Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2025

Roxette: Tα τραγούδια της καρδιάς μας

 


Έχουν περάσει σχεδόν τέσσερις δεκαετίες από τότε που είδα για πρώτη φορά, εκστασιασμένος ως πιτσιρικάς το sexy video του "The Look’’ στο MTV, το οποίο μεσουρανούσε τότε.

 

Έκτοτε κόλλησα με το να παρακολουθώ την καριέρα των Roxette, οι οποίοι παρά την προφανή και εμπορικοποιημένη επιφανειακά εικόνα τους, διέθεταν μια απροσδιόριστη και απερίγραπτη ποιότητα, που έκανε τα τραγούδια τους να ξεπεράσουν την εποχή τους και να αντέξουν στον χρόνο, και να θεωρούνται πλέον σούπερ κλασικά.
'Η ούτως ή άλλως ακτινοβολούσα Mari Fredriksson, είχε μια μοναδική ικανότητα να προσαρμόζει τη φωνή της μεταξύ pop και rock και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είχε τέλεια χημεία με τον  στιχουργό και κιθαρίστα Per Gessle, ο οποίος ήταν και ο ιθύνων νους.
Μεγάλο ρόλο στην επιτυχία του duo, έπαιξε το γεγονός ότι η φιλία των δυο προυπήρχε από το 1978 και ήταν ισχυρή, σχεδόν αδερφική. Και οι δυο επίσης, υπήρξαν ήδη καταξιωμένοι μουσικοί στην πατρίδα τους, τη Σουηδία. Πάνω στα άλμπουμ "Look Sharp’’ και "Joyride’’ οικοδόμησαν τη μουσική τους ταυτότητα από τα τέλη της δεκαετίας του '80 μέχρι τα μέσα των '90ς, οπότε έδωσαν ότι καλύτερο είχαν. Για αυτό και στη συνέχεια, πέρα από τις μικρές αναλαμπές, η σταδιοδρομία τους δεν χαρακτηρίστηκε από κάτι εντυπωσιακό, παρά μόνο από αυτό επανάληψη των ίδιων μοτίβων.
Η συγκλονιστική μάχη της Fredricson με τον καρκίνο, με τον οποίο διαγνώστηκε το 2002,  έθεσε ‘άλλες προτεραιότητες και προκάλεσε τη συγκίνηση του κοινού, μέχρι και τον θάνατό της, το 2019.
Οι Roxette, έχοντας πουλήσει 80.000.000 αντίτυπα από άλμπουμ της καριέρας τους, είναι και με τη βούλα το δεύτερο πιο επιτυχημένο μουσικό σχήμα της Σουηδίας στη διεθνή αγορά, αμέσως μετά τους ABBA. Και αυτό τα λέει όλα.
Πολύ πρόσφατα, 5 χρόνια μετά τον θάνατο της Mari Fredriksson στην ηλικία των 61, και συγκεκριμένα τον περασμένο Μάιο, ο Gessle ανακοίνωσε κάτι που θα μπορούσε να φαίνεται αδιανόητο και όμως είναι πραγματικότητα. Την ανάληψη της θέσης της τραγουδίστριας από την Lena Philipson, μια καλλιτέχνη ιδιαίτερα καταξιωμένη εντός Σουηδίας (έχει στο ενεργητικό της μια πολύ επιτυχημένη εκπροσώπηση της χώρας της στην Eurovision του 2004), στην παγκόσμια περιοδεία που θα πραγματοποιήσουν το 2025 η μπάντα. Σκληρό; Κυνικό; Πραγματιστικό; Ίσως!!!
Σε κάποιο όμως βαθμό η απόφαση του Gessle μπορεί να είναι σεβαστή, διότι σε κάθε περίσταση η ζωή συνεχίζεται.
Ας μας επιτραπεί ωστόσο, να θυμόμαστε την αιθέρια φιγούρα της  αρχοντικής Mari Fredriksson, η οποία ερμήνευσε με αλησμόνητο τρόπο πλήθος μελωδικών τραγουδιών τα οποία άφησαν ιστορία.
Ιδού τα δεκατέσσερα που ξεχώρισαν:


 
14. "Crash! Boom! Bang!’’ - Album: "Crash! Boom! Bang!’’ (1994)

Μια περίεργη, classy μπαλάντα με στοιχεία ψυχεδέλειας στον ήχο της, ένα τραγούδι με αργό ρυθμό, που χτίζει τη γοητεία του σιγά σιγά. Για αυτό και ίσως για να αρέσει σε κάποιον θα χρειαστεί περισσότερες από μια ακροάσεις. Και πιθανόν ο "αστείος" τίτλος να το αδικεί. Ενδεχομένως επίσης να αδικείται και από το σύνολο του άλμπουμ στη συλλογή του οποίου ανήκε, το οποίο ήταν σαφώς κατώτερο από τις προηγούμενες δουλειές τους. Υπήρξαν πολλοί κριτικοί που το επαίνεσαν εκείνη την εποχή έχοντας ξεχωρίσει τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν, τονίζοντας επιπλέον την ωριμότητα στην ερμηνεία της Fredricson. Αποτελεί μέρος της συλλογής του ομότιτλου άλμπουμ και σημείωσε μέτρια και συγκρατημένη επιτυχία σε ορισμένες ευρωπαικές χώρες. Το εντυπωσιακά γυρισμένο βίντεο, σκηνοθετημένο από τον Michael Geoghegan, αναγκάστηκαν να το γυρίσουν εξ ολοκλήρου από την αρχή και δεύτερη φορά, εξαιτίας σοβαρότατων τεχνικών προβλημάτων.
 
