Ψάχνοντας από περιέργεια την ετυμολογία της λέξης "solo", το google μας ενημερώνει:
"done by one person alone" (επίθετο) και ''for or by one person alone" (επίρρημα).
Και αλήθεια τι πιο αντιπροσωπευτικό του ορισμού αυτού, από την προσωπική καριέρα του Steve Perry.Μια καριέρα που σφραγίστηκε από το αποτύπωμα του ψυχισμού (που έλεγε κι ο coach Ιωαννίδης) του εμβληματικού frontman. Και τι ψυχισμός! Ένας ατέρμονος κύκλος ενθουσιασμού, δημιουργικότητας, αλαζονείας, ανασφάλειας, τελειομανίας, κρυψίνοιας, κατάθλιψης και πάλι από την αρχή.
Μια αρχή που για τον Perry έγινε κάπου στα μέσα των '70s με την τότε φερέλπιδα μπάντα του να ετοιμάζει το παρθενικό της άλμπουμ με working title "Street Talk". Στη συνέχεια η μπάντα ονομάστηκε Alien Project, δεν της ήταν όμως γραφτό να μακροημερεύσει. Ο ξαφνικός θάνατος του μπασίστα της έγραψε το πρόωρο τέλος.
Έγραψε όμως και ιστορία στην αμερικάνικη μουσική αφού ένα demo από αυτή την προσπάθεια με τον τίτλο "If you Need me, Call me" έφτασε στα χέρια (ή μάλλον στα αυτιά) του manager των Journey Herbie Herbert.
Ο "γάτος" Herbie ακούγοντας τον vocalist-ακατέργαστο διαμάντι ήξερε αμέσως ότι αυτό χρειαζόντουσαν οι πελάτες του για να μεταμορφωθούν σε πιασάρικη μελωδική rock μπάντα ικανή να γεμίζει στάδια.
Έτσι ο συντετριμμένος και σχεδόν παραιτημένος Steve έγινε γρήγορα frontman των Journey και ταυτόχρονα ο ερμηνευτής ιστορικών AOR επιτυχιών αλλά και σημείο αναφοράς για ολόκληρο το genre.
Στα 1983 όταν οι Journey είχαν ήδη πατήσει κορυφή, ο ανήσυχος Perry με αφορμή τις δουλειές του Neal Schon εκτός Journey (συνεργασίες με Sammy Hagar και Jan Hammer) έκρινε ότι είχε έρθει η ώρα και για το δικό του προσωπικό άλμπουμ. Όποιος περίμενε ότι το άλμπουμ θα ακολουθούσε αποκλειστικά συνταγή Journey, διαψεύσθηκε.
Αντίθετα ο Perry βρήκε την ευκαιρία να αναδείξει τις φωνητικές του επιρροές που έφταναν αρκετά μακριά από το μελωδικό rock: R’n’B, Soul, Motown ακούσματα, στο στυλ των Sam Cooke, Jackie Wilson, The Drifters. Στο στούντιο δε, έφερε τον παλιό του συνεργάτη από τους Alien Project, Craig Krampf, ενώ o δίσκος αφιερώθηκε στον εκλιπόντα μπασίστα.
Όσο για τίτλο στο άλμπουμ, (τυχαίο δε νομίζω) "Street Talk" (1984):
ένα προσωπικό statement του Steve Perry για το μουσικό παρελθόν και παρόν του. Προσωπικό και στιχουργικά, με το 1ο single "Oh Sherrie’ αφιερωμένο στην τότε σύντροφό Sherrie Shawford η οποία εμφανίστηκε και στο video clip. Από μια κυκλοφορία λοιπόν με τέτοια χαρακτηριστικά κανείς δεν ανέμενε υπερβολικές πωλήσεις. Αμ δε! Οδηγούμενο από τα hits "Oh Sherrie" και "Foolish Heart' το "Street Talk" χτύπησε αναπάντεχα διπλή πλατίνα, ενώ περισσότερα κομμάτια από το άλμπουμ βρήκαν το δρόμο τους για το ραδιόφωνο όπως το υπέροχο "Captured by the moment" και το σκοτεινό "She’s Mine".
Κάπου εκεί όμως ο ψυχισμός του Steve Perry άλλαξε και πάλι. Εκ των πραγμάτων αποδείχτηκε ότι μπορούσε να "το κάνει" και μόνος του. Μοιραία προέκυψε ζήτημα για το μέλλον του ή όχι στους Journey κάτι το οποίο μπορούσε πλέον να διαπραγματευτεί διαφορετικά. Ο Perry παρέμεινε, αλλά στο εξής θα επέβαλε αλαζονικά τις απόψεις του σε όλες τις στρατηγικές αποφάσεις. Αυτό επέφερε από αλλαγές σε image και μουσικό ύφος μέχρι και σε αποψίλωση του rhythm section και τη μετατροπή των Journey σε τρίο. Ούτε η νέα κατάσταση όμως μπορούσε να ικανοποιήσει τον Perry.
