Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Van Zant: "Always Look Up"


Μετά από αρκετά χρόνια, δύο εμβληματικές φιγούρες της southern rock σκηνής, τα αδέλφια Johnny Van Zant (Lynyrd Skynyrd) και Donnie Van Zant (38 Special) ενώνουν τις φωνές και τις συνθετικές τους δυνάμεις για το ολοκαίνουργιο άλμπουμ με τίτλο "Always Look Up" με επίκεντρο την πίστη, το ευαγγέλιο και τον Χριστό.

Άλλωστε η μουσική του νότου έχει βαθιά ριζωμένη στην δική της παράδοσή, την θρησκευτικότητα και μεγάλοι καλλιτέχνες όπως ο Elvis, ο Little Richard και ο James Brown την εξυμνούσαν διαρκώς.

Ερχόμενοι στο "Always Look Up" οι δύο μουσικοί συνδυάζουν τις ρίζες τους, στη southern rock προσθέτοντας στοιχεία gospel και country, δημιουργώντας ένα εξαίσιο ηχητικό μωσαϊκό με τους στίχους να εστιάζουν στην πίστη και την προσωπική αναζήτηση.
Ερμηνείες γεμάτες πάθος, προσεγμένες μελωδικές γραμμές και μια ατμόσφαιρα βαθιάς συναισθηματικής σύνδεσης χαρακτηρίζουν το νέο δισκογραφικό έργο των αδελφών Van Zant.
Ο δίσκος ξεκίνησε να γράφεται και να ηχογραφείται τον καιρό της πανδημίας και το αποτέλεσμα ακούγεται θαυμάσιο μιας και οι δύο σπουδαίοι μουσικοί δηλώνουν ότι: "Κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να γράφουμε για την αλήθεια, για τους ανθρώπους, για προβλήματα και καταστάσεις και απλώς προσπαθούμε να είμαστε αληθινοί με τον εαυτό μας και να αγγίζουμε τους ανθρώπους συναισθηματικά και πνευματικά. Αν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, νομίζω ότι έχουμε κάνει τη δουλειά μας".
Τραγούδια όπως τα "Warrior" και "There You Are" είναι πραγματικά μία southern/country rock όαση που καταφέρνει να αγγίζει τις ψυχές όλων μας ενώ το αριστουργηματικό "It's Up to You" ίσως είναι από τα καλύτερα τραγούδια των Van Zant με τις φωνές τους, να μας οδηγούν στον δικό τους παράδεισο.
Ξεχωρίζουν επίσης το σαγηνευτικό "Leaning on the Cross" (θυμίζει Chicago των 80s), το γκοσπελικό "Praying" καθώς το δυναμικό και πιο ροκ κομμάτι του άλμπουμ, το "Jesus Christ".
Η παραγωγή είναι κρυστάλλινη και αποτυπώνει άψογα το southern/country ύφος του άλμπουμ ενώ καθοριστική είναι η κιθαριστική συμβολή των Mark Matejka και Carl Lindquist.
Συνοπτικά το "Always Look Up" είναι ένας ύμνος στην πίστη και στον Θεό δηλαδή στον άνθρωπο και σε όλους εμάς που παρόλα τα πάθη και τους εγωισμούς μας παλεύουμε να ξεπεράσουμε ότι μας οδηγεί στο σκοτάδι. Τα αδέρφια Van Zant έστω και μετά από τόσα χρόνια, μας χάρισαν μία υπέροχη δημιουργία, εμπνευσμένη και προερχόμενη από τον ουρανό.
Σίγουρα μία από τις πιο συναισθηματικές και όμορφες κυκλοφορίες του φετινού έτους.
 
Φώτης Μελέτης

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2024

Tak Matsumoto Group: "TMG II"


Επιστροφή μετά από 20 χρόνια απραξίας, για την παρέα του σπουδαίου Ιάπωνα κιθαρίστα Tak Matsumoto και του αξεπέραστου ντεμπούτου τους, οι οποίοι συνεχίζουν με το δεύτερο ολοκαίνουργιο άλμπουμ τους να διαθέτουν περίσσεια ενέργεια και αστείρευτο ταλέντο.

Με τον Eric Martin (Μr. Big) στην φωνή, τον Jack Blades (Night Ranger,Revolution Saints ) στο μπάσο και τον Matt Sorum (Cult, Guns n' Roses) στα τύμπανα, οι Tak Matsumoto Group δημιουργούν ένα υπέροχο hard rock δίσκο γεμάτες περίτεχνες μελωδίες και εμπνευσμένους ρυθμούς.

Το άλμπουμ ξεκινά με το "Crash Down Love" έχοντας μία εντυπωσιακή και πιασάρικη μελωδία που στο ρεφρέν απογειώνεται χάριν του φοβερού Eric Martin. Ακολουθεί το "Eternal Flames" με τη συμμετοχή των Babymetal σε μία metal/dance-groovy διάθεση άκρως ευχάριστη ενώ στο "The Story Of Love" υπάρχει ακόμη μία συνεργασία έκπληξη με την Ταυλενδέζα, Lisa (Blackpink) να βοηθά αρκετά στην χορευτική προσέγγιση της σύνθεσης.
Το "Color In The World" έχει λιγάκι από την αύρα των Queen/Beatles και έπεται το "Jupiter And Mars" που ξεκινά σε δραματικό τόνο λόγω του πιάνου του Jeff Babko καθώς στη συνέχεια εναλλάσσονται ρυθμοί και μελωδίες, περιλαμβάνοντας ένα δυνατό ρεφρέν και ένα πανέμορφο κιθαριστικό σόλο.    
Στο "My Life" το τέμπο δίνει η κουδούνα του Matt Sorum και εδώ το μοτίβο είναι σε πιο heavy ύφος ενώ στο "Endless Sky" οι Jack Blades και Tak Matsumoto  με λιτό και έξυπνο τρόπο δίνουν ρεσιτάλ έμπνευσης.
Το "Dark Island Woman" είναι δυναμικό και εκρηκτικό ειδικά στο ρεφρέν, με επιρροές από τους B'z (την ιαπωνική μπάντα του Tak Matsumoto) και το κιθαριστικό σόλο θυμίζει ελαφρά το ύφος του Michael Schenker. 
Το "Faithful Now" είναι μελωδικό, συγκινητικό, μπητλικό με τον Eric Martin να προκαλεί ανατριχίλες με την ερμηνεία του ενώ το "The Great Divide" είναι πολύ επιτηδευμένο σε μία western hard rock έκδοση.
Τέλος το "Guitar Hero" εντυπωσιάζει με το ρεφρέν, τους γοργούς ρυθμούς και το αριστοτεχνικό παίξιμο της έμπειρης τετράδας δίνοντας έναν πιο φρέσκο ήχο.
Εν κατακλείδι η νέα δουλειά των Tak Matsumoto Group είναι ευχάριστη, δυναμική, μελωδική με τρομερή παραγωγή και κυρίως είναι απολαυστική για όσους εξακολουθούν να λατρεύουν την πραγματική μουσική χωρίς να είναι κολλημένοι στο παρελθόν.
Μην προσπεράσετε ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς!

Φώτης Μελέτης

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Free: H ανεξάντλητη δύναμη του "σκληρού" blues rock

 Here's a criminally underrated band… any fans of FREE here? If you Don't  know much about them, give this video a listen!  https://youtu.be/0gQ3u6qIn1s : r/ClassicRock

Οι Free κατάφεραν σε σύντομο χρονικό διάστημα και να μείνουν στη ροκ αιωνιότητα, τόσο με τα εκπληκτικά άλμπουμ τους όσο και με την αυθεντικότητα των τραγουδιών τους αλλά και να επηρεάσουν αρκετά τον hard rock ήχο των seventies (AC/DC, UFO, Whitesnake, Bad Company).
Η ιστορία ξεκινά περίπου την άνοιξη του 1967, με τον Paul Rodgers γεννημένος στο Μίλντεσπρο , να παίζει με τους Roadrunners στο Λονδίνο στους οποίους συμμετείχε και ο κιθαρίστας Micky Moody (μετέπειτα Whitesnake) αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Αλλάζουν στη συνέχεια το όνομά τους σε Wild Flowers χωρίς όμως την ανταπόκριση του κοινού με συνέπεια να φτιάξει με νέα μπάντα με το όνομα Brown Sugar.