13. "Sleeping In My Car’’ – Album: "Crash! Boom! Bang!’’ (1994)
Απόλυτα εύθυμο  pop rock τραγούδι με έντονο το στοιχείο του punk ήχου κυρίως λόγω του ακατέργαστου "άγριου’’ riff. Γράφτηκε από τον ίδιο τον Gessle σε διάστημα λιγότερο μιας ώρας και χαρακτηρίζεται μάλιστα από την ευθύτητα των πρώτων επιτυχιών της μπάντας, χωρίς όμως να φτάνει την ποιότητα εκείνων στο ακέραιο, ωστόσο σημείωσε σχετική επιτυχία και περιφερόταν σε υψηλές θέσεις στα charts πολλών ευρωπαικών χωρών για σεβαστό χρονικό διάστημα. Αποτελεί μάλιστα το τελευταίο τους αξιόλογο hit σε ΗΠΑ, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία.Oι στίχοι διακρίνονται από μια ευφυή θρασύτητα, και είναι όντως ένας από τους λόγους που το τραγούδι ακούστηκε πολύ σε μουσικούς σταθμούς τότε. Το video clip είναι και πάλι σκηνοθετημένο από τον Michael Geoghegan και προβλήθηκε με μεγάλη συχνότητα από το MTV Europe εκείνη την εποχή.
 
12. "You Don’t Understand Me’’ - Album: "Don’t Bore Us! Get To The Chorus! Roxette 's Greatest Hits’’ (1995)
Mια υπέροχη αργή, υποβλητική και μελαγχολική μπαλάντα, και έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς είναι το πρώτο τραγούδι τους, που γράφτηκε από "outsourcing’’ πηγή και πιο συγκεκριμένα από τον θρυλικό Desmond Child. Eνα τραγούδι το οποίο αρχικά δεν προοριζόταν για τους Roxette, τελικώς όμως ήταν ο ίδιος ο Child που ήρθε σε επαφή με το duo, και ενθουσιάστηκε με το demo που ερμήνευσε η Marie. To αποτέλεσμα ήταν ένα αργό σε ρυθμό, σκοτεινό, ατμοσφαιρικό τραγούδι, από τα πλέον δραματικά σε τόνο, που ηχογράφησαν στην καριέρα τους. Μάλιστα οι κριτικές και η πορεία στα charts δεν ήταν ιδιαιτέρως ενθουσιώδεις, ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου απέκτησε αξία στη συνείδηση των θαυμαστών τους. Το "You Don t Understand Me’’ κυκλοφόρησε το 1995 ως μέρος της best of συλλογής τους "Don t Bore Us! Get To The Chorus! Roxette s Greatest Hits!’’
 
11. "Center Of The Heart’’ - Album: "Room Service’’ (2001)
Ίσως το πιο διάσημο hit τους, από την παρέλευση της ‘’καλής’’ εποχής τους, και συγκεκριμένα το 2001, το "The Centre Of The Heart’’ έχει στο ενεργητικό του τα εξής δυο επιτεύγματα. Αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες που σημείωσαν στην ίδια τους την πατρίδα. Το δε βίντεο κλιπ, που σκηνοθετήθηκε από τον Jonas Akerlund (τακτικό συνεργάτη τους, αλλά και πρώην μέλος των Bathory!!!), ήταν το πλέον ακριβότερο τους σε budget. To τραγούδι κρατάει αριστοτεχνική ισορροπία ανάμεσα στο παλαιότερο ύφος της μπάντας  αλλά και στον πιο tech ήχο που ξεκίνησε να επικρατεί από την αυγή του 2000 και έπειτα.
 
10. "Spending My Time’’ - Album: "Joyride’’ (1991)

Άλλη μια ‘’στενόχωρη μπαλάντα’’, που σύμφωνα με μια κριτική εκείνης της εποχής χαρακτηρίζεται από μια "βουβή απελπισία’’, από το εκπληκτικό άλμπουμ του 1991 "Joyride’’. Eπαινέθηκε επίσης η πραγματικά αξιόλογη ερμηνεία της Fredriksson που όντως βρισκόταν σε μεγάλη φόρμα. Oι στίχοι είναι συγκλονιστικοί και υπάρχει κάτι το μαγευτικό και συναρπαστικό στον ήχο αυτού του τραγουδιού που μας παρακινεί να θέλουμε να το ακούμε συνεχώς, με το volume στο τέρμα και να δημιουργούμε εικόνες στο μυαλό.


 

9. ’’Dangerous’’ - Album: "Look Sharp’’ (1988)
Μια από τις πρώτες μαζικές τους επιτυχίες, από το άλμπουμ που τους έδωσε παγκόσμια αναγνώριση, φυσικά το "Look Sharp!’’, το οποίο πήγε κατευθείαν στο TOP 10 τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πρόκειται για ένα μελωδικότατο uptempo, απολύτως εμπορικών αξιώσεων τραγούδι, που συνέβαλε επιπροσθέτως στη διεθνή δημοτικότητα του μπάντας, μαζί με άλλα τέσσερα τραγούδια από το κομβικό εκείνο άλμπουμ. Παιζόταν με μεγάλη συχνότητα στα μουσικά ραδιόφωνα, όταν εκείνο το μέσο είχε μεγάλη αξία και έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη διάδοση ενός τραγουδιού. Ακόμα και σήμερα είναι από τα πλέον αναγνωρίσιμα track τους, καθώς το καταλαβαίνει κανείς από τις πρώτες νότες…
 
