Γεννημένος στις 9 Μαΐου του 1949 στο
Μπρονξ, ο Billy Joel μεγάλωσε στο Λονγκ Άιλαντ με Γερμανικo-εβραικές
οικογενειακές ρίζες αφού ο πατέρας του ήταν επιχειρηματίας στην
Γερμανία και για να σωθεί από το ναζιστικό καθεστώς πούλησε την
επιχείρηση του, κλωστοϋφαντουργικών ειδών που εμπορευόταν,
μεταναστεύοντας αρχικά στην Ελβετία και λίγα χρόνια αργότερα στις ΗΠΑ
μέσω Κούβας.
Με
την επιμονή της μητέρας του από την ηλικία των 4 ετών ξεκίνησε μαθήματα
πιάνου με δασκάλους τον διάσημο Αμερικανό πιανίστα Morton Estrin και
τον μουσικό Timothy Ford ενώ τον σημάδεψαν καλλιτεχνικά οι Beatles, οι
Everly Brothers και ο Elvis Presley.
Αφού εγκατέλειψε το γυμνάσιο για να ακολουθήσει μουσική καριέρα, ο Joel πήρε μέρος σε δύο βραχύβια συγκροτήματα, τους The Hassles και τους Attila,
πριν υπογράψει δισκογραφική συμφωνία με την Family Productions και
ξεκινήσει την σόλο του καριέρα το 1971 με πρώτη του κυκλοφορία το "Cold Spring Harbor".
Το Απρίλιο του 1972, ο Joel τράβηξε την προσοχή της Columbia Records μετά από μια ζωντανή ραδιοφωνική εκτέλεση του τραγουδιού "Captain Jack"
που έγινε πολύ δημοφιλής στη Φιλαδέλφεια και σε όλη τη Ανατολική Ακτή.
Αυτό το γεγονός τον βοήθησε καθοριστικά ώστε να υπογράψει μια νέα
δισκογραφική συμφωνία και να κυκλοφορήσει το δεύτερο άλμπουμ του, "Piano Man", το 1973.
Ακολούθησαν στην συνέχεια τα άλμπουμ "Streetlife Serenade" και το "Turnstiles" το 1974 και το 1976 αντίστοιχα, ενώ μετέπειτα ο Joel κυκλοφόρησε ένα από τα καλύτερά του άλμπουμ με τεράστια εμπορική επιτυχία, το υπέροχο "The Stranger" (1977).
Το συγκεκριμένο άλμπουμ έγινε η κυκλοφορία με τις μεγαλύτερες πωλήσεις
της Columbia, πουλώντας πάνω από 10 εκατομμύρια αντίτυπα και
δημιουργώντας πολλά πετυχημένα σινγκλ, όπως τα "Just the Way You Are", "Movin' Out (Anthony's Song)", "Only the Good Die Young" και "She's Always a Woman". Το άλμπουμ περιέχει επίσης ένα από τα πιο δημοφιλή κομμάτια του Αμερικανού καλλιτέχνη, το "Scenes from an Italian Restaurant",
που είναι από τα αγαπημένα δικά του τραγούδια κομμάτια και έχει γίνει
σταθερό βασικό στοιχείο των ζωντανών εμφανίσεων του όπως και το εξαίσιο "Vienna" από το ίδιο άλμπουμ.
Μετά την επιτυχία του "The Stranger", που έφτασε θέση στο Νο. 2 των ΗΠΑ chart, καθώς κέρδισε δύο βραβεία Grammy, ο Joel συνέχισε να γοητεύει τα πλήθη.
Το επόμενο άλμπουμ του Joel, ήταν το θαυμάσιο "52nd Street" που κυκλοφόρησε το 1978 και έγινε το πρώτο του άλμπουμ που έφτασε στο Νο. 1 στο Billboard 200 chart. Ο Joel κυκλοφόρησε το έβδομο στούντιο άλμπουμ του, "Glass Houses", το 1980 κάνοντας μία πιο ροκ στροφή. Αυτή η κυκλοφορία περιελάμβανε τα "It's Still Rock and Roll to Me" (το πρώτο σινγκλ του Joel που έφτασε στην κορυφή του Billboard Hot 100 chart), "You may Be Right", "Don't Ask Me Why" και "Sometimes a Fantasy".
"Τα τραγούδια της σοφίτας"
Τον Σεπτέμβριο του 1981 ο Billy Joel κυκλοφορεί το ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ "Songs in the Attic", το οποίο καταφέρνει να γίνει τρεις φορές πλατινένιο σε παραγωγή του Phil Ramone φτάνοντας ως το Νο 8 των ΗΠΑ τσαρτ.
Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου του 1980 στα πλαίσια της περιοδείας προώθησης του άλμπουμ "Glass Houses". Στον δίσκο περιλαμβάνονται συνθέσεις των τεσσάρων πρώτων άλμπουμ εκτελεσμένες από διάφορες συναυλίες που έδωσε εκείνο το διάστημα ο Joel όπως στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, στο Σικάγο, στην Φιλαδέλφεια, Βοστόνη καθώς και άλλες αμερικανικές πόλεις.
Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου του 1980 στα πλαίσια της περιοδείας προώθησης του άλμπουμ "Glass Houses". Στον δίσκο περιλαμβάνονται συνθέσεις των τεσσάρων πρώτων άλμπουμ εκτελεσμένες από διάφορες συναυλίες που έδωσε εκείνο το διάστημα ο Joel όπως στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, στο Σικάγο, στην Φιλαδέλφεια, Βοστόνη καθώς και άλλες αμερικανικές πόλεις.
Στο "Songs in the Attic" ο Joel
τραγουδάει, παίζει πιάνο, πλήκτρα και φυσαρμόνικα και αφηγείται μία
σειρά από καθημερινές αμερικάνικες ιστορίες άλλοτε με θυμό, άλλοτε με
ρομαντισμό και άλλοτε με μία σοφή ποιητική ματιά.
Σε αυτές τις live εμφανίσεις τον συνοδεύουν εξαιρετικοί μουσικοί όπως οι κιθαρίστες David Brown και Russell Javors καθώς και οι μακροχρόνιοι συνεργάτες του, ο σαξοφωνίστας Richie Cannata ο μπασίστας Doug Stegmeyer και ο ντράμερ Liberty DeVitto.
Σε αυτές τις live εμφανίσεις τον συνοδεύουν εξαιρετικοί μουσικοί όπως οι κιθαρίστες David Brown και Russell Javors καθώς και οι μακροχρόνιοι συνεργάτες του, ο σαξοφωνίστας Richie Cannata ο μπασίστας Doug Stegmeyer και ο ντράμερ Liberty DeVitto.
To άλμπουμ ξεκινά με το "Miami 2017 (Seen The Lights Go Out On Broadway)" που βρίσκεται στον δίσκο "Turnstiles" του 1976 με τον Billy Joel
να κάνει εδώ μία δυναμική ερμηνεία και παράλληλα μία εξαιρετική
ενορχήστρωση με το παίξιμο του στο πιάνο να ζωγραφίζει κυριολεκτικά!
Μιλώντας ο Joel
στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια το 2001, εξήγησε ότι έγραψε το
τραγούδι ενώ ζούσε στο Λος Άντζελες το 1975, όταν η πόλη της Νέας Υόρκης
ήταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας ενώ ο τίτλος "Miami 2017"
είναι "δανεισμένος" λόγω του γεγονότος ότι πολλοί Νεοϋορκέζοι εκείνη την
εποχή έφευγαν προς Μαϊάμι με τον στιχουργό να "αποκαλύπτει" ότι το 2017
θα καταστραφεί η Νέας Υόρκη.
Το "Summer, Highland Falls" μας βάζει για τα καλά στον μαγικό κόσμο του Αμερικανού δημιουργού όπου το αφηγηματικό ταλέντο του Joel συνδυασμένο με το αριστουργηματικό παίξιμο στο πιάνο και τους έξυπνους τονισμούς δημιουργούν μαζί με το φλάουτο του Richie Cannata μία πολύ όμορφη σύνθεση.
Το μελαγχολικό "Streetlife Serenader" προέρχεται από το ομότιτλο άλμπουμ του που είχε κυκλοφορήσει το 1974.
Εκείνη την περίοδο σύμφωνα με τον Joel είχε στερέψει από μουσικές ιδέες του λόγω της μεγάλης επιτυχίας του "Piano Man". Σίγουρα είναι μία από τις σπουδαίες συνθέσεις του, που αναδεικνύει όλο το καλλιτεχνικό μεγαλείο του Billy Joel.
Εκείνη την περίοδο σύμφωνα με τον Joel είχε στερέψει από μουσικές ιδέες του λόγω της μεγάλης επιτυχίας του "Piano Man". Σίγουρα είναι μία από τις σπουδαίες συνθέσεις του, που αναδεικνύει όλο το καλλιτεχνικό μεγαλείο του Billy Joel.