Παράλληλα την ίδια περίοδο ο ντράμερ Simon Kirke έπαιζε blues διασκευές με τον κιθαρίστα Paul Kossoff και την μπάντα τους με το όνομα Black Cat Bones. Ο Paul Kossoff ήταν γνωστός λόγω ότι είχε παίξει με τους Son of David αλλά και ότι ήταν υπάλληλος στο πιο γνωστού μαγαζί με μουσικά όργανα.
 Οι δύο μουσικοί έψαχναν εναγωνίως ένα καλό τραγουδιστή,  και τον βρήκαν  στο club, Fickle Pickle που έπαιζε ο Paul Rodgers με τους Brown Sugar, ο οποίος εκτός από τα ερμηνευτικά του χαρίσματα ήταν εξαιρετικός και στη φυσαρμόνικα.
Το μόνο που τους έλειπε λοιπόν ήταν ένα καλός μπασίστας και τον  ανακάλυψαν άμεσα και ήταν ο δεκαεξάχρονος Andy Fraser που μόλις είχε εκδιωχθεί αναίτια από τον John Mayall αφού ο πιτσιρικάς- τότε- Fraser έπαιζε με τους Bluesbreakers. Ο  Andy Fraser ξεχώριζε διότι από πολύ μικρός είχε διδαχθεί κλασσική μουσική παιδεία στο πιάνο και συνέχεια στα δεκατρία του, γυρνούσε στα τζαμαϊκανά μπαρ της Αγγλίας παίζοντας soul αναδεικνύοντας το έμφυτο ταλέντο του.
Mε καθοδηγητή τον παραγωγό, μουσικό και εκδότη Mike Vernon το κουαρτέτο προχωρά στις πρώτες του εμφανίσεις και για καλή τους τύχη στο πρώτο κιόλας live τους τσεκάρει μία σπουδαία μορφή των blues, ο μακαρίτης Alexis Corner.
H μπάντα αποκτά όνομα και λέγεται πλέον Free at Last και συστήνεται στο αφεντικό της δισκογραφικής εταιρείας Island, Chris Blackwell, που τους βλέπει σε μία συναυλία στο Marquee και τους αναλαμβάνει αφού του θυμίζουν έντονα τους Small Faces με συνέπεια να έχουμε αλλαγή ονόματος και κυριαρχεί το απλοϊκό  Free αντί του Heavy Meatl Kids.
Οι Free λοιπόν μπαίνουν στο στούντιο να ηχογραφήσουν το παρθενικό τους δίσκο σε παραγωγή του Guy Stevens και το Νοέμβριο του 1968 κυκλοφορούν το αξιόλογο “Tons of Sobs” (επανεκδόθηκε με οκτώ επιπλέον κομμάτια σε μορφή CD, στις 8 Οκτωβρίου 2001) με κύριο συνθέτη τον Paul Rodgers και με όλα τα μέλη τους να  μην είναι πάνω από την ηλικία των 20 ετών!
Ο blues hard  rock ήχος κυριαρχεί με την διασκευή του Albert King, στο "The Hunter" να αναδεικνύει το σχήμα.
To group  παίζει έξι μέρες την εβδομάδα σε διάφορα clubs της Μ. Βρετανίας αλλά είναι και  support στους Blind Faith, Who και στον Joe Cocker κάτι που τους κάνει αρκετά γνωστούς .
Tον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς κυκλοφορούν το δεύτερο δίσκο τους με τίτλο το όνομα τους και το κομμάτια που ξεχωρίζουν και τους κάνουν ακόμη πιο δημοφιλείς είναι το "I'll Be Creepin'", “Woman” και “ Broad Daylight” ενώ ο μπασίστας Andy Fraser συμμετέχει σε όλες τις συνθέσεις του δίσκου μαζί φυσικά με τον P. Rodgers και την παραγωγή αυτή την φορά αναλαμβάνει ο ίδιος ο Chris Blackwell.
Τα πρώτα μικροπροβλήματα ανάμεσα στα μέλη της μπάντας έχουν εμφανιστεί αλλά η κυκλοφορία του σινγκλ  “All Right Now” , τον Ιούνιο του 1970 μαζί με το άλμπουμ “Fire and Water”, τους απογειώνει τόσο εμπορικά όσο και στη συνείδηση των ροκ φαν της εποχής.


Το κλασικό  “All Right Now” το οποίο έγινε μετέπειτα αντιγραφή από δεκάδες ροκ συγκροτήματα φτάνει στο νο2 των βρετανικών τσαρτ  αλλά κάνει και μεγάλη αίσθηση και στο αμερικάνικο κοινο (νο 17) και η παρουσία τους στο φεστιβάλ Isle of Wight τους κάνει διάσημους παντού.
Όλο το άλμπουμ είναι ένα μαγευτικό ροκ ταξίδι με εξαιρετικά κομμάτια όπως το ομότιτλο (το διασκεύασε και ο θρυλικός Wilson Pickett), το αργόσυρτο “Mr. Big” με τον Andy Fraser να παίζει εντυπωσιακά, και την blues  μπαλάντα “Don't Say You Love Me” να ακούγεται ακόμη και σήμερα ανατριχιαστική.
Η κοφτή κιθάρα του Kossoff  μπολιασμένη με  το συναίσθημα  των blues μαζί με την βαθιά υπέροχη αισθαντική φωνή του Rodgers και την εμπνευσμένη εκτελεστική δεινότητα τόσο του στακάτου Kirke αλλά και του πολυτάλαντου Fraser ήταν η χρυσή και γνήσια συνταγή των μεγάλων FREE!
Σε μία συνέντευξη του ο Simon Kirke μετά την διάλυση του γκρουπ υποστήριξε ότι η μεγάλη επιτυχία του “All Right Now” τους δημιούργησε μεγάλη πίεση, σε σημείο να αποκαλύπτει πως μπορεί να είχαν συνεχίσει για αρκετά χρόνια μαζί αν δεν είχαν κάνει τόσο μεγάλη επιτυχία.
Toν Δεκέμβριο του 1970 κυκλοφορούν το τέταρτο στούντιο δίσκο τους με τίτλο “Highway” με λίγο πιο ελαφριά διάθεση με τη έξοχη μπαλάντα "Be My Friend"  και το βαρύ “The Stealer” να κρατούν ψηλά την ροκ σημαία των Free.
Όμως τα προβλήματα επιστρέφουν στη μπάντα και διαλύεται την άνοιξη του 1971 λίγο πριν εμφανιστούν στην Αυστραλία ενώ περιόδευαν  μαζί με τους Deep Purple.
Τον Ιούνιο του 1971 κυκλοφορεί η δισκογραφική τους εταιρεία το “Free Live!” ηχογραφημένο από διάφορες εμφανίσεις στην πατρίδα τους  ενώ υπάρχει και το ανέκδοτο κομμάτι "Get Where I Belong".
Τα μέλη του γκρουπ μετά την διάλυση τους, ακολούθησαν δικούς τους μουσικούς δρόμους με τον μπασίστα Andy Fraser να σχηματίζει τους Toby, τον  Paul Rodgers να φτιάχνει τους Peace ενώ οι Kossoff και Kirke μαζί με τον μπασίστα Tetsu Yamauchi  έκαναν δικό τους σχήμα.
Παρόλα αυτά κανένας δεν ήταν ικανοποιημένος από τα γκρουπ με τα οποία έπαιζε και ξαναενώνονται το Φεβρουάριο του 1972 και αρχίζουν τις τουρνέ ενώ τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς κυκλοφορούν το  εξαιρετικό “Free at Last” με την δημοτικότητα του συγκροτήματος να παραμένει υψηλή αφού ο δίσκος στη χώρα τους έφτασε μέχρι το νο 9.
Οι Free προσπαθούν να κερδίσουν στις ΗΠΑ επιπλέον κοινό και ξεκινούν περιοδεία με τους Traffic, όμως ανασταλτικός παράγοντας στην ηρεμία του γκρουπ είναι ότι έχει σοβαρό πρόβλημα με τα ναρκωτικά ο κιθαρίστας P. Kossoff, με αποτέλεσμα σε αρκετές συναυλίες κιθάρα να παίζει ο P. Rodgers.
Τα προβλήματα όμως συνεχίζονται για το γκρουπ αφού λίγο πριν περιοδεύσουν στην Ιαπωνία εγκαταλείπει το συγκρότημα ο μπασίστας Andy Fraser για να φτιάξει τους Sharks και τον αντικαθιστά ο Tetsu Yamauchi ενώ στα πλήκτρα  βοηθά τους  Free, ο John “ Rabbit” Bundrick ώστε να ολοκληρώσουν την τουρνέ και να είναι ο ήχος του πιο γεμάτος ενώ βοηθά συνθετικά και στο άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει στη συνέχεια.