8. "Ηοw Do You Do’’ - Album: "Tourism’’ (1992)
Ένα από τα πιο φωτεινά και ‘’εξωστρεφή’’ τραγούδια τους από το άλμπουμ "Tourism’’, για το οποίο υπάρχει η λανθασμένη εντύπωση ότι είναι μια συλλογή από live εκτελέσεις. Στην ίδια γραμμή με το "Dangerous’’ και ακόμα παραπέρα, αποτελεί έναν  τέλειο συνδυασμό pop και rock, και έχει όλες τις αρετές και προσόντα για να γίνει επιτυχία, όπως και έγινε τελικά. Εδώ συναντάμε μια από τις λίγες φορές όπου τα φωνητικά καθήκοντα τα μοιράζονται η Fredricson και ο Gessle,οι οποίοι ερμηνεύουν με απίστευτη δύναμη και νεύρο,  γεγονός το οποίο ‘’δούλεψε’’ μια χαρά και οδήγησε το τραγούδι στο να είναι από τα πλέον δημοφιλή τους. Στο βίντεο η Marie Fredriksson είναι ομορφότερη από ποτέ!
 
7. ’’Dressed For Success’’ - Album: "Look Sharp’’ (1988)
Maζί με τα δυο προηγούμενα αποτελεί μια άτυπη τριλογία feelgood τραγουδιών του duo, τα οποία όμως χάρη στις ροκ αποχρώσεις και στον ιδιαίτερο χαρακτήρα που έδωσαν οι προσωπικότητες του Gessle και της Fredricson απέχουν πολύ, ευτυχώς, από το να είναι πρόσκαιρης επιτυχίας και ευρείας κατανάλωσης.
Είναι γεγονός ότι το τραγούδι επωφελήθηκε  τρόπον τινά από την επιτυχία που είχαν τα "The Look’’ και "Listen To Your Heart’’, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχε τη δική του ταυτότητα και αξία. Σύμφωνα με τα λεγόμενα των συντελεστών, η διαδικασία ηχογράφησης ήταν επίπονη και αντιμετώπισαν κάθε είδους αντιξοότητες, καθώς τα πάντα πήγαιναν στραβά, στο τέλος όμως όλα πήγαν περίφημα χάρη στην αποφασιστικότητα της Fredriksson. Ανεξάρτητα από την πρώτη εντύπωση που προκαλεί ο τίτλος, δεν αφορά το ‘’καλό’’ ντύσιμο με στόχο την επαγγελματική επιτυχία, αλλά πολύ περισσότερο ως έκφραση αυτοπεποίθησης για επιτυχία στη ζωή. Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία με κωμικές αποχρώσεις που αφορά την απαγόρευση μετάδοσης  του τραγουδιού από έναν χριστιανικό ραδιοφωνικό σταθμό, τον KTIS-FM 98,5,  στη Minneapolis των ΗΠΑ, με το εξωφρενικό σκεπτικό ότι το υποσυνείδητο μήνυμα του τίτλου ήταν "Dressed for Some Sex’’!!!!
 
6. "Αlmost Unreal’’ - Αlbum: "Crash!Boom !Bang!’’ (bonus track,1994)
Η ατμοσφαιρική αυτή  power ballad έχει την ατυχία να συμπεριλαμβάνεται στο soundtrack μιας αποτυχημένης ταινίας, της διασκευής του διάσημου παιχνιδιού της Nintendo "Super Mario Bros’’ (αρχικά η παραγωγός εταιρεία Disney προόριζε το τραγούδι για μια άλλη ταινία εκείνης της εποχής, το ‘’Hocus Pocus’’). Και θα πείτε γιατί άραγε βρίσκεται σε αυτή τη λίστα ένα τραγούδι που μέχρι και η ίδια η Fredriksson είπε ότι "δεν υπήρξε κι από τις πλέον εμπνευσμένες τους στιγμές’’
Παρ όλα αυτά έχει μια δύναμη, μια ενέργεια που καθηλώνει τον ακροατή και τον κερδίζει τελικά. Επιπροσθέτως με το πέρασμα των χρόνων, πήρε αξία μέσα από τα μουσικά ραδιόφωνα σε βαθμό που να θεωρείται από τα πλέον κλασικά τους τραγούδια.
 
5. "Joyride’’ - Album: "Joyride’’ (1991)
Το 1991 οι Roxette ήταν ήδη παγκόσμιοι star, συνεπώς όφειλαν εκ των πραγμάτων να δημιουργήσουν κάτι το οποίο τουλάχιστον να ανταποκρινόταν επαρκώς στις προσδοκίες της μουσικής βιομηχανίας και των απανταχού θαυμαστών τους. Και το πέτυχαν με το άλμπουμ "Joyride’’, το οποίο σημείωσε τεράστια επιτυχία και έφερε έναν νέο αριθμό τραγουδιών που έμελλε να γίνουν κλασικά. Ένα από αυτά ήταν και το ομότιτλο "Joyride’’. O Gessle κατονομάζει ως έμπνευση για τον τίτλο μια συνέντευξη που είχε δώσει ο Paul Mc Cartney, o οποίος περιέγραφε τη διαδικασία της συνεργασίας του με τον Lennon ως "joyride’’(κυριολεκτική μετάφραση είναι ’’ευχάριστο ταξίδι’’). Εδώ να σημειωθεί ότι και ο Gessle και η Fredrikson, υπήρξαν μεγάλοι fan των Beatles και μια προσεκτική ακρόαση σε κάποια από τα τραγούδια τους αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι και η ιδέα για τη δημιουργία του στίχου της εισαγωγής: ’’Hello, you fool, I love you’’, την οποία πήρε ο Gessle από μια φράση που του είχε πει κάποια στιγμή η κοπέλα του και μετέπειτα γυναίκα του. Oι στίχοι επιτηδευμένα δεν βγάζουν νόημα και οι κριτικές της εποχής μίλησαν για ένα παιχνιδιάρικο pop rock τραγούδι, το οποίο θα έχει απλά μια πρόσκαιρη καλή πορεία στα charts.
Tελικά η πορεία ήταν εκπληκτική με το "Joyride’’ να γίνεται μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του 1991.