Ένα χρόνο αργότερα και μετά το σοκ του θανάτου της μητέρας του, θα ανακοίνωνε στους έκπληκτους bandmates του ότι αποχωρεί από την μπάντα λόγω burnout. Μια αποχώρηση όμως που έδενε τα χέρια στους υπόλοιπους Journey.
Αφενός o ήχος της μπάντας ήταν συνδεδεμένος με τα φωνητικά του, αφετέρου το νέο deal που είχαν υπογράψει σαν partners προέβλεπε σημαντικά ποσά σε royalties για τον Perry. Κοινώς, ακόμα και εκτός μπάντας θα του τα έσκαγαν χοντρά (όπως κάνουν από το 1998 και εντεύθεν)…
Αν και οι υπόλοιποι Journey βρήκαν διέξοδο σε νέα σχήματα και solo δουλειές, η πορεία για τον Perry ήταν πιο δύσκολη. Ένας συνδυασμός υπερκόπωσης, ανασφάλειας, τελειομανίας τον κράτησαν μακριά από το προσκήνιο. Ο ίδιος στις συνεντεύξεις του αναφέρει ότι την εποχή εκείνη όχι απλά δεν έγραφε αλλά ούτε καν άκουγε μουσική. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια. Αντίθετα το 1988 είχε έτοιμο το 2ο solo άλμπουμ του "Against the Wall" το οποίο όμως δεν κυκλοφόρησε ποτέ αφού η Sony ζήτησε αντ’ αυτού επανασύνδεση Journey.
Οι επιφυλάξεις των executives ήταν μάλλον σωστές, αν κρίνουμε από το υλικό μέσα από το Against the Wall που συμπεριλήφθηκε πολλά χρόνια αργότερα στη συλλογή "Steve Perry-Greatest Hits + 5 Unreleased" (1998). Αν και η παραγωγή ήταν άριστη, η μουσική ήταν αρκετά πειραματική και οι ενορχηστρώσεις ‘τολμηρές’, έφταναν να ενσωματώνουν μέχρι και ethnic επιρροές.
Πιθανότατα ο Perry θίχτηκε τόσο ώστε να αρνηθεί πεισματικά την επανασύνδεση και να κλείσει οριστικά το κεφάλαιο Against the Wall όχι όμως και το κεφάλαιο solo καριέρα. Σα να ήθελε να αποδείξει ότι ακόμα ‘μπορεί μόνος του’ πριν καν σκεφτεί την μεγάλη επιστροφή.
Αυτό το συναίσθημα ήταν ο λόγος που η υπόθεση 2ο solo άλμπουμ ξεκίνησε για τον Steve από την αρχή.
Αυτή τη φορά η φόρμουλα ήταν άλλη. Η αστείρευτη και θυελλώδης καλλιτεχνική του έμπνευση τον οδήγησε σε κάτι καινούργιο: στην ανάγκη να έχει μια πραγματική μπάντα πίσω του με την οποία θα νιώσει ξανά frontman και όχι απλά vocalist.
Η μπάντα αυτή άρχισε να σχηματίζεται στις αρχές των 90s όταν ο Steve ξεκίνησε τη συνεργασία με τον άρτι αποχωρήσαντα από τους Winger Paul Taylor. Το μπάσο ανέλαβε ο Todd Jensen (ex-Hardline), τα drums ο Moyes Lucas ενώ η μεγάλη αποκάλυψη ήταν ο νεαρός κιθαρίστας και μετέπειτα αστέρι της Christian Rock σκηνής Lincoln Brewster.
Το αποτέλεσμα ήταν το άλμπουμ "For the Love of Strange Medicine" (1994). Και όντως πολλά πράγματα ήταν "strange" με κυριότερο αυτή την ασυνήθιστη αίσθηση μπάντας στο άκουσμα του δίσκου που δύσκολα αναμένει κανείς από μία σόλο κυκλοφορία. Ακούγοντας τα κομμάτια νιώθεις ότι η μπάντα jamάρει επιτόπου και τα κομμάτια ηχογραφούνται one take.
Οι ενορχηστρώσεις είναι γήινες, γνήσια rock αυτή τη φορά. Και τα φωνητικά; Ίσως οι καλύτερες ερμηνείες του βρίσκονται εδώ. Φυσικά το πέρασμα του χρόνου ακούγεται ξεκάθαρα, αλλά αυτό δεν είναι πάντα αρνητικό.
Ο Perry δεν είναι πια ο crooner των 70s αλλά αυτό το rasp που έχει προστεθεί, δίνει μια νέα διάσταση στην χροιά του. Οι ερμηνείες του έχουν έκδηλη συναισθηματική ένταση που απογειώνει κομμάτια όπως το bluesy
"Somewhere there’s Hope", η υπέροχη μπαλάντα "I am" , το εκρηκτικό "Listen to Your Heart" και ίσως το κορυφαίο single της σόλο καριέρας του "You Better Wait". Η σφραγίδα του ψυχισμού του Perry όμως ολοκληρώνεται με το κομμάτι που κλείνει το άλμπουμ.