Το Σεπτεμβρίο του 1972 ο κιθαρίστας Paul Kossoff επιστρέφει στις συναυλίες, προσωρινά όμως αφού πέφτει λιπόθυμος σε μία από αυτές στο Νιούκαστλ.
Τον Ιανούριο του 1973 κυκλοφορούν το τελευταίο στούντιο δίσκο τους με τίτλο “Heartbreaker”, το οποίο αργότερα ο S. Kirke ανέφερε πως δεν το θεωρεί καλό (;;;).
Οι Free παρά τα προβλήματα συνεχίζουν να παίζουν στο  “Heartbreaker” ένα δυνατό μίγμα blues rock και hard rock με κομμάτια που έχουν γράψει ιστορία όπως το μνημειώδες "Wishing Well" (το διασκεύασαν oι Gary Moore, Blackfoot), το επιβλητικό "Seven Angels" και το θαυμάσιο  “Common Mortal Man”.
Το συγκρότημα τελικά μετά από μερικές συναυλίες τον Ιούλιο του 1973 έκλεισε οριστικά τον περιπετειώδη κύκλο του και εκτός από τις διάφορες best of κυκλοφορίες της Island η πιο ενδιαφέρουσα μετά την διάλυση τους ήταν το 2006, το "Live at the BBC".
Η συνέχεια για τον κιθαρίστα Paul Kossoff (γιος του ηθοποιου David Kossoff) ήταν τραγική αφού πέθανε στις 19 Μαρτίου του 1976 μέσα στο αεροπλάνο σε πτήση από το Los Angeles στη  New York σε ηλικία μόλις 26 ετών αφού πρόλαβε και ηχογράφησε μερικά σόλο άλμπουμ και δύο στούντιο δίσκους με τους Back Street Crawler. Το περιοδικό "Rolling Stone" τον συγκαταλέγει στους 100 καλύτερους κιθαρίστες όλων των εποχών.
Ο Paul Rodgers μαζί με τον drummer, Simon Kirke έφτιαξαν τους εκπληκτικούς Bad Company που όλοι ξέρουμε πόσο σπουδαία άλμπουμ και τραγούδια ηχογράφησαν ενώ ο Paul Rodgers κυκλοφόρησε αρκετούς σόλο δίσκους ενώ συνεργάστηκε και με μεγάλους μουσικούς όπως ο Jimmy Page στους Firm και με μέλη των Queen.
O Andy Fraser  εκτός από τους Sharks συνεργάστηκε και με άλλους μουσικούς όπως οι Robert Palmer, Joe Cocker, Chaka Khan, Rod Stewart and Paul Young ενώ συνέθεσε και τραγούδησε το κομμάτι "Obama (Yes We Can)" για την προεκλογική εκστρατεία του Barack Obama (του γνωστού πλανητάρχη!!!).
Αντί επιλόγου θα αφήσουμε να μιλήσουν τα λόγια του Andy Fraser  για να περιγράψουν την μουσική των Free:
“Δίναμε μεγάλη σημασία στο χρόνο όσον αφορά τις συνθέσεις μας…Κάθε νότα έπρεπε να είναι γραμμένη για να μετράει το χρόνο για να κρατάει την ένταση. Όταν έχεις τις αισθήσεις σου, πολύ ελεύθερες δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα..."
Δυστυχώς ο σπουδαίος μουσικός και μπασίστας πέθανε στις 16 Μαρτίου του 2015.
 
Φώτης Μελέτης

Heart: What about Love - Οι ενοχές μιας μεγάλης επιτυχίας

Heart: What About Love (Music Video 1985) - IMDb 

Tο 1984 βρίσκει τις HEART σε ένα κομβικό σημείο για την καριέρα τους. Το συγκρότημα έχει αποχωρήσει από την προηγούμενη δισκογραφική τους εταιρία την Epic λόγω των απογοητευτικών πωλήσεων του "Passionworks" (1983) παρά το γεγονός ότι εξακολουθούσαν να είναι δημοφιλείς όμως χρειαζόντουσαν μία μεγάλη αλλαγή ώστε να αποφύγουν τα χειρότερα.

Επιπρόσθετα η τραγουδίστρια Ann Wilson την ίδια χρονική περίοδο σημείωσε επιτυχία στο Top 10 των ΗΠΑ με το "Almost Paradise". Μία συνεργασία που έκανε με τον frontman των Loverboy, Mike Reno, που αποτέλεσε επίσης μεγάλη επιτυχία για την εφηβική ταινία του 1984 "Footloose". Αυτό βέβαια ήταν ένα μικρό ευχάριστο διάλειμμα διότι τα προβλήματα για τις Heart άρχιζαν να μεγαλώνουν.
Για καλή τους τύχη (όπως απεδείχθη αργότερα)η Capitol Records υπογράφει μαζί τους βάζοντας αυστηρούς όρους με κυρίαρχο αίτημα να είναι ο Ron Nevison, ο παραγωγός του ομότιτλου άλμπουμ το 1985. 
Μάλιστα ο πρόεδρος τη Capital Records, Don Grierson τους επισήμανε ότι τα πράματα αλλάζουν ριζικά λέγοντας: "Σας αγαπώ παιδιά και είμαι πρόθυμος να σας υπογράψω, αλλά πρέπει να είστε προετοιμασμένοι για αμοιβαίες παραχωρήσεις τόσο για την συγγραφή υλικού όσο και για τον παραγωγό".
Οι αδελφές Wilson με τον φόβο ότι η καριέρα τους έχει πάρει πτωτική πορεία δέχονται τους όρους της Capitol ενώ αλλαγές συμβαίνουν και στο μάνατζμεντ της μπάντας όπου βασικός στόχος είναι η διαρκής προβολή μέσω του MTV με πολύ προσεγμένα βίντεο κλιπ ώστε να τονισθεί και η σέξυ πλευρά της μπάντας.
Οι Ann και η Nancy ένιωθαν αρχικά χαρούμενες διότι μία μεγάλη δισκογραφική εταιρεία επένδυε πολλά χρήματα και χρόνο στις Heart  αλλά καθώς προχωρούσε η διαδικασία γινόταν σαφές ότι πολλές από τις αποφάσεις που λαμβάνονταν για το πώς θα ηχογραφήσουν, ελήφθησαν χωρίς την συναίνεση τους με συνέπεια να είναι άκρως δυσαρεστημένες από αυτή την απαξίωση στο πρόσωπο τους.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της τραγουδίστριας Ann Wilson για την συνεργασία της με τον Ron Nevison: 
"Ένιωθε, ότι ο μόνος τρόπος για να βγάλει μια καλή απόδοση από εμένα ο Ron Nevison ήταν να με κάνει να είμαι δυστυχισμένη, να με θυμώνει και να με προσβάλλει. Πολλοί θαυμαστές επικροτούν τις ερμηνείες μου εκείνη την περίοδο, αλλά εγώ δεν νομίζω ότι είχα καλή απόδοση. Ακουγόμουν φοβισμένη, μπλοκαρισμένη και σφιχτή. Ο παραγωγός πρέπει να ξέρει πώς να σε βοηθήσει να ανοιχτείς και όχι να σε δημιουργεί προβλήματα". 
Ο Nevison στο βιβλίο του 2008 "Heart: In the Studio" είχε εντελώς διαφορετική άποψη. "Μερικές φορές, για να γίνεις καλά μία δουλειά πρέπει να δουλέψεις πιο σκληρά. Ποτέ δεν θεώρησα τον εαυτό μου δύσκολο, αλλά σίγουρα είμαι απαιτητικός".
Όλη αυτή η βαριά ατμόσφαιρα κυριαρχούσε στις ηχογραφήσεις του δίσκου με την Ann Wilson να εξομολογείται πριν μερικά χρόνια στην Guardian:
"Οι επιτυχίες των Heart στα μέσα της δεκαετίας του '80 ήταν μια "φαυστιανή συμφωνία". Ξυπνάω μία μέρα και λέω: Λοιπόν, ξέρετε, αν είναι να κάνω πετυχημένους δίσκους και να γίνω κάποιος άλλος, τότε ίσως να καλύτερα να κυκλοφορώ άλμπουμ που δεν θα γίνουν τεράστιες επιτυχίες. Απλώς θα κάνω αυτό που πραγματικά με ανάβει". 
Με αυτή την δήλωση η Ann Wilson αφενός δικαιολογείται ότι έκανε συμφωνία με το διάβολο (Capitol, Nevison) που της χάρισαν την μεγάλη επιτυχία και αφετέρου έχασε κομμάτι του εαυτού της δείχνοντας ένα είδος μετάνοιας για εκείνη την επιλογή.
Σε ίδιο μήκος κλίμακος και η Nancy Wilson συμπληρώνοντας την ίδια εκδοχή, ότι όταν τους ανέλαβε ο παραγωγός Ron Nevison, πίστευε ότι ο ήχος των Heart που βασίζεται στην ακουστική κιθάρα ήταν πλέον ξεπερασμένος και ότι δεν υπάρχει θέση για το concept του ομότιτλου άλμπουμ των Heart το 1985. Και συνεχίζει η Nancy βλέποντας εκτός από τα αρνητικά όλης αυτής της διαδικασίας και αρκετά θετικά όσον αφορά το νέο image της μπάντας:
 "Η άποψη του Nevison περί ακουστικής κιθάρας είχε ως συνέπεια να νιώσουμε ότι απέρριπτε μία από τις χαρακτηριστικές ηχητικές υπογραφές του συγκροτήματος. Πραγματικά θα ομολογήσω ότι δεν ήμουν ευχαριστημένη με αυτή την άποψη και νομίζω ότι επηρεάστηκε από τη μόδα που επικρατούσε στη δεκαετία του '80 για πιο soft ήχο. Άλλωστε αυτό το μοδάτο στυλ φαίνεται και στο εξώφυλλο του άλμπουμ Ήταν πολύ Prince and the Revolution. Πήραμε μια εντελώς νέα στάση μόδας από τα προηγούμενα χρόνια, όπου δυσκολευόμασταν όλο και πιο πολύ να μας προσέξουν. Λένε ότι η μέση διάρκεια ζωής οποιουδήποτε ροκ συγκροτήματος είναι τρία έως πέντε χρόνια. Άρα είχαμε ήδη ξεπεράσει την πρώτη μας διάρκεια ζωής. Θέλαμε να κάνουμε κάτι πραγματικά αξιοσημείωτο και να κάνουμε μια μεγάλη δήλωση. Μια μουσική δήλωση. Μια δήλωση μόδας. Ήταν μια καλή ιδέα, και λειτούργησε πραγματικά.
 