Το "Los Angelenos"
έχει ρίζες από τότε που ήταν με τους The Hassles τη δεκαετία του 1960
και εδώ είναι εκτελεσμένο σε μία ελαφρώς funky διάθεση με το ηλεκτρικό
πιάνο να κάνει ένα συναρπαστικό σόλο επίλογο. Στιχουργικά το, εν λόγω
κομμάτι σκιαγραφεί ένα πορτρέτο του Λος Άντζελες φωτογραφίζοντας τους
μετανάστες που ήρθαν στο Λος Άντζελες για να ζήσουν μία καλύτερη ζωή,
όμως πολλοί παρασύρονται από τον καλό καιρό, το εύκολο σεξ και τα
ναρκωτικά, με αποτέλεσμα να ξεχάσουν τον λόγο για τον οποίο ήρθαν
αρχικά.
Η ερωτική μπαλάντα "She's Got A Way" βρίσκεται στο ντεμπούτο άλμπουμ του με τίτλο "Cold Spring Harbor" (1971) και είναι γραμμένη, για την πρώτη σύζυγο του Joel. Οι στίχοι που ακολουθούν δείχνουν πόσο ερωτευμένος ένιωθε ο Joel ενώ το συγκεκριμένο κομμάτι το έχει διασκευάσει και ο Michael Sweet των Stryper στο σόλο του άλμπουμ "Touched".
"She's got a way about her
I don't know what it is
But I know that I can't live without her
She's got a way of pleasin', mmh
I don't know what it is
But there doesn't have to be a reason
Anyway"
I don't know what it is
But I know that I can't live without her
She's got a way of pleasin', mmh
I don't know what it is
But there doesn't have to be a reason
Anyway"
Το "Everybody Loves You Now"
βρίσκεται κι αυτό στον πρώτο του δίσκο και περιγράφει μια κακομαθημένη
ελιτίστικη γυναίκα που πιστεύει ότι είναι καλύτερη από όλους ειδικά όταν
γίνεται διάσημη. Όμως αυτή η προσωρινή αποδοχή σβήνει μόλις περάσει η
δημοφιλία της. Εδώ τα πλήκτρα μαζί με τις ακουστικές κιθάρες ακολουθούν
ταχύτατους ρυθμούς δημιουργώντας μία μικρή μελωδική θύελλα.
Το "Say Goodbye To Hollywood" έχει μία soul-pop χροιά προερχόμενη από τα '60s. Ο Joel έχει δηλώσει στις διαλέξεις του στο πανεπιστήμιο ότι έγραψε το τραγούδι έχοντας κατά νου τον Ronnie Spector και το τραγούδι των Ronettes "Be My Baby". Πράγματι, ο Joel
σημειώνει ότι τα δύο τραγούδια μοιράζονται έναν πολύ παρόμοιο ρυθμό,
επαναλαμβάνοντας το εμβληματικό τύμπανο της εισαγωγής του κλασσικού "Be
My Baby".
To συγκεκριμένο τραγούδι το έγραψε ο Joel αφού επέστρεψε στη Νέα Υόρκη το 1975 σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από μια επαχθή δισκογραφική συμφωνία.
Ακολουθεί το συγκλονιστικό "Captain Jack" με την μπάντα του Joel να λάμπει κυριολεκτικά και τον ίδιο να κάνει μια από τις κορυφαίες ερμηνείες του.
Ο Joel έγραψε το "Captain Jack"
στα τέλη του 1971 ενώ καθόταν στο διαμέρισμά του στο Oyster Bay, στο
Long Island, κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο, προσπαθώντας να βρει
έμπνευση για ένα τραγούδι. Στην απέναντι πλευρά του δρόμου υπήρχε ένα
στέγαστρο και παρατήρησε έφηβους να έρχονται από τα προάστια και να
παίρνουν ηρωίνη από έναν έμπορο γνωστό ως "Captain Jack". Το τραγούδι, σύμφωνα με τον Joel, είναι ένα τραγούδι κατά των ναρκωτικών παρότι κατηγορήθηκε ότι αυτό το τραγούδι προωθεί τη χρήση ναρκωτικών και τον αυνανισμό.