Τα lyrics του "Anyway" είναι μια (κάπως cheesy) "συγνώμη" προς τους παλιούς του bandmates για τον τρόπο της αποχώρησής του από τους Journey το 1987.
Η συγνώμη αυτή αποδείχθηκε προφητική αφού με τη δυναμική του χρυσού πλέον "…Medicine" και την αυτοπεποίθησή του στα ύψη, ο Steve Perry λέει το 1996 το μεγάλο ‘ναι’ στην νέα προσφορά της Sony για ένα Journey reunion με προξενήτρα τον John Kalodner.
Η άτιμη η μοίρα όμως δεν ήθελε το reunion αυτό να δοξαστεί όπως του άρμοζε. Μόλις 2 χρόνια αργότερα ο Perry χωρίζει και πάλι από τους Journey. Μόνο που αυτή τη φορά δεν αποχωρεί αυτός. Με αφορμή την άρνησή του να αντιμετωπίσει άμεσα ένα τραυματισμό που καθυστερούσε την περιοδεία των Journey, η μπάντα του ανακοινώνει ότι θα αντικατασταθεί (karma is a bitch που λένε).
Αυτό ήταν το γεγονός που σημάδεψε έκτοτε τη καριέρα αλλά και τη ζωή του μεγάλου ερμηνευτή. Πράγματι ο κρυψίνους Perry κυριολεκτικά εξαφανίστηκε από τα καλλιτεχνικά εγκόσμια για πάνω από 20 χρόνια. Και σα να ήθελε να μας προϊδεάσει γι’ αυτό το hiatus, έστειλε το μήνυμά του με το υπέροχο solo single "I Stand Alone" (1998) από το soundtrack της ταινίας "Quest for Kamelot".
‘Like every tree stands on its own
Reaching for the sky I stand alone
I share my world with no one else
All by myself, I stand alone’
Στα επόμενα 20 χρόνια λίγα ακούγαμε και πολύ λίγο βλέπαμε τον Steve Perry. Όχι γιατί ήταν τελείως αδρανής αλλά γιατί οτιδήποτε καινούργιο έκανε μουσικά ήταν μάλλον ένα προσωπικό, αυθόρμητο happening παρά κάτι που απευθυνόταν στους "πεινασμένους" του fans.
Οι οποίοι δύσκολα ανακάλυπταν π.χ. την "yolo" επιστροφή του σε live performance με την alternative(!) μπάντα The Eels, ή τα guest backing vocals του στο "A Brand new Start" του David Pack και στο "I Wish you Were Mine" του Tommy Tokioka. Κι ενώ όλοι πίστευαν ότι ο Steve Perry είχε αποσυρθεί οριστικά, ήρθε και πάλι απροειδοποίητα το 3ο full length άλμπουμ "Traces' (2018).
Το κίνητρο ήταν σύμφωνα με τον Perry η υπόσχεση που έδωσε στην εκλιπούσα σύντροφό του για μια επιστροφή στο performing. Στο "Traces" η παραγωγή είναι κρυστάλλινη ενώ υπάρχουν 2-3 δυνατές στιγμές (No Erasin, We’re Still Here, No More Crying).
Λίγη σημασία όμως έχει η κριτική του άλμπουμ καθαυτού. Το σημαντικότερο είναι η ανέλπιστη επιστροφή ενός απίστευτου ερμηνευτή. Και το συγκλονιστικότερο ότι αυτή τη μοναδική φωνή στην ιστορία του rock, παρόλο το πέρασμα του χρόνου, διατηρήθηκε τόσο όσο να μπορεί να δώσει στους πιστούς fans για άλλη μια φορά αυτή την ανατριχίλα που δίνει εδώ και 45 χρόνια.
Μια νέα έκδοση του "Traces" με επιλεγμένες ακουστικές versions και το χριστουγεννιάτικο άλμπουμ "The Season" κυκλοφόρησαν τη διετία 2020-21. Φαίνεται ότι ο Steve Perry είναι πια περισσότερο δραστήριος και ανοιχτός σε δημιουργία νέου υλικού. Ας ελπίσουμε ότι θα ακούσουμε περισσότερα πράγματα στο μέλλον. Γιατί, ας το παραδεχτούμε, και κλαρίνα να τραγούδαγε αυτή η φωνή θα μας γέμιζε ξανά δυνατά συναισθήματα.
Όσο για τα γνωστά και αμείλικτα ερωτήματά μας (γιατί σταμάτησε να περιοδεύει, γιατί δεν επέστρεψε στους Journey), μάλλον η απάντηση έρχεται σε μια στροφή-μανιφέστο από το "No more crying":
"I'm so free, I need nobody
No more lies, no surprises
No confrontations
It's a peaceful life behind closed doors’"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.