Η Nancy Wilson πάντως δεν μπορούσε να χωνέψει τον τρόπο που απαξίωνε το παίξιμο τους ο Nevison αφού έκοβε ένα τμήμα από το παρελθόν της και και σε μία συνέντευξή της αναφέρει:
"Είχα σίγουρα εκπαιδευτεί στη folk μουσική ακόμη και πριν παίξω κιθάρα, μαθαίνοντας να τραγουδάω τραγούδια των Peter, Paul and Mary ενώ από τα εννιά μου, έπαιζα Paul Simon που ήταν ο μεγάλος εμπνευστής μου. Έμαθα ένα σωρό διαφορετικά στυλ, όπως country, folk, rock και blues, αν και ποτέ δεν με ενδιέφερε πραγματικά να μάθω να παίζω τζαζ. Η Αnn είχε το χάρισμα της όμορφης φωνής και εγώ είχα κυρίως συνοδευτικό ρόλο. Ήθελα να προσπαθήσω να ακούγομαι σαν μια ολόκληρη μπάντα και όχι σαν μια απλή κιθάρα αν και στην πορεία το έκανα με πιο επιθετικό τρόπο".
Βέβαια για να είμαστε δίκαιοι ο Ron Nevison δεν ήταν κάποιος τυχαίος παραγωγός αλλά μία σημαντική φιγούρα την δεκαετία του '80 (αλλά και τις επόμενες δεκαετίες) που ξεκίνησε την καριέρα του κάνοντας ήχο για τους Traffic και Joe Cocker ενώ έκανε μεγάλες επιτυχίες τόσο με τους Jefferson Starship, όσο και με άλλες σπουδαίες μπάντες όπως οι Survivor με το  "Vital Signs", με τους Thin Lizzy ("Nightlife") και με άλμπουμ των UFO και MSG. 
Ο Ron Nevison μπορεί να φαινόταν ο "τύραννος" όμως οφείλουμε να του πιστώσουμε ότι εκτίμησε με τον καλύτερο τρόπο ότι οι Heart μπορούν να δώσουν μία πιο AOR/pop διάσταση στο ύφος τους δημιουργώντας έναν λιτό mainstream rock ήχο που όπως αποδείχθηκε έκανε τεράστια εμπορική αποτυχία διατηρώντας μια ευπρέπεια και αγάπη προς τα τραγούδια τους.
 
                                                       
                                                Τα Τραγούδια του άλμπουμ
Ο δίσκος κυκλοφορεί τον Ιούλιο του 1985 και εναρκτήριο κομμάτι είναι το καταιγιστικό "If Looks Could Kill" που κινείται σε hard rock ύφος, με τους στίχους να μιλούν περί απιστίας. Την σύνθεση υπογράφουν οι Jack Conrad (ο οποίος είχε κάνει ένα φεγγάρι μπασίστας στους Doors) και ο Bob Garrett. Για τη ιστορία το κομμάτι ήταν να το τραγουδήσει η Tina Turner αλλά οι υπεύθυνοι της Capitol έδωσαν προτεραιότητα στις Heart και μάλλον δικαιώθηκαν.
Ακολουθεί το υπέροχο και συνάμα μελωδοδραματικό "What About Love" με την αρχική έκδοση του κομματιού να ανήκει στους Καναδούς Τoronto και στον διάσημο παραγωγό και συνθέτη Jim Vallance. 
Μάλιστα η Nancy αποκαλύπτει: "Με τον παραγωγό Ron Nevison εκείνες τις μέρες ακούγαμε διάφορα demo που γράφτηκαν από τους τραγουδοποιούς του L.A. βάζοντας μας σε σκέψεις για τη ικανότητα μας.
Με την 
Ann να συμπληρώνει πως κατέληξαν στην επιλογή του "What About Love":
"Εκείνη την εποχή, αυτή η μετάβαση ήταν πολύ δύσκολη για μένα διότι δεχόμασταν τραγούδια από εξωτερικούς συνθέτες συνειδητοποιώντας ότι: "Γεια, δεν γράφουμε τόσο καλά αυτήν τη στιγμή. Δεν έχουμε ιδέες." Έτσι αποφασίσαμε να προχωρήσουμε και να κάνουμε οντισιόν για ποια τραγούδια των διάφορων συνθετών θα δεχτούμε. Ήταν πολύ δύσκολο να καταπιέσουμε τα συναισθήματα τους και τον εγωισμό μας να αποδεχτούμε κάτι τέτοιο. Όταν άκουσα για πρώτη φορά το demo για το "What About Love", ένιωθα σαν θύμα και λέω. "Ω, καημένη μου! Τι γίνεται με μένα;" Έμοιαζε σαν ένα τραγούδι του τύπου "I'm so law and you can just walk all over me". Και έτσι το απέρριψα. Αλλά ο Ron Nevison και η δισκογραφική εταιρεία και όλοι επέμεναν να το ερμηνεύσω και τελικά συμφώνησα. Και όταν το έκανα, έφερα τη δική μου οργή, υποθέτω. Τελικά δεν ήταν τραγούδι ενός θύματος και νομίζω ότι βγήκε πολύ καλό".
Επόμενη σύνθεση το "These Dreams" που είναι το μοναδικό κομμάτι που τραγουδά η Nancy Wilson στο άλμπουμ αν και κρυωμένη με τον θρυλικό μάνατζερ Howard Kaufman να είναι αρνητικός με το συγκεκριμένο κομμάτι λέγοντας: 
"Κοίτα, μπορείτε να το ηχογραφήσετε αλλά σημειώστε τα λόγια μου, δεν θα κάνει ποτέ τίποτα. Θα είναι πολύ μπερδεμένο - δεν ακούγεται σαν αυτό που περιμένουν οι οπαδοί των Heart".
Έλα όμως που η μεγάλη επιτυχία του κομματιού (#1 στις ΗΠΑ) τον διέψευσε  πανηγυρικά αφού έγινε το πρώτο "number οne single" της μπάντας, με τον Howard Kaufman να αυτοσαρκάζεται και να λέει στις αδελφές Wilson: 
«Θυμίστε μου να σας αφήνω πάντα να κάνετε το αντίθετο από αυτό που θα σας λέω την επόμενη φορά!».  
Η συνέχεια ανήκει στο "Νever" που απογειώνετε χάριν του  δυναμικού ρεφρέν και σε συνδυασμό με την διαυγή φωνή της Ann κάνουν το συγκεκριμένο κομμάτι από τις πιο αγαπημένες συνθέσεις του δίσκου φτάνοντας ως το #4 των ΗΠΑ τσαρτ και γράφτηκε από τους Holly Knight, Gene Bloch και "Connie" που είναι το ψευδώνυμο για τις Ann Wilson, Nancy Wilson και Sue Ennis.
Ακολουθεί το The Wolf" με το συγκεκριμένο τραγούδι να βηματίζει στις πιο ροκ φόρμες της μπάντας και να θυμίζει αρκετά πράματα από τις παλαιότερες δισκογραφικές τους δουλειές. Δυνατό ρεφρέν με τις κιθάρες του Howard Leese και τα τύμπανα του Denny Carmassi να πρωταγωνιστούν.
Το "All Eyes" είναι ένα κλασικό '80ς κομμάτι σε γρήγορο τέμπο, παντρεύοντας μελωδίες και ροκ ρυθμούς με πανέμορφο τρόπο δουλεμένο πάνω σε ένα υπέροχο ρεφρέν που σε κερδίζει άμεσα.
Η μπαλάντα "Nobody Home" είναι γραμμένη από τις αδελφές Wilson απολαμβάνοντας ακόμη μία θαυμάσια ερμηνεία από την Ann ενώ το κιθαριστικο σόλο ανήκει στον Frankie Sullivan των Survivor.
To "Nothin at All" φέρει την υπογραφή του πολυβραβευμένου συνθέτη Mark Mueller (Jennifer Paige,  Peter Cetera, The Pointer Sisters) και ακολουθεί ένα γοητευτικό μελωδικό ροκ μοτίβο. Κατάφερε να φτάσει μέχρι το #10 των ΗΠΑ τσαρτ.
Το άλμπουμ κλείνει με το "What He Don't Know" που έχει μία '60ς χροιά και είναι ίσως η πιο αδύναμη στιγμή του δίσκου ενώ το "Shell Shock" είναι μία δυναμική ροκ σύνθεση με την υπογραφή όλων των μελών της μπάντας και τα φωνητικά να  έχουν το στυλ του Robert Plant. 