 

4. ’’Listen To Your Heart’’ - Album: "Look Sharp’’ (1988)
H πρώτη μεγάλη μπαλάντα του duo στέφθηκε με τεράστια επιτυχία και επέκτεινε τη φήμη τους στις ΗΠΑ, αφού έφτασε ως το νούμερο ένα του Billboard Hot 100. Kai αυτό ήταν φυσική συνέπεια, καθώς το τραγούδι υιοθετεί όλα εκείνα τα μουσικά στοιχεία που συνθέτουν τον '80s αμερικανικό ήχο των power ballads στη γραμμή του "Alone’’ των Heart, ήχο ιδιαίτερα δημοφιλή στα FM της Αμερικής.
Ο Gessle, εγραψε τους στίχους, έχοντας κατά νου έναν πολύ καλό του φίλο, ο οποίος του είχε αφηγηθεί ότι αμφιταλαντευόταν μεταξύ μια παλιάς και μιας καινούριας σχέσης.To εντυπωσιακό video γυρίστηκε στα ερείπια του κάστρου Borgholme στο νησί Οland της Βαλτικής.
 
3. ’’It Must Have Been Love’’ - "Pretty Woman Soundtrack’’ (1990)
 Ένα από τα πλέον απόλυτα τραγούδια χωρισμού, δεν χωράει αμφιβολία το γεγονός ότι πήρε ακόμα μεγαλύτερη φήμη χάρη στην κλασική ταινία του 1990 "Pretty Woman’’. Είναι μια κατάθεση ψυχής για μια χαμένη αγάπη αλλά και την κατόπιν εορτής μεταμέλεια, ότι η σχέση ήταν μοναδική και έπρεπε να αγωνιστεί ένας από τους δύο περισσότερο ούτως ώστε να σωθεί και να κρατηθεί: "It must have been good/but I lost it somehow’’. Θα είχε άραγε τέτοια απήχηση  το τραγούδι, αν δεν είχε ταυτιστεί με την κολοσσιαία επιτυχία της ταινίας, της οποίας το soundtrack πούλησε 9.000.000 αντίτυπα παγκοσμίως;;; 
Κανείς δεν μπορεί να συμπεράνει με απόλυτη σιγουριά. Το βέβαιο είναι ότι η Marie Fredriksson μας παραδίδει μια ιδιοφυή και  μνημειώδη ερμηνεία, κατορθώνοντας να μας περάσει(βοηθούμενη σημαντικά από τους στίχους) τα εναλλασσόμενα συναισθήματα έκστασης αλλά και αγωνίας με όλη της την έκφραση στο ρεφρέν να χαρακτηρίζεται με μια καθαρή στωικότητα. Αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί είναι, ότι το τραγούδι είχε γραφτεί και κυκλοφορήσει αρχικά το 1987 ως χριστουγεννιάτικη μπαλάντα συγκεκριμένα για τη σουηδική αγορά. Το "It Must Have Been Love’’ έγινε το τρίτο νούμερο ένα hit των Roxette στις ΗΠΑ και πήρε τον τίτλο του χρυσού ή πλατινένιου σε πολλές χώρες.
 
2. "The Look’’ - Album: "Look Sharp’’ (1988)
To "The Look’’ αποτελεί από μόνο του  ένα είδος χωρίς να μπορεί να το κατατάξει κάποιος, αν και έχει στοιχεία pop, rock ακόμα και funk. Eίναι σαφώς το τραγούδι, στο οποίο οφείλεται η διεθνής αναγνώριση των Roxette, δίνοντας το έναυσμα για την συναρπαστική πορεία που ακολούθησε. Αποτελεί το μόνο στο οποίο το βάρος της ερμηνείας αναλαμβάνει ο Gessle, με τη Fredriksson να περιορίζεται στα δεύτερα φωνητικά.
Η δε ιστορία της επιτυχίας του τραγουδιού στις ΗΠΑ, είναι συναρπαστική και αγγίζει τα όρια του θαύματος. Ένας Αμερικανός φοιτητής, ο Dean Cushman, μόλις είχε επιστρέψει από πρόγραμμα ανταλλαγής από τη Σουηδία,  είχε φέρει μαζί του ένα cd  του άλμπουμ και το έδωσε στον μουσικό ραδιοφωνικό σταθμό της Minneapolis, KDWB-FM. O διευθυντής προγράμματος του σταθμού, Brian Philips, αγνόησε επιδεικτικά το αίτημα του φοιτητή να το παίξει στον αέρα και το άφησε στα αζήτητα.
Όταν ο Cushman, ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα, ζήτησε  να του επιστραφεί το cd, ο Philips έβαλε να ακούσει το "The Look’’, που ήταν και το εισαγωγικό κομμάτι και αμέσως εντυπωσιάστηκε. Αμέσως έδωσε εντολή να το παίξουν στον αέρα και σε λιγότερο από μια ώρα, η ανταπόκριση των ακροατών ήταν εξαιρετικά θερμή. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία…
 
1. "Fading Like A flower’’ - Album: ’’Joyride’’ (1991)

