jack Blades δίνει πραγματικό ρεσιτάλ στη δημιουργία των συνθέσεων και στην εκτελεστική δομή των κομματιών.
KING KOBRA – Ready To Strike
O φοβερός ντράμερ Carmine Appice(Ozzy,Cactus,Rod Stewart) με άξιο συνοδοιπόρο τον εξαιρετικό τραγουδιστή Mark Free έκαναν ένα υπέροχο δίσκο που συνδυάζει με απλό και λιτό τρόπο το δυναμικό hard rock με το αριστοτεχνικό κιθαριστικό παίξιμο.
SHOOTING STAR – Silent Scream
Πραγματικό διαμάντι το συγκεκριμένο άλμπουμ. Μπορούν να θυμίζουν Kansas ελέω ύπαρξης βιολιού όμως δεν τους λείπει η προσωπικότητα και οι καταπληκτικές ροκ ενορχηστρώσεις. Όμορφες ερμηνείες, εμπνευσμένες μελωδίες και φυσικά ατόφιο hard rock συναίσθημα από μία ξεχασμένη αμερικάνικη μπάντα που παραμένει και σήμερα ενεργή.
ΤΟΡ ΤΕΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
1) HEAR N AID – We ‘re Stars
2) ΜΑRILLION - Kayleigh
3) DOKKEN – In My Dreams
4) RATT – Your In Love
5) GARY MOORE – Out In The Fields
6) SAXON – Broken Heroes
7) KING KOBRA - Hunger
8) MAGNUM - How Far Jerusalem
9) HEART – What A About Love
10) DIO - Rock 'N' Roll Children
Γράφει ο Φώτης Μελέτης

Τρίτη 4 Μαΐου 2010

HOPE TO FIND - “Still Constant” (Promo)

Η γείτονα χώρα μας χτυπά την πόρτα για υποδεχτούμε ένα γέννημα θρέμμα της, μια εκπληκτική progressive rock μπάντα. Σε κάποιους μπορεί αν φανεί κάπως παράξενο, μα, η Τουρκία έχει καλές prog μπάντες?
Ναι! Και βέβαια έχει όπως όλος ο πλανήτης, και είμαι πολύ χαρούμενη όταν έρχονται μπροστά μου κάποιες σαν τους HOPE TO FIND.
Τα πρώτα βήματα για την τελική σημερινή μορφή τους ξεκίνησαν το 2003 και μέχρι σήμερα, μεταφέροντας σε μουσική μορφή τα διαισθητικά τους γούστα τα οποία είναι ακόμα σε εξέλιξη. Η μπάντα εργάζεται σε νέες συνθέσεις υπό την αιγίδα του progressive rock. Εργάζονται συστηματικά και έντονα και η χημεία των μελών πια είναι σε απόλυτη αρμονία. Η διαδικασία αυτή που ξεκίνησε τον Νοέμβρη του 2008 έως και τον Ιούνιο του 2009 δίνει το αποτέλεσμα του promo-cd το οποίο συμπεριλαμβάνει 4 κομμάτια.
Με επιρροές όπως : OPETH, PAIN OF SALVATION, DREAM THEATER, RIVERSIDE, PINK FLOYD, ELOY,.. κάνουν το δικό τους άλμα στη Τουρκική prog σκηνή, με κομμάτια που θα σου τραβήξουν το ενδιαφέρον, να τους ακούσεις και να τους εκτιμήσεις. Από δω και πέρα όλα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Η μπάντα δίνει συναυλίες συνέχεια στην χώρα της, και ήδη είναι στην δημιουργία του πρώτου video. To promo που ήδη έχω στα χέρια μου, πραγματικά με εντυπωσιάζει και από την υφή του! Ναι! Αλλά και από την άψογη παρουσίαση του γενικότερα.
Ο μπασίστας της μπάντας- ERDEM KORKMAZ - όντας τελειομανής δηλώνει : “ για την κυκλοφορία του promo επιλέξαμε επαγγελματίες όπως και τα πιο επαγγελματικά studios και προσπαθούμε να κάνουμε το μέγιστο και για την οπτική παρουσίαση του αλλά τόσο και για το artwork γενικότερα, γιατί βάζουμε πάνω από όλα τους ίδιους μας τους εαυτούς στην θέση το ακροατή” η καθημερινότητα τους θα γίνει ο μυστικός κώδικας της δημιουργίας τους και η μουσική τους ο καλύτερος τρόπος για να εκφράσουν συναισθήματα, φόβους, όνειρα, ελπίδες … θα τα βάλουν όλα αυτά σε ένα καζάνι και θα τα ανακατέψουν, ψάχνοντας συνέχεια και νέους τρόπους μουσικής έκφρασης.
Η επόμενη τους ηχογράφηση θα είναι πιο ολοκληρωμένη και η σκέψη για την κυκλοφορία ενός concept album είναι πολύ κοντά. Το επόμενο βήμα? Η συνεχής οικοδόμηση του άλμπουμ και η ελπίδα να πάνε όλα καλά και να βρουν την εταιρεία και τον παραγωγό που θα μπορέσουν να εκφράσουν την ιδέα των HOPE TO FIND.
Με την σκέψη το άλμπουμ να κυκλοφορήσει έως το 2012, είναι έτοιμοι και πρόθυμοι για τις μουσικές σκηνές, και να παίξουν όπου μπορούν. Αξίζει μια αναφορά στα 4 αυτά κομμάτια.
Στο “The Grand Opening”, έχουμε μια έκθεση συναισθημάτων, για όλα αυτά τα χρόνια που έχουν ξοδέψει σε χρόνο και ενέργεια για τόσα άχρηστα πράγματα γύρω τους και παρόλα αυτά είναι ακόμα εδώ και προσπαθούν. Ένα απλό τραγούδι ιδανικό για opening.
Το “ Walking Walls” έχει να κάνει με τις συνεχείς καταπιεστικές καταστάσεις, κοινωνία, οικογένεια, γραπτούς και άγραφτους νόμους και κανόνες και χρειάζονται έναν τρόπο απόδρασης. Έτσι με τους στίχους και κάποια σημεία στο τραγούδι από σκληρά riffs, το τραγούδι μπορεί και προβάλλει “αντίσταση”. “Witness Of Happiness”, η ευτυχία είναι ένα φαινόμενο που σχεδόν όλοι οι άνθρωποι περιμένουν με λαχτάρα. Αλλά κατά πόσο είναι εφικτό αυτό? Είναι ή απλά βλέπουν και αισθάνονται “μάρτυρες” της χωρίς να είναι απόλυτα ευτυχισμένοι? Το τραγούδι ανεβαίνει από την θεματολογία του, όλα τα riffs, μελωδίες, είναι ακριβώς εκεί που πρέπει, ο ήχος και κάποια περίπλοκα μέρη με up and down tempo είναι ακριβώς η προσπάθεια να εκφραστεί το παράδοξο. “City Soul” είναι το τελευταίο και το οποίο μοιάζει να είναι και διαφορετικό από τα άλλα.
Όπως και σε άλλες μπάντες τα μέλη ζούνε σε μια μέτρια σε μέγεθος πόλη, και η ζωή τους πηγαινοέρχεται. Τόσα μηνύματα καθημερινά, και τις πιο πολλές φορές αφομοιώνεσαι από το περιβάλλον θέλοντας και μη, και προσπαθούν να εκφραστούν όχι μόνο με σκληρό ήχο αλλά ψάχνουν την διαφορετικότητα στην εξέλιξη.
Είμαι σίγουρη πως οι HOPE TO FIND είναι μια αξιοσέβαστη νεοσύστατη μπάντα, που εκτός από την επαγγελματικότητα τους- ιδιότητα που συναντάς πολύ αργότερα- είναι η μπάντα που θα μας απασχολήσει στο μέλλον .Η θεματολογία τους και η μουσικές συνθέσεις τους είναι πραγματικά progressive.! Αξίζουν την προσοχή όλων μας…πολύ!
www.myspace.com/hopetofind
ΕΛΕΝΗ ΛΙΒΕΡΑΚΟΥ