Ο δίσκος πήρε αμφιλεγόμενες κριτικές όμως κατάφερε να μοσχοπουλήσει και να γίνει πλατινένιο με πάνω από 5 εκατομμύρια πωλήσεις, να βγάλει με τεσσερα hit single και επιπλέον να κερδίσει μία υποψηφιότητα Grammy για "Best Rock Performance by a Duo or Group with Vocal" αποδεικνύοντας ότι το σχέδιο της Capitol και του Nevison πέτυχε ολοκληρωτικά τοποθετώντας τις Heart στην κορυφή της ροκ κοινότητας έστω και με μερικούς ηχητικούς συμβιβασμούς. 
Όπως θυμάται ο Nevison στο βιβλίο "Heart: In the Studio""Όταν άκουσα για πρώτη φορά τα ηχογραφημένα demos των Heart για το άλμπουμ και ενώ πίστευα ότι είχαν πολύ καλό υλικό, απλά δεν ήμουν σίγουρος για τα σινγκλ", λέει. "Είχα ακούσει πρώτα να δω τι είχαν και τι έλειπε και μετά άρχισα να συμπληρώνω τα κενά και έπειτα προσδιόρισα τον ήχο τους".
Εν τέλει το ταλέντο και ικανότητα του σούπερ θηλυκού διδύμου βρήκε την αναγνώριση και σε κόσμο που δεν είχε τόσο σχέση με την ροκ μουσική έστω και αν είχαν παράπονα από την συνεργασία τους με τον Nevison και την Capitol. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν θετικό για όλους ενώ στις συναυλίες που ακολούθησαν οι Heart έβαλαν τη δική τους σφραγίδα σε συνθέσεις που δεν ήταν γραμμένες από τις ίδιες ("These Dreams", "What About Love", Nothin' At All). 
Η Ann Wilson μιλώντας στο Rolling Stone το 2012 δηλώνει ξανά ότι, νιώθει άβολα ακόμη για εκείνη την πετυχημένη περίοδο στη δεκαετία του '80 λέγοντας:
"Η μουσική έγινε λιγότερο κατανοητή στον απόηχο της νέας εποχής του MTV. Δεν έπρεπε να είσαι τίποτα άλλο από ποπ σταρ και να μην πάς πιο βαθιά από αυτό. Ήταν πραγματικά περίεργο. Ήταν ασφυκτικό, από άποψη εικόνας. Γι' αυτό, η Νancy κι εγώ νιώσαμε τόσο πνιγμένοι, ωστόσο αυτή είναι η μεγαλύτερη εμπορική μας επιτυχία. Αλλά έτσι πάνε τα σκατά όταν πουλάς εκατομμύρια δίσκους, αλλά πεθαίνεις μέσα σου'.


Y.Γ.1: Το "If Looks Could Kill" έχει και ποπ εκδοχή από την Pamala Stanley και εμφανίστηκε στην ταινία Raw Deal το 1986. Επίσης ηχογραφήθηκε από τη Νορβηγίδα ηθοποιό και ποπ τραγουδίστρια Mia Gundersen στο δίσκο της Temptation την ίδια χρονιά. Μια έκδοση του τραγουδιού εμφανίστηκε στην τηλεταινία Braker του 1985. Το γερμανικό heavy metal συγκρότημα Primal Fear συμπεριέλαβε μια διασκευή του τραγουδιού στη συλλογή του 2017 Best of Fear.
 
Υ.Γ.2: Το "These Dreams" το είχε απορρίψει η Steve Nicks, ενώ ο συνθέτης του κομματιού Martin Page το προτίμησε αντί του άλλου μεγάλου χιτ "We Built This City". Επίσης το τραγούδι συνυπογράφει  ο συνεργάτης του Elton John, Bernie Taupin.

Υ.Γ.3: Στο άλμπουμ συμμετέχουν επίσης στα δεύτερα φωνητικά η Grace Slick και ο Mickey Thomas από τους Jefferson Starship καθώς και ο Johnny Colla (Huey Lewis and the News).
 
Φώτης Μελέτης

Richie Sambora: "Ο ξένος που μάγεψε τα πλήθη"

 Richie Sambora - Ballad Of Youth: listen with lyrics | Deezer

Βρισκόμαστε την χρονική περίοδο που οι Bon Jovi ολοκλήρωσαν τη 18μηνη παγκόσμια περιοδεία τους δηλαδή τον Φεβρουάριο του 1990 και τα πέντε μέλη του συγκροτήματος πήραν χωριστούς δρόμους. Είχαν "καεί" μετά από έναν εξαετή κύκλο με στούντιο κυκλοφορίες και συνεχόμενες περιοδείες και χρειάζονταν επειγόντως ένα διάλειμμα.

 

Ο Jon Bon Jovi όμως φαίνεται πως δεν ήθελε να ξεκουραστεί αφού ηχογράφησε και κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1990 το πρώτο του σόλο άλμπουμ "Blaze of Glory", μια σειρά από ροκ τραγούδια γραμμένα και εμπνευσμένα από την ταινία γουέστερν "Young Guns II", εντρυφώντας στο φετίχ του καουμπόη.
Ο κιθαρίστας Richie Sambora, από την άλλη πλευρά, επιθυμούσε διακαώς να κυκλοφορήσει κάτι πιο προσωπικό ακολούθησε μια πολύ διαφορετική προσέγγιση εκδίδοντας πρώτο του σόλο άλμπουμ με τίτλο "Stranger in This Town", το οποίο κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1991.
Γεννημένος στις 11 Ιουλίου του 1959 με Πολωνικές ρίζες ο Richie Sambora  από μικρό παιδί λάτρεψε τη εξάχορδη θεά και συνεπαρμένος από σημαντικούς κιθαρίστες όπως οι Eric Clapton, Jimi Hendrix, Jeff Beck, Stevie Ray Vaughan, Johnny Winter κλπ ξεκίνησε κι αυτός με την σειρά του, το μακρύ ταξίδι προς την καλλιτεχνική καταξίωση, αρχικά με τους Shark Frenzy και τους Message και μετά με τους Bon Jovi που κατέκτησε μαζί τους την κορυφή σε όλα τα επίπεδα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 και μετά από μία πολύ κουραστική πορεία ο Sambora αποφάσισε πως μία σόλο κυκλοφορία σύμφωνα με τις δικές του μουσικές ανησυχίες ή απωθημένα θα του δώσει τις απαραίτητες ανάσες ώστε να παραμείνει ένας ταλαντούχος και εξαίσιος κιθαρίστας. Κι αυτό επιβεβαιώθηκε με το υπέροχο "Stranger in This Town".   
Ο Sambora λοιπόν στρατολόγησε εξαιρετικούς μουσικούς, συμπεριλαμβανομένων των τραγουδοποιών Bruce Stephen Foster και Tommy Marolda, του μπασίστα Tony Levin (King Crimson) του πληκτρά και κολλητού του από τους Bon Jovi, David Bryan καθώς και του ντράμερ Tico Torres. Επιπρόσθετα συμμετείχαν στα πλήκτρα ο Larry Fast ((Peter Gabriel, Foreigner, Nektar) και ο Jeff Bova (Celine Dion, Michael Jackson, Blondie) ενώ ο Desmond Child βοήθησε σημαντικά κι αυτός με την σειρά του όπως και οι συντοπίτες του από το New Jersey Franke Previte (Franke and the Knockouts) και Dean Fasano (Message, Prophet) στα δεύτερα φωνητικά.
Ο Sambora περιγράφει το άλμπουμ ως αυτοβιογραφικό κατά 90%. αναφέροντας χαρακτηριστικά:
"Τα τραγούδια σε αυτόν τον άλμπουμ γράφτηκαν από διαφορετικά και ανάμεικτα συναισθήματα και προέρχονται από κάτι βαθύ που βρίσκεται εδώ μέσα στην ψυχή μου οπότε μετά μπορώ να χρωματίσω αυτή την κατάσταση με μουσική και στίχους".
 