 Oι αρετές σχεδόν όλων των προηγούμενων τραγουδιών συγκεντρώνονται στο "Fading Like A Flower’’, για αυτό και κατά την ταπεινή μας άποψη πρέπει να είναι στο νούμερο ένα. Μπαλάντα, power ballad, pop rock, καθαρό pop. Από την άλλη είναι δυναμικό, πομπώδες, επικό, μελαγχολικό, διαθέτει δε έναν από τους πλέον ευρηματικούς τίτλους που έχουμε δει σε τραγούδι.
Οι στίχοι είναι ιδιαίτερα καλογραμμένοι και αναφέρονται (πάλι !!!) στις επιπτώσεις ενός χωρισμού. Η Fredriksson δίνει μια μεγαλειώδη και δραματική ερμηνεία. Ο Per Gessle, από την άλλη βρίσκεται στην κορυφαία και πιο εμπνευσμένη του στιγμή στην κιθάρα. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει επιδείξει απίστευτη αντοχή στον χρόνο και δεν χάνει τη φρεσκάδα του ακόμα και στις μέρες μας. Στον Καναδά και τις ΗΠΑ στερήθηκε την πρώτη θέση στα charts από το "Everything I Do ‘’ του Bryan Adams.
 
Δημήτρης Πολίτης

Bad Company: The Brian Howe Years


H πρώτη και χρυσή περίοδος των Bad Company ήταν σίγουρα η δεκαετία του '70 με σπουδαία άλμπουμ και τραγούδια και όπως ήταν φυσικό κάποια στιγμή θα ερχόταν και η παρακμή κάτι που συνέβη με εμφατικό τρόπο στις αρχές του ΄80 όπου όπου έλαβε τέλος η τεράστια απήχηση και η εμπορική επιτυχία της μπάντας.

 

Ο έκτος δίσκος με τίτλο "Rough Diamonds" (1982) έδειχνε τραγικά ανέμπνευστος και απογοητευτικός με αποτέλεσμα να έρθει ουσιαστικά η διάλυση της μπάντας που επιβεβαιώθηκε με την αποχώρηση του συνιδρυτή και τραγουδιστή των Bad Company, Paul Rodgers.
Η ιστορία όμως πολλές φορές μας διαψεύδει ευχάριστα. Εκεί που όλα έδειχαν ότι οι Bad Company ήταν παρελθόν ήρθε ως λαχείο μία σπουδαία φωνή να τον αντικαταστήσει και να γραφτούν νέες χρυσές σελίδες για τους Bad Company με την υπογραφή ενός ακόμη θαυμάσιου Άγγλου ερμηνευτή

Ο λόγος για τον Brian Howe (γεννημένος στις 22 Ιουλίου του 1953) από το Πόρτσμουθ της Αγγλίας όπου η καριέρα του ξεκίνησε ουσιαστικά με την μπάντα του Ted Nugent, ηχογραφώντας το άλμπουμ "Penetrator" (1984). Είχε προηγηθεί η συμμετοχή του, σε ένα τοπικό σχήμα ονόματι Shy, κυκλοφορώντας μαζί τους ένα σίνγκλ και λίγο αργότερα συμμετείχε για σύντομο χρονικό διάστημα στους White SpiritΜάλιστα εκείνη την περίοδο έμενε στο σπίτι του Janick Gers που ήταν μέλος των White Spirit και αργότερα των Iron Maiden.
Η συνεργασία, του Brian Howe με τον Ted Nugent τον έκανε αρκετά αναγνωρίσιμο όμως πριν συνεργαστεί μαζί του, πάλευε να κλείσει μία καλή συμφωνία στέλνοντας τραγούδια στην Atlantic Records στο Λονδίνο με την ελπίδα να υπογράψει ένα καλό δισκογραφικό συμβόλαιο.
Η τύχη, του χαμογέλασε όταν τον άκουσε, o παραγωγός Ashley Howe (Uriah Heep, Rare Bird, Osibisa, Babe Ruth) την ώρα που περπατούσε στο διάδρομο των γραφείων της Ατλάντικ ο οποίος έψαχνε εναγωνίως τραγουδιστή για το επόμενο άλμπουμ του Ted Nugent. Στην οντισιόν που πέρασε στη Νέα Υόρκη στο Gramercy Park Hotel ο Βρετανός ερμηνευτής είχε να συναγωνισθεί τον Marc Boals (κατέληξε στον Yngwie Malmsteen) με τον Howe να παίρνει τελικά την δουλειά αλλά κάνοντας μία λάθος επιλογή που του στοίχισε στην συνέχεια. Και ποια ήταν αυτή;;;
Συμφώνησε να δουλέψει με τον Ted με πολύ λιγότερα χρήματα από ότι επιθυμούσε (με σκοπό να διασφαλίσει την συνεργασία) με συνέπεια να υπάρξουν σημαντικές οικονομικές διαφορές στην συνέχεια σε σημείο ο Howe να δηλώνει αργότερα πως αν δούλευε στα McDonald's θα πληρωνόταν πολύ καλύτερα. Βέβαια ίδιος ομολογεί πως εκτός από τις φτωχές οικονομικές απολαβές δεν είχε άλλα σοβαρά προβλήματα με τον Tugent και η συνεργασία μαζί του, ήταν υπέροχη και τον βοήθησε επαγγελματικά.
Ψάχνοντας ο Howe ένα καλύτερο επαγγελματικό μέλλον, ζητά την βοήθεια ενός παλιού του φίλου, του κιθαρίστα,ς Mick Jones (Foreigner) o οποίος καταφέρνει να του δώσει μία χρυσή ευκαιρία.
Συγκεκριμένα ο Howe ενώ είχε ολοκληρώσει μια τεράστια παγκόσμια περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ "Penetrator" του Ted Nugent μία μέρα του 1984, έλαβε κλήση από τον Mick Jones (Foreigner), ο οποίος συζητούσε με τους Mick Ralphs και Simon Kirke των Bad Company να συγκροτήσουν ένα νέο γκρουπ. H  κουβέντα έγινε στο σπίτι του Nugent με τον Howe να εξομολογείται:
"Κουβεντιάζαμε για το μέλλον μου, στο σπίτι του Ted με όλα αυτά τα πυροβόλα όπλα τριγύρω μας και η συνομιλία που ακολούθησε έγινε σε κλίμα φόβου και παράλληλα προσευχόμουν να μην μου ζητήσει ο Ted παράταση της συνεργασίας μας διότι είχα αποφασίσει να αποχωρήσω. Ο Μick μου είπε ότι έπρεπε να φύγω από τον Τed και να πάω στη Νέα Υόρκη όπου δύο μέλη των Bad Co ήθελαν να συναντηθούν μαζί μου. Έτσι έφτιαξα μια ψεύτικη ιστορία για να φύγω από το σπίτι του Ted και πήγα στο ξενοδοχείο Mayflower, όπου αποφασίσαμε να δώσουμε μια νέα ευκαιρία στην καριέρα μου".
 