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

HARD: “Time Is Waiting For No One”

Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, τη συγκεκριμένη κυκλοφορία την άκουσα αρνητικά προϊδεασμένος. Γιατί όπως και να το κάνουμε, ούτε οι πρώτοι, αλλά ούτε οι τελευταίοι είναι οι Hard που προσπαθούν να αναβιώσουν το melodic hard rock που μεσουρανούσε στα 80s, και δυστυχώς ελάχιστες σύγχρονες μπάντες πετυχαίνουν κάτι τέτοιο, ενώ η πλειοψηφία παρουσιάζει συνήθως κάτι τετριμμένο και μέτριο.
Παρόλα αυτά όταν τελείωσα την ακρόαση του “Time Is Waiting For No One”, αναθεώρησα και διέψευσα την αρχική μου εντύπωση. Και αυτό όχι επειδή οι Hard καινοτομούν μουσικά, κάθε άλλο. Ανήκουν όντως στην κατηγορία των συγκροτημάτων που ζουν σε περασμένες δεκαετίες, αλλά αυτό που μου άλλαξε τη γνώμη είναι το ότι όντως οι Hard έχουν καταφέρει να συνδυάσουν τις επιρροές τους με το σωστό feeling και πάνω από όλα δεν προσπαθούν ιδιαίτερα. Τους βγαίνει φυσικά.
Διότι εάν υπάρχει κάτι που έχει καταρρακώσει όλες τις wanna- be an 80s rockstar μπάντες είναι η έλλειψη αυθορμητισμού στις συνθέσεις και η συνεχής υπερπροσπάθεια που καταβάλλουν, η οποία δε φέρει το απαραίτητο αποτέλεσμα, μιας και σε αυτό το είδος μουσικής όση lack και εάν βάλεις στα μαλλιά και τα τραγούδια σου, εάν δεν είσαι ειλικρινής, το χάνεις το παιχνίδι.
Μπροστάρης στους Hard είναι ο Σουηδός παλαίμαχος Björn Lodin, γνωστός από τους Baltimoore, ενώ το σχήμα συμπληρώνουν τέσσερις άγνωστοι, μέχρι στιγμής, μουσικοί από την Ουγγαρία. Το “Time Is Waiting For No One” ακολουθεί κατά γράμμα όλες τις γνωστές συνταγές που αντιπροσωπεύουν το μελωδικό rock, με τις μπαλάντες και τα πιασάρικα refrain να έχουν τον πρώτο ρόλο. Καλοδουλεμένο album, με αρκετά καλές ιδέες, χωρίς βέβαια να χαίρει δάφνες πρωτοτυπίας, αλλά σίγουρα από τις πολύ καλές φετινές hard rock στιγμές.
Στέφανος Στεφανόπουλος

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...