                                           
                                                  "Stranger in This Town"
O δίσκος ξεκινά λιγάκι ανορθόδοξα με το "Rest in Peace" όπου δεν ακολουθεί την πεπατημένη μιας τυπικής ροκ σύνθεσης αλλά ακούμε μία ερωτική ελεγεία βασισμένη σε blues/gospel ήχους στην οποία η φωνή του Richie Sambora ανοίγει έναν γοητευτικό διάλογο με την κιθάρα του. 
Το "Rest in Peace" λειτουργεί ουσιαστικά ως εισαγωγή στο "Church Of Desire" όπου οι blues τόνοι είναι πιο εμφανείς με τους "θανατηφόρους" έρωτες να κυριαρχούν στιχουργικά. To κιθαριστικό σόλο και η ερμηνεία του Sambora  είναι πραγματικά καταπληκτική και αναδεικνύουν το ανεξάντλητο ταλέντο του.
Για το ομότιτλο τραγούδι του άλμπουμ, το "Stranger In This Town" ο Sambora στη συνέντευξη του εξομολογείται πως:
"Το "Stranger In This Town" σίγουρα είναι ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια. Πάντα είχα ένα όνειρο να παίξω μπλουζ στον δικό μου δίσκο. Προέκυψε από την αίσθηση ότι σχεδόν σε κάθε πόλη νιώθω ξένος. Νομίζω επίσης ότι είμαι ξένος για πολλούς θαυμαστές, γιατί οι άνθρωποι με ξέρουν ως κιθαρίστα στους Bon Jovi, αλλά δεν με ξέρουν ως  πλήρη καλλιτέχνη".
Και συμπληρώνει:
"Ξυπνάω το πρωί και έχω ένα ωραίο σπίτι, και… καλά, δεν είμαι ποτέ εκεί, αλλά έχω ένα ωραίο σπίτι! Και να που βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη και  βλέπω την κατάσταση των αστέγων και παρόμοια δυσάρεστα πράματα που με θλίβουν. Για αυτούς τους ανθρώπους οφείλω να τραγουδήσω και να παίξω μουσική. Αυτό ήταν ένα είδος μπλουζ για το οποίο τραγουδούσα. Το οποίο το είχα λιγάκι μπερδεμένο στο μυαλό μου αλλά μετά άρχισα να συνειδητοποιώ ότι όσοι παίζουν με την ψυχή τους τα blues, δεν έχει καμία σχέση με οικονομικά ή χρήματα. Ο Robert Johnson το είπε με δύο φράσεις: "Αγαπώ το μωρό μου. Το μωρό μου όμως δεν με αγαπάει".
Στην συνέχεια έπεται το αριστουργηματικό "Ballad of Youth" (στο #63 στο Billboard Hot 100) όπου είναι ένας ύμνος στην εφηβεία και έχει να κάνει με το να μην σπαταλάμε τον χρόνο, σκεπτόμενοι τα λάθη του παρελθόντος και οφείλουμε να προχωρήσουμε με το παρόν.
"Young hearts
Better hold on
Beyond the innocence
Your youth is gone
Look in your mirror
It'll tell you the truth
Don't waste your time away
Don't waste your life away, no, no
Live today
There's no time to lose
Cause when tomorrow comes
It's all just yesterday's news"
Το "One Light Burning" ακολουθεί μπαλαντοειδείς ρυθμούς με τον Richie Sambora να αναζητά το φως και τον Randy Jackson (Journey) στο μπάσο να προσδίδει ένα ιδιαίτερο χρώμα.
Στο "Mr. Bluesman" ο Sambora εκπληρώνει ένα παιδικό του όνειρο αφού συμμετέχει ο θρυλικός Eric Clapton. Η συνεργασία τους προέκυψε όταν συναντήθηκαν στα International Rock Awards το 1990 και τρεις μέρες νωρίτερα, ο Richie κλήθηκε να δώσει στον Eric το βραβείο MVP (Most Valuable Player) κιθάρας και μετά μια μέρα αργότερα, τον ρώτησε αν θα έπαιζε μαζί του στο τέλος του show κάτι που τελικά συνέβη.
H καλλιτεχνική ανάγκη του Sampora  για την κυκλοφορία του "Stranger in This Town"  ήταν πολύ μεγάλη κάτι που το εξομολογήθηκε ο ίδιος σε μία συνέντευξή του, όπου αναφέρει τα εξής:
"Προσπάθησα να επιστρέψω και να βρω αυτό που με έκανε να θέλω να παίξω μουσική από την αρχή. Ουσιαστικά, νομίζω ότι αυτό είναι γίνεται στο "Mr. Bluesman". Είναι ένα τραγούδι για ένα αγόρι που θέλει να γίνει κιθαρίστας. Ουσιαστικά ήθελα να είμαι ο Eric Clapton, o Jimmy Page ή ο Johnny Winter!
Όταν έπιασα για πρώτη φορά την κιθάρα, προσπαθούσα να μιμηθώ τον Eric Clapton. Ήταν αστείο που αυτό το τραγούδι αφορούσε εμάς και που μπόρεσε να το παίξει μαζί μου. Ήταν μία από τις πιο συναρπαστικές στιγμές της ζωής μου. Είναι σαν να μου λέει ο δάσκαλός μου ότι είμαι στο σωστό δρόμο".
Το "Rosie" έχει δικαιολογημένα την σφραγίδα των Bon Jovi μιας και το συνυπογράφουν εκτός από τον Richie,  ο Jon Bon Jovi, o Desmond Child και η πολυβραβευμένη Diane Warren ενώ παραλίγο να βρισκόταν στο άλμπουμ "New Jersey". Βέβαια άνετα θα υπήρχε το "Rosie" και σε οποιοδήποτε άλλο άλμπουμ της αμερικάνικης μπάντας και σίγουρα το ρεφρέν είναι από τα καλύτερα της συνθετικής διαδρομής όλων των προαναφερομένων.
Το "River of Love" ακολουθεί κι αυτό όλη την blues φιλοσοφία του άλμπουμ με μπόλικα southern/rock στοιχεία ενώ το μπάσο του Tony Levin και τα τύμπανα του Tico Torres προσδίδουν μία ξεχωριστή δυναμική στην σύνθεση.
Η συνέχεια ανήκει στο συγκλονιστικό "Father Time" το οποίο ξεκινά με τα ανατριχιαστικά πλήκτρα και τη σπουδαία ενορχήστρωση του David Bryan να δίνουν ένα πιο δραματικό τόνο σε έναν ακόμη ανεκπλήρωτο έρωτα. Πιθανά το "Father Time" να συγκαταλέγεται μία από τις κορυφαίες στιγμές, τόσο του Sambora όσο και του Desmond Child που βάζει για τα καλά το χεράκι του.
O επίλογος ανήκει σε ένα από τα πιο δυνατά τραγούδια του άλμπουμ την συγκλονιστική μπαλάντα "The Answer" με τον Sambora να αποκαλύπτει: "Λάμβανα συνεχώς γράμματα από ανθρώπους που έλεγαν ότι ήθελαν να παιχτεί το κομμάτι στην κηδεία τους. Είναι αστείο γιατί ποτέ δεν είχα σκεφτεί να είναι έτσι. Το έγραψα σαν να ζεις τη στιγμή, και είτε πιστεύεις στον Θεό είτε όχι".
"They say for every living thing
There's a guide up in the sky
That helps you pass from world to world
So you never really die"
Το "Stranger in This Town" έλαβε παρά πολλές θετικές κριτικές και έκανε σχετική επιτυχία αν και ήταν άτυχος μιας και δεν προβλήθηκε αρκετά από την δισκογραφική του εταιρία λόγω αλλαγών και εσωτερικών ανακατατάξεων. Παράλληλα όμως ήταν μία κυκλοφορία που έχει μείνει κλασική στις καρδιές των οπαδών του σπουδαίου κιθαρίστα, συνθέτη και τραγουδιστή με τραγούδια και ερμηνείες που ακόμη και σήμερα ακούγονται ευχάριστα και απολαυστικά.
άλλωστε και ο ίδιος το ευχαριστήθηκε λέγοντας χαρακτηριστικά:
"Με το "Stranger in This Town", επέστρεψα στις ρίζες μου, όπου έμαθα περισσότερα".
 
Υ.Γ.: Στην Ιαπωνική έκδοση του άλμπουμ περιλαμβάνεται επιπλέον η διασκευή στο "The Wind Cries Mary" του Jimi Hendrix ενώ το "Stranger in This Town" έφτασε στο Νο. 36 του Top 200 άλμπουμ του Billboard και Νο 20 στα τσαρτ του Ηνωμένου Βασιλείου.
 
Φώτης Μελέτης

Richard Marx: Τα 10 τραγούδια που αγαπήσαμε

 Richard Marx Talks Twitter, '80s Music, and Stories To Tell

Ο Richard Marx καταξιώθηκε σε βάθος και απέδειξε περίτρανα ότι είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα ακόμα συνηθισμένο teen είδωλο από τα πολλά που πέρασαν στη δεκαετία του '80 και που αναλώθηκαν σε εύπεπτα τραγούδια ευρείας κατανάλωσης .

 

Υπήρξε και παραμένει ένας δεινός στιχουργός καθώς και ένας ταλαντούχος μουσικός δημιουργός με αστείρευτες ιδέες που ξέφευγε από τα τετριμμένα και κράτησε ψηλά την τιμή της pop και melodic rock μουσικής με συγκλονιστικές μπαλάντες που μιλούν κατευθείαν μέσα στις καρδιές μας, δυναμικά και καλογραμμένα  τραγούδια που αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου
Ναι, έγραψε εμπορική μουσική, αλλά γιατί αυτό πρέπει να είναι απαραίτητα κακό;;;
Ίσα ίσα τα τραγούδια του ακριβώς καλλιεργούν την παιδεία του ακροατή, διότι έχουν το ιερό τρίπτυχο της μουσικής: Ρυθμό-Μελωδία - Αρμονία.
Το επίτευγμά του είναι ακριβώς αυτό, ότι μέσα από τη δημοτικότητα της μουσικής του ανέβαζε το πνευματικό επίπεδο των θαυμαστών του.
Ας αναφέρουμε ενδεικτικά κάποια από τα επιτεύγματα του που αναδεικνύουν τη σπουδαιότητά του ως καλλιτέχνη.
Στην ηλικία των πέντε τραγουδούσε διαφημιστικά jingles για λογαριασμό της εταιρείας του πατέρα του, ώσπου τον ανακάλυψε στα 17 του, ο Lionel Richie. Eίναι ο μοναδικός άνδρας καλλιτέχνης του οποίου τα πρώτα επτά τραγούδια μπήκαν στο ΤΟP 5 του Billboard Hot 100. Ta  άλμπουμ του έχουν αποδώσει μέχρι σήμερα 30.000.000 αντίτυπα σε πωλήσεις. Έχει προταθεί πέντε φορές για Grammy το οποίο κέρδισε τελικώς το 2003, ως στιχουργός για το ‘’Dance With My Father’’ που ερμήνευσε ο Luther Vandross. Eίναι ιδιαίτερα καταξιωμένος και στο να γράφει τραγούδια για άλλους καλλιτέχνες, με κορυφαία παραδείγματα τα  "What About Me’’ - Kenny Rogers, Kim Carnes, James Ingram (1984), "Surrender To Me’’ με Robin Zander - Ann Wilson (1988), "Edge Of A Broken Heart’’ (Vixen),  ανάμεσα σε άλλα.
Βαδίζοντας τα 61 έτη ζωής, ο Richard Marx, έχει το κάθε δικαίωμα πλέον, να καμαρώνει και να είναι περήφανος για την παρακαταθήκη που έχει αφήσει, για μελωδίες οι οποίες, με το που τις ακούει κανείς, δακρύζει, συγκινείται, εμψυχώνεται, νοσταλγεί .
Ανεκπλήρωτοι καλοκαιρινοί έρωτες, η καταπίεση της αδίστακτης και απρόσωπης μουσικής βιομηχανίας, ένας ύμνος στην αγάπη και στον Έρωτα, η σύγκρουση ονειροπόλου ρομαντισμού και πραγματικότητας, η μάθηση από τα λάθη, η τραγική απώλεια μια ς μεγάλης αγάπης είναι κάποια από τα θέματα που εξερευνούν με μοναδικό τρόπο τα δέκα καλύτερα τραγούδια του.
 