 
                                         Η επανασύσταση των Βad Company
Όπως γράψαμε παραπάνω η φυγή του Paul Rodgers από τους Bad Company μετά το μέτριο άλμπουμ "Rough Diamonds" (1982) ουσιαστικά έβαλε στον πάγο τη θρυλική μπάντα αφού η φωνή και η παρουσία του Rodgers ήταν το σήμα κατατεθέν των Bad Company ενώ οι εσωτερικές έριδες ανάμεσα στα μέλη είχαν διαλύσει την χημεία μεταξύ τους, σε σημείο να μη κάνουν ούτε  την συμφωνημένη περιοδεία.
Ο Rodgers έπειτα από όλο αυτό, έκανε ένα νέο ξεκίνημα με τους The Firm το 1984 παρέα με τον Jimmy Page (Led Zeppelin) και όλα έδειχναν πως ο Paul δεν είχε καμία επιθυμία να επιστρέψει στους Bad Company.
Στην αντίπερα όχθη, ο χρόνος πέρναγε χωρίς κάποια θετική μεταβολή για την πορεία των υπόλοιπων Bad Company και το 1986 συμπληρώναν ήδη τέσσερα χρόνια αδράνειας οπότε οι εναπομείναντες Mick Ralphs, Simon Kirke, και σε μικρότερο βαθμό ο Boz Burrell, αποφάσισαν ότι οφείλουν να συνεχίσουν ξεκινώντας να ηχογραφήσουν νέο υλικό χωρίς όμως να έχουν καταλήξει αν θα διατηρηθεί το όνομα Bad Company επιλέγοντας τελικά για τραγουδιστή τον Howe, ο οποίος αποκάλυψε: 
"Όταν μπήκα για πρώτη φορά στο συγκρότημα, δεν επρόκειτο να αποκαλούμε τους εαυτούς μας Bad Company και έτσι δεν υπήρχε καμία πίεση. Μόλις ολοκληρώθηκε το "Fame and Fortune" η δισκογραφική ήθελε να το, κυκλοφορήσουμε ως Bad Company.
Έτσι και παρά τις αντιρρήσεις μου, ο Ralphs και ο Kirke υπέκυψαν στις πιέσεις".
Ο Howe πίστευε ότι η καλύτερο για το συγκρότημα θα ήταν να ξεκινήσουν από το μηδέν λέγοντας:
"Πίστευα ότι θα είχε περισσότερη μακροζωία για την μπάντα. Αλλά η δισκογραφική εταιρεία, μας πλήρωσε πολλά χρήματα για να συνεχίσουμε ως Bad Company και όχι να έχουμε νέο όνομα".
Επιπρόσθετα ο ντράμερ Simon Kirke παραδέχτηκε ότι στην αρχή υπήρχαν αμφιβολίες πως θα αντιδράσουν οι οπαδοί χωρίς τον Paul Rodgers στο μικρόφωνο, όμως ευτυχώς τον δέχτηκαν θετικά ειδικά στις συναυλίες που ακολούθησαν, αφού διαπίστωσαν με τα μάτια και τα αυτιά τους ότι ο Howe αναζωογόνησε τη μπάντα καθώς ερμήνευε τα παλιά κλασικά τραγούδια με τον δικό του μοναδικό τρόπο σεβόμενος το πρότυπο υλικό.
 
                                                
                                         Brian Howe Years
"Fame and Fortune" (1986):
Το έβδομο στούντιο άλμπουμ του βρετανικού ροκ συγκροτήματος κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1986 στο οποίο κάνει το ντεμπούτο του ο Brian Howe που με την βαθιά blues ερμηνεία τουφύτεψε τον σπόρο για τις επόμενες αξιόλογες κυκλοφορίες. Εδώ το χεράκι του,έχει βάλει για τα καλά ο Μic Jones των Foreigner γράφοντας δύο συνθέσεις και βοηθώντας στην παραγωγή με τον πολύπειρο Keith Olsen να είναι ο κύριος παραγωγός δίνοντας μία πιο aor προσέγγιση στον δίσκο. Κομμάτια σαν τα "Valerie",  "That Girl" και η μπαλάντα "When We Made Love",  "If I'm Sleeping" (θυμίζει Styx) δίνουν το μελωδικό στίγμα το άλμπουμ.
Επιπρόσθετα το εναρκτήριο "Burning Up" αλλά και το υπόλοιπο άλμπουμ έχει άρωμα από Foreinger, ενώ υπάρχουν πολλές στιγμές που ακούμε σόλα σαξοφώνου, τα οποία παίζει ο ίδιος ο Brian Howe με πιο χαρακτηριστικά, τα κομμάτια "This Love", "Hold on My Heart" και "Tell It like It Is".
Ο αρχικός μπασίστας Boz Burrell μπορεί να εμφανίζεται στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ όμως μπάσο στον δίσκο έπαιξε ο session Steve Price ενώ συμμετείχε και ο Καναδός κιμπορντίστας/ κιθαρίστας Gregg Dechert (David Gilmour, Uriah Heep).
 