"And if you can't understand why your world is so dead
Why you've got to keep in style and feed your head
Well, you're twenty-one and still your mother makes your bed
And that's too long
Ooh-oh-ho, woah, woah yeah
Why you've got to keep in style and feed your head
Well, you're twenty-one and still your mother makes your bed
And that's too long
Ooh-oh-ho, woah, woah yeah
Captain Jack will get you high tonight
And take you to your special island
Ah, Captain Jack will get you by tonight
Just a little push and you'll be smilin'"
And take you to your special island
Ah, Captain Jack will get you by tonight
Just a little push and you'll be smilin'"
To "You're My Home" έχει μία κάντρι προσέγγιση. Το τραγούδι γράφτηκε του Αγίου Βαλεντίνου και το αφιέρωσε στην πρώτη σύζυγο του Joel (και διευθύντρια της επιχείρησης τους) Elizabeth Weber επειδή δεν είχε την οικονομική δυνατότητα εκείνη την περίοδο να της αγοράσει τίποτα όσο βρισκόταν στην Καλιφόρνια.
Το "The Ballad Of Billy The Kid" έχοντας
μία σαλούν διάθεση είναι η ιστορία ενός Αμερικανού παράνομου οπλοφόρου
της Άγριας Δύσης που φέρεται να σκότωσε 21 άνδρες προτού πυροβοληθεί και
σκοτωθεί σε ηλικία μόλις 21 ετών. στα τέλη του 19ο αιώνα. Εδώ ο Joel,
"πειράζει" λίγο την ιστορία συνειδητά δίνοντας μία πιο μυθική άποψη.
Αργότερα ο Billy Joel αποκάλυψε πως με αυτό το τραγούδι απευθυνόταν στο τμήμα "δημοσίων σχέσεων τους δισκογραφικής του εταιρείας".
Το live album κλείνει με την μπαλάντα "I've Loved These Days"
και οι στίχοι περιγράφουν ένα ζευγάρι που ζει πάνω από τις δυνατότητές
του και ξέρει ότι πρέπει να σταματήσει αλλά δεν μπορεί. Τώρα περνούν το
χρόνο τους πίνοντας σαμπάνια και χρησιμοποιώντας κοκαΐνη για να ξεφύγουν
από τα προβλήματά τους. Ο βιογράφος του Joel, ο Mark
Bego σημειώνει ότι το ζευγάρι γαληνεύει τον εαυτό του με όσα πράματα
ξεκινούν με το γράμμα "C" δηλαδή... "champagne, cocaine, cabernet &
caviar" (σαμπάνια, κοκαΐνη, καμπερνέ κρασί και χαβιάρι). Ο καθηγητής
μουσικής κουλτούρας Ken Bielen περιέγραψε το "I've Loved These Days" ως "πρόδρομο της power μπαλάντας των δεκαετιών 1980 και 1990.
Στις σημειώσεις του οπισθόφυλλου ο Joel σημειώνει ότι το "Songs in the Attic" απευθύνεται κυρίως στους θαυμαστές που τον ανακάλυψαν με το άλμπουμ "The Stranger" θέλοντας βασικά να τους βάλει στο δικό του μουσικό πνεύμα και για αυτό άλλωστε δεν είχε καμία σύνθεση από το "The Stranger".
Επίσης τονίζει πως: "Κάτι
έλειπε σε αυτούς τους παλιούς δίσκους αν και μου άρεσαν τα τραγούδια,
αλλά οι αρχικές ηχογραφήσεις στο στούντιο δεν είχαν τόση ενέργεια, θυμό
και σοφία όσο θα είχαν στις ζωντανές ερμηνείες".
Η
δεκαετία του '80 είχε μπει με τον καλύτερο τρόπο για τον Αμερικανό
συνθέτη και τραγουδιστή και οι μετέπειτα στούντιο κυκλοφορίες των '80s
και '90s θα τον έκανα έναν από τους πιο εμπορικά πετυχημένους
καλλιτέχνες παγκοσμίως.
Τέλος για τον ίδιο τον Billy Joel το "Songs in the Attic" ήταν: "Αυτό
το άλμπουμ είναι τελικά μια επανένωση με εραστές του παρελθόντος και
παράλληλα επιβεβαιώνεται η πίστη ότι στο συγκρότημα και όσοι είχαν είχαν
έλθει στα σόου μας εκείνη την περίοδο είχαμε σφυρηλατηθεί να είμαστε
εξαιρετικοί στο σανίδι της σκηνής σε κάθε συναυλία. Με αυτόν τον τρόπο
το συγκρότημα και εγώ θέλουμε να παίξουμε αυτά τα τραγούδια και το
πετύχαμε."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.