10. "Another One Down’’ - Album: ’’Limitless’’ (2019) 
Ξεκινάμε από το τέλος με το πλέον πρόσφατο τραγούδι του από το άλμπουμ "Limitless’’ το 2019, ένα τραγούδι ασφαλώς προσαρμοσμένο στην εποχή του autotune και του beat, είναι όμως εκείνη η μοναδική ποιότητα του Marx στη φωνή και στους στίχους που του προσδίδει αξία. Και αυτό μάλιστα εκτιμήθηκε δεόντως από τους κριτικούς αλλά και τους θαυμαστές του, οι οποίοι του έδωσαν το νούμερο 14 στο Billboard Adult Contemporary Chart, την υψηλότερη θέση που είχε πάρει σε λίστα από το 1997. Το "Another One Down’’ ήταν παραγωγή του γιού του Lukas Marx και κεντρικό του θέμα είναι η μακροχρόνια σχέση του Marx με τα μεγάλα μουσικά studio, κατά τη διάρκεια της καριέρας του.

9. "Don’t Mean Nothing’’ - Album: ’’Richard Marx’’ (1987)
O Marx ονομάζει το πρώτο του άλμπουμ με το δικό του όνομα και μπαίνει πολύ δυνατά και εντυπωσιακά με το pop blues rock τραγούδι "Don’t Mean Nothing’’, με το οποίο εκθέτει με νεανική ‘’θρασύτητα’’ τη σκληρότητα της μουσικής βιομηχανίας, απεικονίζοντας ουσιαστικά τις δικές του εμπειρίες. Το τραγούδι έχει έντονο άρωμα Eagles (των οποίων ο Marx είναι μεγάλος fan), καθώς έχουμε τη συνδρομή του Joe Walsh στην κιθάρα και των Randy Meisner και Timothy Schmit στα background φωνητικά. Το 1988,o Μarx, κέρδισε μια υποψηφιότητα Grammy για αυτό το τραγούδι, έχοντας ως συνυποψήφιους στην ίδια κατηγορία τους Bruce Springsteen, Tina Turner, Bob Seger και Joe Cocker.
Στο video του τραγουδιού, εμφανίζεται η ηθοποιός και μετέπειτα πρώτη του γυναίκα Cynthia Rhodes (γνωστή από τη συμμετοχή της σε ταινίες όπως τα Flashdance και Dirty Dancing).

 
 

8. "Should ve Known Better’’ - Album: ’’Richard Marx’’ (1987)
Riff γεμάτα με απίστευτη ενέργεια, φοβερά ρυθμικό τραγούδι, πάλι από το παρθενικό του άλμπουμ, ίσως ο καλύτερος συνδυασμός pop και rock, που έχουμε δει ποτέ στη σύγχρονη μουσική ιστορία. Αλλά και η δυναμική φωνή ενός Marx, που ομολογουμένως βρίσκεται σε μεγάλη φόρμα εδώ, μας μεταδίδει έναν μοναδικό ενθουσιασμό σε ένα up tempo τραγούδι, που μας προκαλεί να το ακούμε κατ εξακολούθηση. Οι στίχοι περιγράφουν την αδυναμία του κεντρικού ήρωα, να ξεπεράσει τον σφοδρό έρωτα που νιώθει για την πρώην αγαπημένη του, στο βαθμό μάλιστα που μετανιώνει πικρά που είχε σχέση μαζί της.
Το "Should ve Known Better’’ δικαίως πήγε κατευθείαν στο νούμερο 3 του Billboard Hot 100 καθορίζοντας μάλιστα το κομβικό εκείνο σημείο που ο Richard Marx καθιερώθηκε ως ανερχόμενο αστέρι. Το video είναι σκηνοθετημένο από τον εξπέρ βιντεοκλιπά Dominic Sena (έχει σκηνοθετήσει video για καλλιτέχνες όπως οι Janet Jackson, Sheena Easton, Michael Bolton, Tina Turner κ.ά), που καταξιώθηκε αργότερα και στον κινηματογράφο.

7. "Now And Forever’’ - Album: ’’Paid Vacation’’ (1994)
‘Ένα τραγούδι ύμνος για τον ‘Ερωτα και την Αγάπη, τόσο δημοφιλές σε βαθμό που να έχει καθιερωθεί ως τραγούδι γάμου. Συγκαταλέγεται στο τέταρτο άλμπουμ του "Paid Vacation’’ του 1994 και σκαρφάλωσε με άνεση στα TOP 10 των ΗΠΑ, Ηνωμένου Βασιλείου και Νορβηγίας, παραμένοντας μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Είναι μια πολύ αργή μπαλάντα με πανέμορφους και συναισθηματικά φορτισμένους στίχους, αφιερωμένη αποκλειστικά στην πρώτη του γυναίκα, τη Cynthia Rhodes. Ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά: ’’Δούλευα πάνω στο τέταρτο άλμπουμ μου και συνειδητοποίησα ότι δεν είχα γράψει ποτέ ένα τραγούδι για τη γυναίκα μου, από τότε που είχαμε παντρευτεί, με την οποία αποκτήσαμε και τρία παιδιά. Είναι ένα μοναδικό τραγούδι, το οποίο περιγράφει τη σπουδαιότητα της σχέσης μας.’’
Ο Marx ηχογράφησε και μια ισπανόφωνη εκδοχή με τίτλο ’’Αhora Y Siempre’’.

6. "Hold On To The Nights’’ - Album: "Richard Marx’’ (1987)
Το συγκεκριμένο τραγούδι θα μπορούσε να αφορά όλους μας και ακριβώς επειδή ο ακροατής μπορεί να ταυτιστεί, εκεί έγκειται και η μεγάλη επιτυχία του. Οι στίχοι είναι απλοί, για αυτό ακριβώς και συνάμα σπουδαίοι, βρίθουν και ξεχειλίζουν από νοσταλγία, συγκίνηση και ρομαντισμό. ’’Ηold On To The Nights, Hold On To The Memories’’... ένας ανολοκλήρωτος έρωτας από το παρελθόν και το μόνο που μένει ως παρηγοριά είναι το καταφύγιο των αναμνήσεων κατά τη διάρκεια της νύχτας, η καλύτερη χρονική στιγμή για περισυλλογή. Και από την άλλη πλευρά, η σκληρή πραγματικότητα του παρόντος και η αναγκαιότητα του προχωράμε μπροστά στη ζωή. Πολύ σημαντική στιγμή στην σταδιοδρομία του Marx, καθώς είναι το πρώτο τραγούδι του που άγγιξε το νούμερο 1 στο US Billboard Hot 100, στο οποίο παρέμεινε μάλιστα για 21 (!!!) εβδομάδες, αφήνοντας το "Pour Some Sugar On Me’’των Def Leppard στη δεύτερη θέση. Τον επέβαλε ως έναν από τους ικανότερους και πλέον ταλαντούχους στιχουργούς στα τέλη των 80s.

5. "Satisfied’’ - Album: "Repeat Offender’’ (1989)
To τραγούδι-‘’ναυαρχίδα’’ του δεύτερού του άλμπουμ "Repeat Offender’’ δικαιολογεί απολύτως τον τίτλο του, καθώς είναι ερμηνευμένο με φοβερό ενθουσιασμό και χαρά, συναισθήματα που μεταφέρονται άμεσα στον ακροατή.
Ο Marx τραγουδάει με μοναδικό δυναμισμό και κέφι και συνεπικουρείται σημαντικά από τον αριστοτεχνικό συνδυασμό κιθάρας και synthesizer, σε άλλο ένα τραγούδι το οποίο αποτελεί χαρακτηριστικό επιτυχημένο δείγμα pop και rock σύνθεσης από τα τέλη της δεκαετίας του '80. Πραγματικά αυτό το uptempo pop rock τραγούδι μεταδίδει ευφορία και ενθουσιασμό ακόμα και στον πλεον αναίσθητο ακροατή και τελικώς ο Marx δίνει περισσότερα και από όσα περιμέναμε. Και στα αλήθεια ο ήχος του έχει μια δύναμη που εμψυχώνει, ανεβάζει και δίνει αισιοδοξία. ‘’We work our bodies weary to stay alive, there must be more to living than nine to five..’’, αλήθεια πόσο μας εκφράζουν όλους αυτοί οι στίχοι…!!! Το "Satisfied’’ κινήθηκε υψηλά στα charts από τον Μάιο μέχρι και τον Ιούνιο του 1989, όποτε και κατέκτησε το νούμερο 1 στο Billboard Hot 100.