"Dangerous Age" (1988):
Με τον Μic Jones να κάνει διακοπές στο Isle Of Wight, η μπάντα απογαλακτίζεται από τον σπουδαίο κιθαρίστα και ξεκινά τις ηχογραφήσεις για το επόμενο άλμπουμ παλεύοντας να φτάσει ξανά στην κορυφή.
Ο μάνατζερ Bud Prager για να "σπρώξει" προς την επιτυχία τους "νέους" Bad Company πρότεινε την πρόσληψη ενός Άγγλου παραγωγού, του Terry Thomas (ιδρυτικό μέλος του βρετανικού γκρουπ Charlie) ο οποίος είχε κάνει εξαιρετική δουλειά στο "Ambition", ενός εξαίσιου σόλο άλμπουμ του κιθαρίστα και τραγουδιστή Tommy Shaw (Styx).
Μαζί με τους Howe και Ralphs, ο Thomas ανέλαβε να συνυπογράψει ολόκληρο το περιεχόμενο του επόμενου άλμπουμ του Bad Company δίνοντας περισσότερο βάρος στον κλασικό hard rock ήχο με την φωνή και την ερμηνεία του Howe να κερδίζει ξανά τις εντυπώσεις.
Τραγούδια όπως το "Shake It Up", το "Dirty Boy" και ο δυναμίτης "No Smoke Without A Fire" απογειώνουν το άλμπουμ που έφτασε στο νούμερο 58 του πίνακα Billboard, φέρνοντας στο συγκρότημα ξανά στην επιτυχία. Παράλληλα η συνεχής υπόστηριξη του παντοδύναμου MTV βοήθησε σημαντικά σε πωλήσεις το άλμπουμ. Από το εν λόγω δίσκο ξεχωρίζουν επίσης η θαυμάσια μπαλάντα "Something About You", το δυναμικό "Bad Man" και το ομότιτλο και συνάμα ξεσηκωτικό "Dangerous Age" με τον Ralphs να ζωγραφίζει.
Το άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1988 και μπάσο παίζει ο Steve Price ενώ στη περιοδεία που ακολούθησε συμμετείχε ο Larry Oakes (πλήκτρα, κιθάρα) από τους Foreigner. Στις ΗΠΑ το άλμπουμ έγινε χρυσό πουλώντας πάνω από 500 χιλιάδες αντίτυπα.
 
"Holy Water" (1990):
Το ένατο στούντιο άλμπουμ των Bad Company κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1992. Έγινε πλατινένιο, πουλώντας πάνω από 1.000.000 δίσκους και ανέβηκε στο Νο. 35 του Billboard Top Pop Albums chart. Το πρώτο σινγκλ είναι το καθηλωτικό "Holy Water" και ήταν Νο. 1 άλμπουμ Billboard Rock Tracks για δύο εβδομάδες το καλοκαίρι του 1990 καθώς το συγκρότημα περιόδευε στις Ηνωμένες Πολιτείες με τους Damn Yankees. Η εκπληκτική power ballad, "If You Needed Somebody" έγινε επιτυχία στις αρχές του 1991, φτάνοντας στο Νο. 16 στο Billboard Hot 100 και στο Νο. 2 στο άλμπουμ Rock Tracks. 
Οι κόποι όλων έφεραν καρπούς για τη ιστορική μπάντα έπειζε ξανά σε μεγαλύτερους χώρους αφού η περιοδεία στις ΗΠΑ για το "Holy Water" ήταν από τις πιο πετυχημένες για το 1991.
Όμως στα παρασκήνια, τα πράγματα δεν ήταν ιδανικά. Σχεδόν από την πρώτη μέρα, ο Howe ένιωθε αποκομμένος από τους Ralphs και Kirke, υποβάλλοντας στην πραγματικότητα την παραίτησή του με τον διευθυντή της Atco Records να τον μεταπείθει τουλάχιστον ώσπου να να ολοκληρωθεί η περιοδεία του "Holy Water". Μάλιστα στην τουρνέ που έκαναν μαζί με τους Deep Purple, ο Howe δεν έκανα παρέα με τους Ralphs και Kirke, εξηγώντας τον λόγο:
"Ταξιδέψαμε χωριστά γιατί ήθελαν να ξενυχτούν πίνοντας και ως τραγουδιστής του συγκροτήματος δεν μπορούσα να το κάνω αυτό".
Άλλα τραγούδια που ξεχώρισαν είναι τα: "Stranger Stranger",  "Fearless", "With You in a Heartbeat", "Boys Cry Tough" ενώ στο ακουστικό "100 Miles" τραγουδά ο ντράμερ Simon Kirke.
Επιπλέον η μπάντα αντιμετώπισε πρόβλημα με τον Ralphs, ο οποίος φρόντιζε για προσωπικά και οικογενειακά θέματα, και δεν συμμετείχε στο μεγαλύτερο μέρος της περιοδείας "Holy Water", αν και έπαιξε στο άλμπουμ. Αντικαταστάθηκε από τον πρώην κιθαρίστα των Crawler, Geoff Whitehorn και τον παραγωγό Thomas που ήταν καλεσμένοι σε ρυθμική κιθάρα και πλήκτρα αντίστοιχα. Ο Ralphs, επέστρεψε αργότερα κατά τη διάρκεια της περιοδείας (τον Απρίλιο του 1991) και ο  Geoff Whitehorn συνέχισε μς τους Procol Harum.
 