4. "Angelia’’ -  Album: "Repeat Offender’’ (1989)
Aν το αριστουργηματικό αυτό ερωτικό τραγούδι θυμίζει σε κάποιους μια κάποια αίσθηση ήχου των Def Leppard, έστω και αμυδρά, τότε πέφτουν μέσα και ισχύει στο ακέραιο. Όντως ο Richard Marx κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης αυτού του τραγουδιού προσπάθησε μαζί με τον συνεργάτη του, μηχανικό ήχου και παραγωγό David Cole, να ‘’αντιγράψουν τρόπον τινά, συγκεκριμένα τους ήχους από τα drums και τις κιθάρες, που χρησιμοποίησε ο Robert John "Mutt’’ Lange, στα θρυλικά άλμπουμ "Pyromania’’ και "Hysteria’’. Αργότερα, το 1992, οι Leppard, έκαναν περίπου το ίδιο στο άλμπουμ "Adrenalize’’ παίρνοντας στοιχεία από τον ήχο του 'Angelia’’ στο τραγούδι τους "Stand Up’’, σύμφωνα με τα όσα αποκάλυψε στον Marx ο κιθαρίστας Phil Collen σε μια συνάντηση που είχαν , εκείνη την εποχή. To "Angelia’’ είναι ίσως η επιτομή της ρομαντικής pop power ballad της δεκαετίας του 80 και έφτασε στο νούμερο 4 του Billboard Hot 100. O Marx έχει αναφέρει ότι εμπνεύσθηκε το τραγούδι από μια ευγενέστατη, πανέμορφη και χαμογελαστή αεροσυνοδό που είχε γνωρίσει σε μια πτήση, όταν ταξίδευε με τη μπάντα του στο Dallas. Eπιπροσθέτως, άλλο ένα κίνητρο που είχε, ήταν ότι επιθυμούσε διακαώς να γράψει ένα τραγούδι με τίτλο γυναικείο όνομα, καθώς πολλοί επιτυχημένοι συνάδελφοί του είχαν κάνει το ίδιο. Οι στίχοι αποδίδουν μοναδικά πολύ περιγραφικά τον πόνο του χωρισμού ενός ζευγαριού, με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο από την πλευρά του άντρα. Το εντυπωσιακό video, που σκηνοθέτησε ο Michael Bay ( μετέπειτα δημιουργός διάσημων blockbuster ταινιών, όπως τα "The Rock’’, "Pearl Harbor’’, "Transformers’’κ.ά), μας παρουσιάζει την τραγική ιστορία ενός νεαρού που η πρώτη του αγάπη σκοτώνεται σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

 

3. "Hazard’’-  Album: "Rush Street’’ (1991)
Μια συγκλονιστική δραματική ιστορία, με προεκτάσεις αστυνομικού θρίλερ μας ξετυλίγεται στο "Hazard’’από το τρίτο του άλμπουμ "Rush Street’’ του 1991, ίσως το πιο ‘’σοβαρό’’ τραγούδι του Richard Marx. H γεμάτη προκαταλήψεις, σκοτεινή και κλειστή αμερικανική επαρχία και συγκεκριμένα η κωμόπολη Hazard της Πολιτείας Nebraska, κάθε άλλο παρά φιλική είναι με τον κεντρικό πρωταγωνιστή- αντιήρωα, που υπήρξε θύμα bullying από τα 7 του χρόνια από τους αφιλόξενους ντόπιους.
Ο ίδιος σε πρώτο πρόσωπο μας αφηγείται μέσα από τους στίχους του τραγουδιού, τις σκληρές δοκιμασίες που υφίσταται, καθώς στοχοποιείται από την τοπική κοινωνία και τις αρχές για την εξαφάνιση(και την πιθανή δολοφονία) μιας κοπέλας με την οποία είχε δεσμό, χωρίς να υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις. To εξαιρετικό video ενισχύει κατά πολύ την κινηματογραφική αίσθηση του τραγουδιού, θα μπορούσε να λειτουργήσει άνετα ως μια μικρού μήκους ταινία. Πρωταγωνιστής κραυγάζει απελπισμένα για την αθωότητά του "I swear I left her by the river, I swear I left safe and sound’’. Αλλά μάταια, καθώς οι προκατειλημμένοι κάτοικοι της μικρής αυτής πόλης τον έχουν καταδικάσει στις καρδιές τους. Η μελωδία είναι απίστευτα μελαγχολική και ατμοσφαιρική και εισάγει τον ακροατή αποτελεσματικά μέσα στην ιστορία. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι το πιο "σκεπτόμενο" δημιούργημα του Marx.

2. ’’Right Here Waiting’’Album: "Repeat Offender’’ (1989)
To πιο διάσημο και αναγνωρίσιμο τραγούδι του, πασίγνωστο ακόμα και στις γενιές του σήμερα αποτελεί  άλλη μια ωδή στη Cynthia Rhodes, την πρώτη του γυναίκα, η οποία εκείνο τον καιρό ήταν μακριά του, καθώς βρισκόταν στη Νότιο Αφρική για το γύρισμα μιας ταινίας. ’’Oceans apart, day after day, and I slowly go insane, I hear your voice on the line and it doesn’t stop the pain’’ λέει από τα έγκατα της ψυχής του ο Marx, αισθανόμενος απόλυτα τον πόνο της έλλειψης και της απόστασης με τη Cynthia, γράφοντας τους πλέον αριστουργηματικούς και εμπνευσμένους στίχους. Λίγοι γνωρίζουν ότι αρχικά ο Richard Marx προόριζε το τραγούδι για την Barbara Streisand, εκείνη  όμως αρνήθηκε να το ερμηνεύσει, γεγονός για το οποίο της είναι ευγνώμων μέχρι σήμερα. Τα καλλιτεχνικά και εμπορικά αποτελέσματα υπήρξαν, κατά συνέπεια, εντυπωσιακά.
Το "Right Here Waiting’’ αγκιστρώθηκε στο νούμερο του US Billboard Hot 100 για τρεις εβδομάδες, ταυτόχρονα άγγιξε την κορυφή και στα charts πολλών άλλων χωρών. Τον Οκτώβριο του 1989 πήρε τον χαρακτηρισμό του "πλατινένιου’’ και έγινε το πιο εμπορικό single του Μarx. To video γυρίστηκε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, λόγω έλλειψης χρόνου, και παρουσιάζει τον Richard Marx να ερμηνεύει το τραγούδι παίζοντας σε ένα άδειο θέατρο. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές, μιλώντας για μια "σπουδαία και πανέμορφη μπαλάντα προορισμένη να γίνει κλασική’’. Τα υπόλοιπα , φυσικά, είναι Ιστορία…

1. "Endless Summer Nights"Album: ’’Richard Marx’’ (1987)
Eίναι ίσως το αξεπέραστο και μαγευτικό σαξόφωνο του ταλαντούχου Dave Koz που δίνει ταυτότητα στο τραγούδι. Είναι επίσης και το γεγονός ότι όντως οι καλοκαιρινοί έρωτες έχουν ημερομηνία λήξης, και είναι αναπόφευκτο να ταυτιστούμε πλήρως.
Και πραγματικά το τραγούδι αυτό πετυχαίνει να μας κάνει να νιώσουμε αυτήν την γλυκόπικρη αλήθεια με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Λέγεται ότι η έμπνευση για τη δημιουργία αυτού του κλασικού πλέον single, προήλθε από τις εφηβικές εμπειρίες του Marx στο Chicago. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή η ιδέα για το "Endless Summer Nights‘", κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη Hawaii, συνοδευόμενος τότε από την Cynthia Rhodes πριν παντρευτούν. Το demo του τραγουδιού, το είχαν απορρίψει όλες οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες για δυο χρόνια, ώσπου ο Richard Marx υπέγραψε τελικώς με την ΕΜΙ-Manhattan Records το 1986. Την εισαγωγή του τραγουδιού περίπου την αντέγραψαν 3 χρόνια αργότερα οι Roxette για το "It Must Have Been Love’’. Toν απόλυτο soft pop rock ύμνο του καλοκαιριού υποστηρίζει το ατμοσφαιρικό και εξαιρετικά καλογυρισμένο video, στο οποίο πρωταγωνιστεί εκτός από τον Marx, η Γαλλίδα top model Myrtille Blervaque, που κάποιοι ενδεχομένως να θυμούνται από τη συμμετοχή της και στο video του τραγουδιού "Walk On Water’’, της μεγάλης επιτυχίας του Eddie Money.
Αξίζει να αναφερθεί επίσης, ότι έγινε η πολύ έξυπνη και σοφή κίνηση από την πλευρά του Marx και των παραγωγών να προσλάβουν τον πολύ σπουδαίο Nathan East για το μπάσο, αντί να χρησιμοποιήσουν τον ήχο ενός synthesizer. Ύστερα από όλα τα παραπάνω η φυσική εξέλιξη ήταν το ’’Endless Summer Nights’’ να σαρώσει τα charts στις ΗΠΑ και σε πολλές άλλες χώρες και να γίνει από εκείνα τα τραγούδια που συνδέθηκαν αναπόσπαστα με το καλοκαίρι.


Δημήτρης Πολίτης

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...