"Here Comes Trouble" (1992)
To δέκατο στούντιο άλμπουμ της μπάντας είναι το τελευταίο του Brian Howe με τους Bad Company.
Στην κιθάρες συμμετέχουν ο πολυτάλαντος Dave "Bucket" Colwell (Samson) ο οποίος έχει συνθέσει το "Reach Out", των Iron Maiden και κρυφό όπλο του Βρετανικού συγκροτήματος παραμένει ο Terry Thomas (Charlie) που υπογράφει και σε αυτό το άλμπουμ αρκετά τραγούδια του "Here Comes Trouble".
Ο ήχος και οι συνθέσεις ακολουθούν το γνώριμο ύφος των προηγούμενων δίσκων όπου το παραδοσιακό blusely hard rock συναντά τις aor μελωδίες ποτισμένες με την βαθιά και γοητευτική ερμηνεία του Brian Howe .
Τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το φανταστικό "Stranger Than Fiction", το "Both Feet in the Water", το "Little Angel" και το "Brokenhearted" με τις κιθάρες να παίρνουν φωτιά.
Η επιτυχία του "How About That", μπορεί να αναδεικνύει την ελαφριά πλευρά της μπάντας σύμφωνα με τον Howe, ο οποίος εκείνη την εποχή "περνούσε ένα φρικτό διαζύγιο", ενώ ήδη είχε φτάσει στο απροχώρητο κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του άλμπουμ με τα υπόλοιπα μέλη.
"Στο Here Comes Trouble" δεν συναντήθηκα διαζώσης με κανέναν άλλον από το συγκρότημα κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης αυτού του δίσκου", αποκάλυψε,ο Howe.
"Δούλεψα μόνο με τον Thomas και οι άλλοι έκαναν τη δουλειά τους, αλλού χωρίς εμένα. Και αυτό συνέβη και με το "Holy Water"Το να μείνω στο συγκρότημα εκείνη την περίοδο μόνο για τα χρήματα ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελα να κάνω", υποστήριξε ο Howe ενώ στην συνέχεια αποχώρησε από την μπάντα λέγοντας απογοητευμένος:
"Απλώς δεν μπορούσα να συνεχίσω άλλο αλλά πιστεύω ότι και εκείνοι, ένιωθαν το ίδιο με εμένα. Δεν ήθελε κανείς να δουλέψει ούτε να γίνουν περιοδειες, ούτε καν να κάνουν πρόβες. Κουράστηκα να μην έχω δουλειά", είπε ο Howe. 
Η δισκογραφική και οι μάνατζερ έριξαν στο τραπέζι το όνομα του Steve Walsh (Κansas) όπου οι υπόλοιποι έκαναν κρυφές πρόβες με τηνπροοπτική να αντικαταστήσουν για το υπόλοιπο της περιοδείας τον Howe χωρίς όμως αυτό τελικά να πραγματοποιηθεί.
Η δισκογραφική συνέχεια για τους Bad Company μετά το τέλος της συνεργασίας με τον Ηowe ήταν το άλμπουμ "Company of Strangers" (1995) με τραγουδιστή τον Robert Hart (Distance) και το "Stories Told & Untold" (1996) που περιλάμβανε τις κλασσικές επιτυχίες της μπάντας επαναηχογραφημένες.
Το 1998 ο Paul Rodgers επέστρεψε στην μπάντα που μεγαλούργησε και συνέχισαν κάνοντας περιοδείες ενώ κυκλοφόρησαν μόνο live albums.
H σόλο πορεία του Brian Howe μετά τους Bad Company περιλάμβανε συνοπτικά λιγοστά προσωπικά άλμπουμ τα: "Tangled in Blue" (1997) το οποίο κυκλοφόρησε αργότερα και με άλλο εξώφυλλο ως "Touch" (2003), το "Circus Bar" (2010) με την συμμετοχή του Pat Travers και μία κυκλοφορία με υλικό που είχε ηχογραφήσει με τους White Spirit υπό τον τίτλο "Right or Wrong" (2022)
Σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις ο Howe είπε ότι είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί oι Bad Company ήταν επιτυχημένοι στην εποχή τους αφού όπως λέει:.
"Γράψαμε πολύ καλά εμπορικά, ποιοτικά ροκ τραγούδια και τα ηχογραφήσαμε άψογα".
Ο Brian Howe έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο από καρδιακή ανακοπή στις 6 Μαΐου 2020 ενώ πήγαινε σε νοσοκομείο στη Φλόριντα, σε ηλικία 66 ετών αφήνοντας πίσω του τρία παιδιά και τρία εγγόνια αλλά και μία σειρά αξιόλογων στούντιο κυκλοφοριών που αγαπήθηκαν από τους οπαδούς των Bad Company αλλά και του classic hard rock.
 
Υ.Γ.: Επίσης ο Brian Howe κυκλοφόρησε το ΕΡ με τίτλο "Emotions" (2011) και τα σινγκλ "Hot Tin Roof" (2017) και "Going Home" (2020) καθώς ένα ακόμη άλμπουμ - συλλογή το 2018.
 
Φώτης Μελέτης

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...